«Ο ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΠΕΙΓΕΤΑΙ ΝΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙ
ΣΕ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ
ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΕΠΕΙΓΟΜΑΣΤΕ ΝΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΟΥΜΕ
ΤΟ ΖΕΣΤΟ ΧΡΗΜΑ», ΜΟΥ ΕΙΠΕ, ΚΑΙ
ΤΕΛΙΚΑ ΑΝΤΑΜΕΙΦΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ
ΤΗΣ. ΜΟΝΑΧΑ ΠΟΥ Η ΚΕΝΥΑΤΙΣΣΑ ΟΥΑΝΓΚΑΡΙ ΜΑΑΤΑΪ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ «ΠΡΑΣΙΝΗ» ΟΣΟ ΥΠΑΙΝΙΧΘΗΚΕ ΤΟ ΝΟΜΠΕΛ ΤΗΣ
Το Νόμπελ Ειρήνης κατά καιρούς έχει αμφισβητηθεί έντονα. Έτσι κι αλλιώς, είναι δύσκολο να βρεθεί κάθε χρόνο άνθρωπος που έχει συντελέσει αποφασιστικά, με ίδιες δυνάμεις, στην ειρήνευση κάποιας περιοχής του πλανήτη, από τις πολλές που αιματοκυλιούνται κάθε τόσο. Συχνά έχουν βραβευθεί πολιτικοί που πριν μεταβληθούν σε ειρηνοποιούς είχαν αποφασιστική συμβολή, ίσως και λόγω της θέσης τους, στην πρόκληση εχθροπραξιών, ενώ σε άλλες περιπτώσεις οι βραβευθέντες καλλιτέχνες, διανοούμενοι ή ακτιβιστές είχαν- το λιγότερο- ασαφή σχέση με την υπόθεση της ειρήνης. Τελευταία, κατά έναν ανεπαρκώς αιτιολογημένο τρόπο, η υπόθεση του περιβάλλοντος θεωρήθηκε αξιωματικά συνάδουσα με την ειρήνη. Έτσι, είχαμε πέρυσι τη βράβευση του Αμερικανού πρώην αντιπροέδρου Αλ Γκορ και του ΙΡΡC, μιας χαλαρής αν και αξιόπιστης σύμπραξης χιλιάδων εργαστηρίων, πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και επιστημόνων που ασχολούνται μεταξύ των άλλων με την υπερθέρμανση του πλανήτη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Ωστόσο, η πραγματική τομή είχε γίνει το 2004 με τη βράβευση της Κενυάτισσας Ουανγκάρι Μαατάι, ιδρύτριας του Κινήματος της Πράσινης Ζώνης, μιας γυναικείας Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης που ασχολήθηκε με την αναδάσωση της Κένυας, δεχόμενη υψηλές χρηματοδοτήσεις από το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UΝΕΡ) με έδρα το Ναϊρόμπι.

Θαυμάστρια της Δύσης

Η Μαατάι εξέδωσε πρόσφατα την αυτοβιογραφία της με τον αυτάρεσκο τίτλο Αλύγιστη. Στο βιβλίο φιλοτεχνείται μια προσωπικότητα επιμελής, διαλλακτική, ευγνώμων προς τους διεθνείς οργανισμούς, φιλόδοξη, καλή χριστιανή, πρόθυμη να συγχωρήσει τους πρώην αποικιοκράτες, θαυμάστρια της Δύσης και επικριτική των μετααποικιακών τριτοκοσμικών κυβερνήσεων.

Είχε την καλή τύχη να βρίσκεται, σε όλη τη ζωή της, στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή. Μορφώθηκε σε ιεραποστολικό σχολείο καλογραιών, σπούδασε στο Κάνσας με υποτροφία της κυβέρνησης Κέννεντυ, ενώ επιστρέφοντας στην πατρίδα της προσλήφθηκε στο UΝΕΡ τη δεκαετία του ΄70, μετά τη Διάσκεψη της Στοκχόλμης, όταν άρχισαν να ξεφυτρώνουν ποικίλοι περιβαλλοντικοί θεσμοί. Στην πορεία αυτή- όπως περιγράφεται με ενάργεια στο βιβλίο- αξιοποίησε τις αναπτυξιακές επιλογές της ύστερης αποικιοκρατίας, απέφυγε να εμπλακεί ή έστω να στηρίξει το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των Μάου Μάου και του Γιόμο Κενυάτα και ασπάσθηκε με ενθουσιασμό τους αναπτυξιακούς στόχους του ΟΗΕ και της Διεθνούς Τραπέζης για εκρίζωση της δομικής φτώχειας που είχε επεκταθεί δραματικά στον Τρίτο Κόσμο μετά τις πρώτες «αναπτυξιακές δεκαετίες». Το 1978, όταν τη συνάντησα στο Ναϊρόμπι σε μια από τις πρώτες διασκέψεις διεθνών ΜΚΟ, μου εκμυστηρεύθηκε το σχέδιό της για το Κίνημα της Πράσινης Ζώνης. «Ο Δυτικός Κόσμος επείγεται να επενδύσει σε περιβαλλοντικά προγράμματα και εμείς επειγόμαστε να απορροφήσουμε το ζεστό χρήμα», μου είπε. Θυμάμαι πως την είχα ρωτήσει μήπως προείχε η αναίρεση των επενδύσεων που προκαλούν το οικολογικό πρόβλημα και βαθαίνουν το χάσμα πλουσίων και φτωχών. «Χρειαζόμαστε ανάπτυξη», μου απάντησε, «δεν είναι ώρα για αμφιταλαντεύσεις».

Με το γραφικό τουρμπάνι

Ανταμείφθηκε για τις επιλογές της. Όταν άρχισε η εποχή της Αναπτυξιακής Βοήθειας και, αργότερα, της επισήμως υιοθετημένης στο Ρίο (1992) Βιώσιμης Ανάπτυξης, ήταν παρούσα σε κάθε διεθνή διάσκεψη με την πολύχρωμη ενδυμασία, το ευγενικό χαμόγελο και το γραφικό τουρμπάνι της, δίπλα σε αρχηγούς κρατών και με μια ομάδα ντόπιων γυναικών να φυτεύει δενδρύλλια μπροστά στις κάμερες της τηλεόρασης, ενώ τα ταμ-ταμ και οι τοπικοί χοροί προσέδιδαν χρώμα στην εκδήλωση. Επέδειξε ικανότητες στην απορρόφηση κονδυλίων από τα Ταμεία των διεθνών οργανισμών που δεν έκαναν και πολλές ερωτήσεις για το πού κατευθύνονται οι πόροι τους. Υποστηρίχθηκε από φεμινιστικές, περιβαλλοντικές, ειρηνιστικές οργανώσεις. Λίγο προ της Διάσκεψης στο Ρίο, μου είχε εξομολογηθεί ότι η οργάνωσή της ασχολείτο πλέον με την ευαισθητοποίηση των γυναικών της Κένυας. «Και από δένδρα πώς πάτε;», είχα τολμήσει να ρωτήσω. «Θα έρθουν κι αυτά», ήταν η χαμογελαστή απάντησή της.

Ας μην παρεξηγηθούμε: Όλα αυτά είναι χρήσιμα και ίσως απαραίτητα για το μέλλον του πλανήτη, γι΄ αυτό πολύ καλά κάναμε και την καλέσαμε και στην Ελλάδα. Μόνο που δεν είναι αρκετά. Αντίθετα, συχνά συντελούν στη δημιουργία της εντύπωσης ότι πράξαμε ήδη το καθήκον μας, όταν η ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση συνεχίζει απρόσκοπτα την πορεία της. Γι΄ αυτό, η λήξη της υπουργικής θητείας της Μαατάι και η απονομή του Βραβείου Νόμπελ δεν βρίσκουν τον πλανήτη ειρηνικότερο ούτε πιο πράσινο ούτε κοινωνικά δικαιότερο. Το ίδιο ισχύει και για τη χώρα της. Η περιβαλλοντική και κοινωνική δικαιοσύνη θα απαιτούσε μια πραγματική επανάσταση στον τρόπο παραγωγής, όπως έλεγαν και οι παλαιότεροι.

Χωρίς αιχμές και τομές αλλά καλά μεταφρασμένο, το βιβλίο της Μαατάι προσφέρεται για πολλαπλά συμπεράσματα, όσον αφορά το ξέπλυμα των μετααποικιακών ενοχών της Δύσης. Πολλοί καλόπιστοι, μεταξύ τους και εγώ, πανηγύρισαν για το πρώτο «πράσινο» Νόμπελ. Άλλοι, κακεντρεχείς, για την ενσωμάτωση στους θεσμούς της ριζοσπαστικής οικολογικής σκέψης. Οι σοφότεροι, ιδίως αν διαβάσουν την Αλύγιστη, θα μείνουν με μια γλυκόπικρη γεύση διερωτώμενοι κατά πού πάμε, αν όχι από πού ερχόμαστε.

Wangari Μuta Μaathai

ΑΛΥΓΙΣΤΗ

ΜΤΦ. ΑΛΕΞΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ, ΕΚΔ. ΩΚΕΑΝΙΔΑ, 2008 ΣΕΛ. 454, ΤΙΜΗ: 20 ΕΥΡΩ