«Ολα τα πρωινά του κόσµου»

Θεέ µου τι ιστορία!

«Μonsieur, παίζετε µουσική, αλλά µουσικός δεν είστε»!

Ο Μαρέν Μαρέ, ο κάλπης, ο απατεώνας, ο αντιγραφέας, ο κόλακας, καταλήγει αρχιµουσικός στην αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ’ (1638-1715), του επονοµαζόµενου και Le Roi Soleil (Βασιλιάς Ηλιος). Ο µεσιέ ντε Σεντ Κολόµπ, ο αυθεντικός, ο δηµιουργικός, ο εµπνευσµένος και ο εφευρέτης της επτάχορδης βιόλας, µονήρης σε µια αποµονωµένη παράγκα! Εφτά χρόνια µετά τον θρίαµβο του «Αmadeous» του Μίλος Φόρµαν µε τον σατανικό Αντόνιο Σαλιέρι (1750) να ροκανίζει τα σπλάγχνα του Βόλφγκανγκ Αµαντέους Μότσαρτ (1756-1791).

Εφτά χρόνια έπειτα απ’ αυτόν τον θρίαµβο των 8 Οσκαρ, η ίδια ιστορία. Με µια λεπτοµέρεια. Κρίσιµη. Καταλυτική. Και εντελώς σκηνοθετική. Ο Τσέχος µε τον θόρυβο, την εκλαΐκευση, την απλοποίηση και την εµπορευµατοποίηση. Μπράβο του, τα κατάφερε. Ο Γάλλος Αλέν Κορνό (που πέθανε πριν από µερικές ηµέρες) µε τη σιωπή, την ευαισθησία, το κέντηµα, το µετάξι και την αραχνοΰφαντη αισθητική. Υποδειγµατική οµοιογένεια περιεχοµένου φόρµας. Μπορεί ν’ ακούγεται υπερβολικό. Οµως έτσι λέει η καρδιά µου. Το πιστεύω χωρίς να ντραπώ. Το αριστοτέχνηµα «Τous les matins du monde» (Ολα τα πρωινά του κόσµου)

µια κατηγορία πιο πάνω από το «Αmadeous» του Φόρµαν!

Το περιστατικό αληθινό. Καταγεγραµµένο σε µυθιστόρηµα από τον Πασκάλ Κινιάρντ.

Ο Μαρέν Μαρέ (Γκιγιόµ Ντεπαρντιέ, που πέθανε το 2000 ύστερα από προβλήµατα που του είχε προκαλέσει τροχαίο ατύχηµα), νεαρός και φιλόδοξος µουσικός του 17ου αιώνα, έχει βάλει σαν µοναδικό στόχο της ζωής του την ανάδειξή του στην κορυφή της πυραµίδας των εκλεκτών της αυλής του Βασιλιά Ηλιου. Εκείνη την εποχή ένας ο θρύλος σε ολόκληρη τη µουσικόφιλη Γαλλία. Ο Μonsieur de Σεντ Κολόµπ. Ο σπουδαιότερος, ο ασυναγώνιστος, ο αναντικατάστατος στη βιόλα Da Gamba. Οσες φορές οι απεσταλµένοι του αυτοκράτορα χτυπήσανε την πόρτα του, εκείνος _ σχεδόν περιφρονητικά _ τους έστειλε πίσω µε άδεια χέρια. Σαν να λέει «εγώ γλείφτης ποτέ!». Παρ’ όλα αυτά ο Μαρέ πεισµώνει.

Η πόρτα ανοίγει, ο Κολόµπ τον βλέπει, τον ακούει και στη συνέχεια, περίπου του λέει: «Είστε επιδέξιος αλλά δεν είστε γεννηµένος µουσικός, πηγαίνετε παρακαλώ». Ο Μαρέ δεν το βάζει κάτω. Επανέρχεται µέσα στο σκοτάδι και αρχίζει να φλερτάρει µε τη Μαντλέν (Αν Μπροσέ). Μία από τις δύο θυγατέρες µε τις οποίες ο Κολόµπ έχει σχηµατίσει ένα τρίο µοναδικό. Ενα τρίο που παίζει µουσική προς εκµάθηση και απόλαυση εντελώς ιδιωτική. Η µουσική για τον Κολόµπ είναι εντελώς ταυτισµένη µε το πετσί του. Ουδεµία σχέση µε τα πλήθη, την αυλή και τη φήµη. «Παίζω µουσική γιατί µόνο έτσι εκφράζεται η ψυχή, η καρδιά και το σώµα µου. Αυτός είναι ο προορισµός µου σ’ αυτή τη Γη. Να παίζω για τον εαυτό µου και για τις κόρες µου».

Ακούγεται ελιτίστικο. Στην πραγµατικότητα πρόκειται για την ίδια πορεία, αυτή ενός ασκητή. Ο Κολόµπ ασκητής της µουσικής. Ο θεοσεβούµενος είναι του θεού προσκυνητής. Θεός του Κολόµπ η µουσική. Ολα τ’ άλλα φρου φρου κι αρώµατα, κοσµικά και ασήµαντα.

Από το φλερτ ο Μαρέ καταλήγει, παράνοµα, στο κρεβάτι της Μαντλέν. Ετσι αρχίζει να διδάσκεται τα µυστικά της τέχνης του Κολόµπ όπως ακριβώς τα έχει αφοµοιώσει η κόρη. Κι έτσι, παρανόµως και υπογείως, κρυφακούει το δοξάρι του Κολόµπ. Ετσι αντιγράφει, «φωτογραφίζει», µιµείται το παίξιµο και κοπιάρει τις συνθέσεις του Μaster. Αυτό ήταν. Ο,τι ήθελε το είχε αρπάξει. Τώρα ο δρόµος προς τη δόξα ανοικτός µε κλεµµένο παίξιµο, µε κλεµµένο δοξάρι.

Οµως η Μαντλέν µένει έγκυος. Οµως ο Μαρέ άφαντος. Οµως ο Κολόµπ απελπισµένος. Ενας ξένος τον έκλεψε, τον έγδυσε, τον εξαπάτησε και την κόρη του την εγκατέλειψε. Αυτό το τίµηµα της δόξας. Το λένε «πατώντας επί πτωµάτων».

Επειτα από παρακλήσεις ο Μαρέ επιστρέφει στη µητέρα του µέλλοντος παιδιού του. Κατάκοιτη η Μαντλέν. Η εµπιστοσύνη που έδειξε στον ξένο την έχει πνίξει. Η προδοσία την έχει δολοφονήσει. Ετοιµόρροπη.

Τελειωµένη. Το πτώµα της εύθραυστης, ευάλωτης Μαντλέν είναι το εφαλτήριο προς την επιτυχία του Μαρέ. Εκείνος φεύγει. Εκείνη πεθαίνει. Υστερα από χρόνια, όταν πια ο Μαρέν Μαρέ (Ζεράρ Ντεπαρντιέ) έχει καταφέρει να σκαρφαλώσει στο ρετιρέ, ως αρχιµουσικός του Le Roi Soleil, θυµάται και από τις τύψεις υποφέρει. Τoo late. Ο άριστος στα θυµαράκια. Ο απατεώνας στα σαλονάκια!

Αυτό το σπάνιο, χαµηλόφωνο αριστούργηµα, οργανώνεται µε τις καλύτερες προϋποθέσεις και µε πρωτοκλασάτους συντελεστές. Ο Κορνό συνεργάζεται στο σενάριο µε τον Πασκάλ Κινιάρντ, τον συγγραφέα που έκανε µυθιστόρηµα αυτή την αποκαλυπτική ιστορία. Σπουδαίος µουσικός _ γιατί η µουσική οδηγεί τη σκηνοθεσία _ ο σπουδαίος Καταλανός δεξιοτέχνης της µπαρόκ βιόλας ντα γκάµπα Ζορντί Σαβάλ (του 1941, που τον έχουµε ακούσει και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών). Δάσκαλος από το 1973, από τους αριστοτέχνες µεσαιωνικής, αναγεννησιακής και µπαρόκ µουσικής, µε πάνω από 100 ηχογραφήσεις και ιδρυτής πολλών «σχηµάτων», όπως ας πούµε La Capella Reial De Catalunya. Ο Κορνό αφοµοιώνει τα ηµιτόνια. Μ’ αυτά «γράφει» το λεπτό, σιωπηλό, ατµοσφαιρικό ύφος της σκηνοθεσίας. Ο ήχος και το ήθος των εγχόρδων αποτυπωµένα σε εικόνες που χαράζουν την ψυχή σου. Βλέπεις µουσική. Ακούς φωτογραφία. Αλησµόνητο!

Συνιστώ ανεπιφύλακτα

Εξι οι ανεπανάληπτες στιγµές του θηριώδους Ζεράρ Ντεπαρντιέ (1948): «Το τελευταίο Μετρό» του Φρανσουά Τριφό – «Συνταγµατάρχης Chabert» από µυθιστόρηµα του Μπαλζάκ µε σκηνοθέτη τον Ιβ Αντζελό – «Η γυναίκα της διπλανής πόρτας» του Φρανσουά Τριφό – «Πράσινη κάρτα» του Πίτερ Γουίαρ – «Σιρανό Ντε Μπερζεράκ» του Ζαν Πολ Ραπενό – «Καµίλ Κλοντέλ» του Βruno Νyutten.

Η ταυτότητα


§ Πρωτότυπος τίτλος: Τous les matins du monde § Ετος: 1991 § Σκηνοθεσία: Αλέν Κορνό § Σενάριο: Πασκάλ Κινιάρντ § Cast: Ζεράρ Ντεπαρντιέ, Γκιγιόµ Ντεπαρντιέ, Αν Ροσέ, Ζαν Πιέρ Μαριέλ § Μουσική: Ζορντί Σαβάλ § Φωτογραφία: Ιβ Αντζελό § Είδος: Δράµα εποχής § Διάρκεια: 115’ § Χώρα: Γαλλία