«ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ
ΠΟΥ ΜΑΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΕΙ
ΕΙΝΑΙ,
ΕΥΤΥΧΩΣ,
ΜΟΝΟΝ Ο
ΦΛΟΙΟΣ.
ΣΤΟΝ ΚΑΡΠΟ
ΥΠΑΡΧΕΙ
ΦΩΣ»
ΣΗΜΕΙΩΝΕΙ Η
ΒΕΡΟΝΙΚΗ
ΔΑΛΑΚΟΥΡΑ
Γενέτειρα: Αθήνα 1952. Σπουδές/ Σταδιοδρομία: Σπουδάζει Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ανθρωπογεωγραφία στο Μονπελιέ της Γαλλίας. Εργάζεται ως δικηγόρος και μεταφράστρια. Έχει αποδώσει με τέχνη και ακρίβεια έργα των Σταντάλ, Μπαλζάκ, Φλωμπέρ, Μπωντλαίρ, Ζιντ, Ανρί Μισώ, Σ. Εξυπερύ, Ανρί ντε Μοντερλάν, Κόρσο, Φερλινγκέτι, κ.ά.

Το γνωρίζατε; Θέμα του διδακτορικού της ήταν η εγκατάσταση των προσφύγων της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Ανατολικής Θράκης στον ελλαδικό χώρο μετά την «Καταστροφή» και οι σχέσεις τους με τον γηγενή πληθυσμό- ο βαθμός αφομοίωσής τους στις τοπικές κοινότητες και τα προβλήματα που αναπόφευκτα δημιούργησε η μαζική αυτή μετακίνηση. Για τις ανάγκες της έρευνάς της διέσχισε τον χειμώνα του 1980 (με λεωφορείο) όλη τη Μακεδονία και συνομίλησε με 500 και πλέον πρόσφυγες της πρώτης και της δεύτερης γενιάς. Η λεπτομερής καταγραφή των επώδυνων και πολύπλευρων εμπειριών τους πρόσφερε στη Δαλακούρα πολύτιμο υλικό, πάνω στο οποίο συγκροτήθηκε ο πυρήνας της σημαντικής της μελέτης.

Εκλεκτικές συγγένειες: Η καταλυτική επίδραση του Ρεμπώ (τον οποίον έχει μεταφράσει εξαιρετικά), του Ώντεν και του Ντύλαν Τόμας στη διαμόρφωση της ποιητικής της φυσιογνωμίας είναι φανερή. Όπως επίσης, στην πρώτη φάση της ποίησής της, και η δημιουργική της συνομιλία με τους Έλληνες υπερρεαλιστές (Εμπειρίκος, Εγγονόπουλος). Στην πιο ώριμη περίοδο της δουλειάς της, η Δαλακούρα δείχνει να συγκινείται από τις «χαμηλές φωνές» του Μεσοπολέμου (ποιητές που τόσο αγάπησε και ανθολόγη- σε κάποτε και ο Μανόλης Αναγνωστάκης), φωνές όπως αυτές του Φιλύρα, που πάνω τους αντηχεί η δικιά της, εντελώς ιδιότυπη και προσωπική, ποιητική μελωδία.

Κριτική ετυμηγορία:Η ποίηση για τη Δαλακούρα είναι το μέσον εκείνο που της επιτρέπει να ακινητοποιήσει και να μορφοποιήσει τη φευγαλέα, ανολοκλήρωτη, και εν πολλοίς εχθρική, εικόνα της ζωής. Η γλώσσα, αν και εύθραυστη και ρευστή, της δίνει τη δυνατότητα να οικοδομήσει πάνω στα ερείπια μιας φθαρμένης, γεμάτη ακυρώσεις και διαψεύσεις, καθημερινότητας το ονειρικό της αρχιτεκτόνημα- αρχιτεκτόνημα που μπορεί να υποδεχτεί και να στεγάσει το τραυματισμένο της εγώ και να της επιτρέψει ν΄ αναφωνήσει (ως άλλος Ρεμπώ), «υπάρχω μέσα από τη γνώση των αισθήσεων». Βαθιά λυρική και προσωπική, η ποίησή της θέλγει με το πάθος, αλλά και την αντισυμβατικότητά της. Βιβλιογραφία: Ποίηση ΄67 ΄72, Η παρακμή του έρωτα («Διογένης», 1976), Ο ύπνος (Νεφέλη, 1982), Το παιχνίδι του τέλους (διηγήματα, Νεφέλη, 1988), Μέρες ηδονής (Φόρμα, 1990), Άγρια αγγελική φωτιά (Άγρα, 1997), Ο πίνακας του Χόντλερ (διηγήματα, Άγρα, 2001), 26 ποιήματα (Άγρα, 2004). Στίχοι: «… Σκόρπιες λέξεις, παραβιάσεις,τραντάγματα καρδιάς, μια γενικότερη αταξία, κι Εκείνη, που άξεστη και θλιβερή, χτυπώντας με στο πρόσωπο, δαγκώνει τα χείλη μου αναζητώντας τι;/ “ Μητέρα ”, ψελλίζω κατάκοπη, “ δεν φταίω εγώ αν χάθηκα σε κόκκινη ομίχλη. Δες! ”/ Αυθυπαρξία μοναδική ».