Όταν πρόκειται για καλλιτέχνες που εκτός από το ταλέντο έχουν και ενδιαφέροντα προβληματισμό στην εξέλιξή τους, τότε οι αναδρομικές τους εκθέσεις δεν αφορούν μόνο τους φιλότεχνους, αλλά γίνονται προσφορά με ευρύτερες σημασίες. Τύχη αγαθή έφερε σε χρονική γειτνίαση τις εκθέσεις του Δημήτρη Μυταρά στο Ίδρυμα Θεοχαράκη και του Ηλία Δεκουλάκου στο Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, κι έτσι μπορεί κανείς να δει και πίνακες αντιπροσωπευτικούς και το βαθύτερο υπόστρωμα της εικαστικής σκέψης στο βάθος τους, ακόμα και εποχές και νοοτροπίες που διαδέχθηκαν η μία την άλλη, σαν αφήγηση ιστορική.

Η έκθεση του Δεκουλάκου είναι κάτι σπανιότερο, πάντως, αφού ο λαμπρός καλλιτέχνης που έφυγε σχετικά νωρίς (1929-1998) δεν εξέθετε τακτικά και η ομάδα έργων που αντικρύζουμε τώρα είναι σχεδόν άγνωστη για θέαση από κοντά, αφού τμήμα της παρουσιάστηκε μόνο στα χρόνια της δικτατορίας. Είναι εκείνοι οι πίνακες με όργανο τον αερογράφο αντί το πινέλο και με καδραρίσματα σαν γιγαντοαφίσας, γεμάτα κοινωνική κριτική και ειρωνεία, στρατιωτικά κράνη δίπλα σε γυμνούς πισινούς, φρούτα εγκλωβισμένα πίσω από κάγκελα κ.ά. Στο βάθος βάθος αυτής της ομάδας έργων ο Δεκουλάκος δεν μιλάει μόνο για τα προφανή- τη στρατιωτική βία και τον απολυταρχισμό της εικόνας- αλλά και για την καλλιτεχνική παραίτηση από προσωπικές ευαισθησίες προς όφελος της γενικότερης ιδεολογικής επιστράτευσης που ζητούσαν οι καιροί. Η αναδρομική αυτή έκθεση αφήνει κενό ως προς τη συνέχεια, κακώς πιστεύω, διότι η μετέπειτα ενότητα έργων είναι αυτή που αντιπαρατιθέμενη αποκαλύπτει τι ήταν αυτό που έκρυβε ο καλλιτέχνης Δεκουλάκος στο βάθος της ψυχής του: αναφέρομαι στην ενότητα «Μάνη», πίνακες στους οποίους η γεωμετρική φόρμα των μανιάτικων πύργων μόλις και ξεπροβάλλει κάτω από έναν χρωματικό χείμαρρο, εξπρεσιονιστικός απροσδιόριστος παλμός εναντίον φόρμας, ένας εσωτερικός διάλογος που χαρακτήριζε και το δημόσιο ήθος Η έκθεση του Δημήτρη Μυταρά είναι πολύ πιο αντιπροσωπευτική από αυτήν την άποψη και πολύ πιο διεισδυτική. Οι πίνακες ιστορούν την εξελικτική του περιπέτεια, το εκκρεμές ανάμεσα στον ρεαλισμό (το να είναι εδώ, στην εποχή του) και στον εξπρεσιονισμό (το να ερευνά το βάθος της ανθρώπινης φόρμας, με φαντασία), όπως το βλέπουμε στους πίνακες με τους μοτοσυκλετιστές, τα πορτρέτα γυναικών με τις αντεστραμμένες όψεις, και όπως παρακολουθούμε τη χρωματική του παλέτα να σκουραίνει και να βαραίνει στα τελευταία χρόνια. Στο βάθος αυτής της εικαστικής επιφάνειας, ο Μυταράς παραμένει ίδιος σε αυτά τα χρόνια: ένας σχεδιαστής με σπάνιο ταλέντο, μια μυϊκή μνήμη στο χέρι που λειτουργεί με αδιανόητη δεξιοτεχνία, ένα ταλέντο που ξεχειλίζει και βρίσκει τον στόχο άλλοτε στις φόρμες τις συγκεκριμένες και άλλοτε στις κρυμμένες τους όψεις. Η έκθεση περιλαμβάνει και έναν μικρό ναό που ο Μυταράς φιλοτέχνησε στο εξοχικό του με ιδιότυπη εικονογράφηση, όπου οι δικές του φιγούρες αντικαθιστούν την τυπική εικονογραφία και οι θεοί-άνεμοι τους αγίους. Το ιδεολογικό κλίμα, βέβαια, παραμένει παγανιστικό μέσα στο εκκλησάκι, ο καλλιτέχνης δεν γίνεται εικονογράφος, η πίστη στην «εγκόσμια» ζωγραφική εικόνα υπερτερεί της αναγωγής στο επέκεινα. Ωστόσο, είναι ένας προβληματισμός φιλοσοφικός-εσχατολογικός για τα όρια τέχνης-θεολογίας, μας θυμίζει μια παλιά δική μας κληρονομιά ξεχασμένη με τα χρόνια, τις αγιογραφίες ναών από τον Κ. Παρθένη, Α. Αστεριάδη, Σπ. Παπαλουκά (δάσκαλο του Μυταρά), Σπ. Βασιλείου, αλλά και άλλες μη-θρησκευτικές δοκιμές, όπως του Μ. Ρόθκο ή του Στ. Αντωνάκου.

ΙΝFΟ

● Δημήτρης Μυταράς: «Ιστορώντας τις Μορφές, Αντιπροσωπευτικά Έργα 1964-2008». Ίδρυμα Β.-Μ. Θεοχαράκη, Βασ. Σοφίας 9, τηλ. 210-3611.206, μέχρι 21/11

● Ηλίας Δεκουλάκος: «Αναδρομή 1968-78». Μέγαρο Εϋνάρδου ΜΙΕΤ, Αγ. Κωνσταντίνου 30, τηλ. 210-3234.267, μέχρι 7/12