«ΑΝ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ
ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΦΥΠΝΙΖΕΙ
ΔΙΝΟΝΤΑΣ
ΜΑΣ ΜΙΑ ΓΡΟΘΙΑ
ΣΤΟ ΚΡΑΝΙΟ, ΓΙΑ
ΠΟΙΟΝ ΛΟΓΟ ΝΑ
ΤΟ ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ;…
ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΕΠΕΙ
ΝΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΕΛΕΚΥΣ
ΠΟΥ ΣΠΑΕΙ
ΤΗΝ ΠΑΓΩΜΕΝΗ
ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΕΣΑ
ΜΑΣ» ΕΓΡΑΦΕ Η
ΙΓΚΕΜΠΟΡΓΚ
ΜΠΑΧΜΑΝ
(1926-1973)
Γενέτειρα: Κλάγκενφουρτ της Αυστρίας Σπουδές/ Σταδιοδρομία: μία: Σπουδάζει στα Πανεπιστήμια του Γκρατς, του Ίνσμπρουκ και της Βιέννης φιλοσοφία, νομικά, γερμανική φιλολογία και ψυχολογία.

Το 1950 ολοκληρώνει τη διδακτορική της διατριβή με θέμα «Κριτική προσέγγιση της υπαρξιστικής φιλοσοφίας του Μάρτιν Χάιντεγκερ». Η Γερμανική Ακαδημία τής απονέμει το 1964 το διεθνούς κύρους βραβείο Georg Β chner. Την επόμενη χρονιά εγκαθίσταται στη Ρώμη, όπου και παραμένει ώς τον θάνατό της. Το 1968 τιμάται με το Αυστριακό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας. Στις 17 Οκτωβρίου του 1973 πεθαίνει στη Ρώμη, από εγκαύματα που υπέστη όταν το σπίτι της τυλίγεται ξαφνικά στις φλόγες. Κάποιοι βιογράφοι της ισχυρίζονται ότι η φωτιά προκλήθηκε από τσιγάρο, άλλοι ότι επρόκειτο για αυτοκτονία. Κριτική ετυμηγορία: Η Μπάχμαν είναι αναμφισβήτητα μια από τις σημαντικότερες ποιητικές φωνές της μεταπολεμικής περιόδου. Η στενή και μακρόχρονη σχέση της με τον Πάουλ Τσέλαν καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τις πνευματικές της αναζητήσεις και την πορεία της στα γερμανικά γράμματα. Είναι γνωστός ο ισχυρός κειμενικός διάλογος που αναπτύσσουν, ο οποίος αποτυπώνεται όχι μόνο στις επιστολές που ανταλλάσσουν, αλλά και σε ποιήματα, στα οποία οι δύο ποιητές συνομιλούν χρησιμοποιώντας πολλές φορές τις ίδιες λέξεις και ποιητικά σχήματα- ο Τσέλαν βέβαια, όπως γράφει η ίδια η Μπάχμαν, υιοθετώντας στα ποιήματά του μια γλώσσα όλο και πιο απογυμνωμένη, «όπου οι λέξεις έχουν αποβάλει κάθε λυρικό περίβλημα, και όπου καμία λέξη δεν απευθύνεται σε κάποια άλλη ή δεν εμπνέει κάποια άλλη». Η ποίηση της Μπάχμαν, πυκνή, θραυσματική, σκοτεινή, με αιφνίδια λυρικά ξεσπάσματα, πασχίζει να αποκαταστήσει ένα noeud vital με τη ζωή. Η Μπάχμαν αντιλαμβάνεται την ποίηση ως αναζήτηση της αλήθειας, ακόμη και ως ανακάλυψη της αλήθειας.

«Για να ταράξει τον ύπνο των ανθρώπων, πρέπει να έχει την οξύτητα της γνώσης και την πίκρα της νοσταλγίας» γράφει. Με δύο συλλογές μόνο στο ενεργητικό της κατάφερε να προεκτείνει τα «όρια» της γερμανικής γλώσσας και να επιβεβαιώσει τη ρήση του Χαίλντερλιν (τόσο ωραία σχολιασμένη από τον Χάιντεγκερ) ότι εντέλει «ποιητικά μόνον κατοικεί ο άνθρωπος». Βιβλιογραφία: Να λέω λό για σκοτεινά [Μτφρ: Ντάντη Σιδέρη-Speck, «Νεφέλη», 2007), Έξι ποιήματα [Μτφρ: Μαρίνα Αγαθαγγελίδου, «Ποιητική», τεύχος. 1]. Τα πεζά της Μπάχμαν κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Άγρα, Άγρωστις και Εξάντας.

Στίχοι: « Αν εδώ τα σπίτια είναι πράσινα, θα μπω σε τέτοιο σπίτ ι./ Αν εδώ οι γέφυρες είναι γερές, θα περπατήσω σε στέρεο έδαφος./ Αν ο μόχθος της αγάπης πάντα χάνεται, εδώ τότε ας τον χάσω.// Αν δεν είμαι εγώ, θα ΄ ναι άλλος καλός σαν και μένα.// Αν εδώ μια λέξη με μένα συνορεύει, θα την αφήσω να συνορεύει./ Αν η Βοημία κείται πλάι στη θάλασσα, στις θάλασσες πάλι θα πιστεύω./ Κι αν στη θάλασσα πιστεύω, τότε θα ελπίσω στη στεριά ».