Αυτούς τους δύσκολους καιρούς κανένας από όσους κουβαλάμε στους ώμους μας ένα έστω μερίδιο ευθύνης δεν έχει το δικαίωμα της σιωπής. Το ερώτημα δεν είναι αν θα διαλυθεί ή θα επιβιώσει ένα πολιτικό σύστημα που στην πράξη καταρρέει κάτω από την αδυναμία του να λύσει προβλήματα που το ίδιο δημιούργησε. Ούτε αν κάποιοι από μας ή και όλοι μας θα οδηγηθούμε στο περιθώριο της Ιστορίας. Λίγο ενδιαφέρει. Το ερώτημα είναι αν η πολιτική μπορεί να αποκτήσει ξανά ήθος και κύρος, αν η δημοκρατία μπορεί να αποκτήσει αναγεννητική πνοή. Αυτό αφορά την προοπτική της χώρας και τη ζωή των πολιτών.

Πρέπει με θάρρος να ομολογήσουμε ότι καταντήσαμε μια κοινωνία ανοχής και συνενοχής. Και το πρώτο που πρέπει να ξεδιαλύνουμε είναι ότι οδηγεί σε επικίνδυνες ατραπούς η δυσδιάκριτη διαφορά ανάμεσα στη συλλογική ανοχή που εξέθρεψε την κρίση και τον καταμερισμό της συλλογικής ευθύνης που συνήθως γεννά μέσα από διαδικασίες ισοπέδωσης «το αυγό του φιδιού». Αν η πολιτική κάθαρση είναι περισσότερο παρά ποτέ αναγκαία και η αυτοκάθαρση του πολιτικού συστήματος επιβεβλημένη, είναι για να ξεχωρίσει τους πραγματικά φαύλους που πρέπει οπωσδήποτε να πληρώσουν από τους έντιμους και ανεκτικούς που επιτέλους από κοινού οφείλουν να δράσουν.

Το ιστορικό κεφάλαιο της Μεταπολίτευσης έκλεισε, αλλά μόνο αμνήμονες μπορούν να το απαξιώσουν καθολικά και να το πετάξουν στα σκουπίδια της Ιστορίας. Δεν του αξίζει αυτή η τύχη. Μια ουσιαστική αυτοκριτική του πολιτικού συστήματος μπορεί να αναγνωρίζει τις αιτίες της προϊούσας αποσύνθεσής του χωρίς να ακυρώσει τα βήματα και τις κατακτήσεις της χώρας.

Να αναγνωρίσει ότι απέναντι στο τσουνάμι της σύμφυσης και διαπλοκής συμφερόντων μετά το ΄90 και στην απότομη μεγέθυνση της εθνικής πίτας αντέδρασε με διαδοχικές αλλά οριακές βελτιώσεις που δεν υπήρξαν αρκετές. Να ομολογήσει την εγγενή αδυναμία του για ανατροπές και ρήξεις που το ενσωμάτωσε στις παντοδύναμες κρατικές και οικονομικές δομές και που υπέθαλψε τη συναλλαγή. Να παραδεχτεί ότι σειρά βελτιωτικών νόμων έμειναν ανενεργοί γιατί ψηφίστηκαν χωρίς ουσιαστικές προϋποθέσεις εφαρμογής τους. Να αποδεχτεί ότι άφησε να ενσωματωθούν σταδιακά σειρά σημαντικών ελεγκτικών θεσμών που αρχικά βοήθησαν στη δίωξη του οικονομικού εγκλήματος και να γίνουν μέρος της γενικευμένης συναλλαγής με αποτέλεσμα να καταντήσουμε να πληρώνουμε ακριβά τους ανεξέλεγκτους «αδιάφθορους». Να συνειδητοποιήσει, εν τέλει, ότι βαθμιαία δίπλα στις εξουσίες διαμορφώθηκαν παραεξουσίες και δίπλα στους θε σμούς εξωθεσμικές λειτουργίες που μας έφθασαν στο σημερινό ανεξέλεγκτο και σαθρό οικοδόμημα.

Το «πολιτικό χρήμα» αναπτύχθηκε στο γόνιμο έδαφος του τρίπτυχου εκλογικές δαπάνες- ιδιωτική χρηματοδότηση- πολιτική διαφήμιση. Οι εκλογικές δαπάνες, πολλαπλάσιες της κρατικής χρηματοδότησης για τα κόμματα και των οικονομικών δυνατοτήτων για τους υποψηφίους ιδιαίτερα στις μεγάλες εκλογικές περιφέρειες, οδήγησαν στην ιδιωτική χρηματοδότηση μέσα από οικονομικές εξορμήσεις και κουπόνια. Και ένα μεγάλο μέρος επέστρεψε στον ιδιωτικό χώρο μέσω της πολιτικής καμπάνιας, στο ίδιο δηλαδή κύκλωμα συμφερόντων. Αυτή η διαδικασία γέννησε τους πρόθυμους διαμεσολαβητές και έσπρωξε σε κολάσιμες πράξεις, ενώ οδήγησε τα κόμματα να λειτουργούν στα όρια της νομιμότητας.

Για να θωρακίσουμε τη δημοκρατία που αποτελεί το επείγον ζητούμενο σήμερα χρειάζονται γενναίες ανατροπές. Να αλλάξει ριζικά το εκλογικό σύστημα για να μειωθούν στο ελάχιστο οι εκλογικές δαπάνες. Να αποδοθεί το πόθεν έσχες σε Ανεξάρτητη Αρχή που θα απαλλάξει οριστικά τους πολιτικούς από το ανάθεμα. Να βελτιωθεί ο νόμος περί ευθύνης υπουργών στην κατεύθυνση της εξομοίωσης με τους πολίτες μέχρι συνταγματικά να κατοχυρωθεί η υπαγωγή στον φυσικό δικαστή. Να αναβαθμιστούν και να ενοποιηθούν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους υπό τον γενικό επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης. Να ανοίξουν τα απαραβίαστα ταμεία των κομμάτων στον ουσιαστικό έλεγχο και να καταργηθεί ουσιαστικά η δυνατότητα ιδιωτικής χρηματοδότησης.

Εν τω μεταξύ να πληρώσουν οι ένοχοι και πολιτικά και ποινικά όπου και αν βρίσκονται μέσα από απόλυτα διαφανείς διαδικασίες, με απόλυτη αίσθηση της σοβαρότητας του εγχειρήματος από το σύνολο του πολιτικού κόσμου και σε κλίμα μετριοπάθειας. Ο ποινικός και πολιτικός κολασμός πρέπει να είναι η λογική και όχι η θυμική απάντηση της πολιτικής και της τηλεοπτικής τάξης στον κοινωνικό αναβρασμό και τον ορμέμφυτο λαϊκισμό που συνοδεύει πάντα τις μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές κρίσεις. Με την υπόμνηση ότι η ισοπέδωση που διαλύει και αποσαθρώνει την πολιτική και τους πολιτικούς, που δικάζει καθολικά και επιδικάζει επί δικαίους και αδίκους δεν μπορεί να φέρει καμία ανανέωση. Γιατί αυτοί που θα έρθουν χωρίς αξιολόγηση και κοινωνική καταξίωση, χωρίς ανεμπόδιστη λαϊκή ετυμηγορία, χωρίς πρόσωπο, από κλειστές κάστες «καθαρών χεριών», οι κάθε είδους «φυτευτοί» ασφαλώς δεν θα είναι η επιχειρηματική τάξη κρατικοδίαιτων αλλά οι εθελόδουλοι υπηρέτες της. Να πούμε όλη την αλήθεια στον λαό και να πάρουμε τώρα τις αποφάσεις μας γιατί αύριο θα είναι πολύ αργά.

Ο πρώην υπουργός Κώστας Σκανδαλίδης είναι βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στην Α΄ Αθήνας