«Oι ήρωες της «Βεγγέρας» δεν θέλουν να είναι αυτοί που είναι, δεν θέλουν να βρίσκονται εκεί που βρίσκονται, δεν θέλουν να μιλάνε όπως μιλάνε. Δεν ξέρουν, ωστόσο, να είναι κάτι άλλο», λέει στα «ΝΕΑ» ο Γιάννης Λεοντάρης, σκηνοθέτης της νεανικής ομάδας «Κανιγκούντα», την οποία προτείνει στο κοινό το Εθνικό Θέατρο.

Τι μπορεί όμως να βρίσκει μια νεανική ομάδα σε μια παλιά κωμωδία του 19ου αιώνα την οποία επιλέγει να ζωντανέψει στη σκηνή και γιατί να ενδιαφερθεί να την δει ο σύγχρονος, απαιτητικός θεατής; Γιατί το μονόπρακτο του Καπετανάκη μπορεί να είναι γραμμένο πριν από έναν αιώνα, αλλά παραμένει μια δυνατή σάτιρα που με διεισδυτικό τρόπο και καυστικό χιούμορ εκθέτει τον καθωσπρεπισμό, την ανοησία, την αμορφωσιά και τον τυφλό μιμητισμό της τότε μικροαστικής τάξης. Ελαττώματα που παραμένουν ανατριχιαστικά και κωμικά επίκαιρα και τα οποία η ομάδα Κανιγκούντα, με την προσεκτική της δουλειά και τη φρέσκια διεισδυτική της ματιά, μπορεί να αναδείξει χωρίς να «πειράξει» τη μορφή και τη δομή του έργου. Όπου μια οικογένεια επισκέπτεται απρόοπτα μια άλλη φιλική της οικογένεια με σκοπό ένα συνοικέσιο. Αυτή η καθωσπρέπει κοινωνική συναναστροφή, μέσα από μια σειρά έντονων παρεξηγήσεων, καταλήγει τελικά σε μεγάλο, κωμικό φιάσκο.

«Η οικογενειακή εστία μετατρέπεται σε «άσυλο» γελοίων προσώπων, η βλακεία, η ασημαντότητα, η χυδαιότητα και η βία κυριαρχούν», εξηγεί ο σκηνοθέτης. «Και όμως, ο Ηλίας Καπετανάκης καταφέρνει να αποδώσει αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα του αθηναϊκού μικροαστισμού του τέλους του 19ου αιώνα χωρίς ίχνος διδακτισμού, με όρους γελοιογραφίας .Και ιδού μια γλαφυρή αναλογία: ο μακρινός μου θείος Δημητράκης έκλαιγε κοκκινίζοντας από την κακία του και φούσκωνε επειδή του ανέβαινε η πίεση από την πλεονεξία. Εμείς γελούσαμε. Μέσα στο σώμα του, ωστόσο, συνέβαιναν θύελλες τρομακτικές. Εστιάζοντας το βλέμμα στην κακία και την πλεονεξία του, θα κουνούσαμε το δάχτυλο ηθικολογώντας. Εστιάζοντας όμως στο κλάμα και το φούσκωμά του, προσπαθούμε να φτιάξουμε μια γελοιογραφία. Ακολουθούμε τον Καπετανάκη και επιχειρούμε να γελοιογραφήσουμε το κενό. Ο τόπος της «Βεγγέρας»: ένα περιβάλλον θορυβώδους μοναξιάς, όπου τα αληθινά συναισθήματα ασφυκτιούν μέσα στα ψεύτικα ενδύματα των ανθρώπων. Ένα τσίρκο με κλόουν και γκαγκς».

Η ομάδα με τον παράξενο τίτλο Κανιγκούντα (εμπνευσμένος από την «Έβδομη σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, όπου ο θεατρίνος του περιπλανώμενου μεσαιωνικού θιάσου δίνει στη γυναίκα που κλέβει από τον σιδερά του χωριού, το φευγαλέο όνομα Κανιγκούντα), άρχισε με την «Ηλέκτρα» του Ούγκο φον Χόφμανσταλ, μια παράσταση σε εξέλιξη, η οποία κατέληξε στο Θεατρικό Φεστιβάλ Αβινιόν. Ενδιάμεσα ανέβασε τη «Βοσκοπούλα», έμμετρο κείμενο ανώνυμου συγγραφέα του 16ου αιώνα, και το τολμηρό έργο του Βιριπάεφ «Γένεσις Νο 2». Ύστερα από τέσσερα χρόνια βρήκαν στέγη στο πρότζεκτ του Εθνικού «Group Ηostel», για να παρουσιάσουν την απολαυστική κωμωδία του Καπετανάκη, σε σκηνοθεσία Γιάννη Λεοντάρη, σκηνικά – κοστούμια Θάλειας Ιστικοπούλου, φωτισμούς Κορίνας Βασιλειάδου, μουσική Βασίλη Μαντζούκη. Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Δημήτρης Αγαρτζίδης (κ. Νερουλός), Θανάσης Δήμου (κ. Στενός), Ανθή Ευστρατιάδου (Δημήτρω/Φρόσω), Σύρμω Κεκέ (Κατίνα), Μαρία Κεχαγιόγλου (Ελένη), Μαρία Μαγκανάρη (Μαρίκα), Πέτρος Μάλαμας (Νίκος), Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου (κ. Στενού).

ΙΝFΟ

Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας έως 24/01/2010 (Ευμολπιδών 41, Γκάζι, τηλ. 210-

3455.020, 210-

3305.074). Τιμές εισιτηρίων: 20 και 13 ευρώ.