Oι ιοί της ηπατίτιδας Β και της ηπατίτιδας C αποτελούν τις συχνότερες αιτίες χρόνιας λοίμωξης του ήπατος παγκοσμίως. Η σημασία τους ως παραγόντων νοσηρότητας και θνησιμότητας είναι μεγάλη, αφού λοιμώξεις και από τους δύο ιούς σχετίζονται, σε διαφορετικό ποσοστό, με την ανάπτυξη κίρρωσης του ήπατος ή/και ηπατοκυτταρικού καρκίνου.

Και οι δύο ιοί μεταδίδονται με μολυσμένο αίμα- από μεταγγίσεις, μολυσμένες βελόνες συριγγών σε χρήστες ναρκωτικών, μολυσμένα οδοντιατρικά εργαλεία, μολυσμένα εργαλεία για τατουάζ ή κοσμητικό τρύπημα (tattoo ή piercing)- καθώς και με τη σεξουαλική επαφή (ιδιαίτερα η ηπατίτιδα Β). Υπάρχει επίσης η επονομαζόμενη «κάθετη μετάδοση», δηλαδή η μετάδοση των ιών από την έγκυο μητέρα στο έμβρυο. Αυτά τα δύο είδη ιογενούς ηπατίτιδας είναι δυνατό να παρουσιαστούν με διάφορες μορφές. Έτσι, μετά τη μετάδοσή τους οι ιοί μπορεί να προκαλέσουν κεραυνοβόλο ηπατίτιδα (λέγεται έτσι διότι προκαλεί απότομα, βαρύτατα συμπτώματα) είτε οξεία ηπατίτιδα, με ή χωρίς ίκτερο (κίτρινη χροιά δέρματος και βλεννογόνων).

Συνήθως η οξεία ηπατίτιδα χαρακτηρίζεται από μη ειδικά συμπτώματα (δηλαδή από κακουχία, ναυτία, αδυναμία, μυαλγίες, γαστρεντερικά ενοχλήματα και, ίσως, χαμηλό πυρετό) και κατόπιν ακολουθεί η εμφάνιση ίκτερου (ύστερα από μερικές ημέρες). Όταν απουσιάζει ο ίκτερος, κάτι που συμβαίνει συχνά, ο ασθενής μπορεί και να θεωρήσει τη λοίμωξη απλό κρυολόγημα και να μην προσφύγει σε ιατρό. Τόσο για την ηπατίτιδα Β όσο και για την ηπατίτιδα C, η θεραπεία κατά την οξεία φάση συνήθως είναι υποστηρικτική και όχι κατά των ιών. Αφού περάσει η οξεία φάση της ασθένειας, ο ιατρός πρέπει να ελέγχει την ηπατική λειτουργία του ασθενούς και να χορηγεί τα κατάλληλα φάρμακα όταν διαπιστώνει ότι η νόσος δείχνει σημεία ενεργού χρονιότητας. Το εμβόλιο για την ηπατίτιδα Β αποτελεί σημαντικό όπλο εναντίον της νόσου.

Ο Ματθαίος Φαλάγγας είναι επίκουρος καθηγητής Παθολογίας- Λοιμωξιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τufts, στη Βοστώνη.