ΚΡΥΒΕΙ ΠΑΝΤΑ ΕΝΑ ΑΣΤΕΙΟ ΣΤΟΝ ΤΟΝΟ ΤΗΣ
ΦΩΝΗΣ ΤΟΥ ΚΕΡΔΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΗΣ
ΚΩΜΩΔΙΑΣ, ΕΝΩ ΚΑΤΑ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΑ ΕΦΟΡΜΑ
ΚΑΙ ΣΕ ΔΡΑΜΑΤΑ ΜΕ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΑΠΟΠ
ΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Πόσες διαδοχικές εκπλήξεις, πόσους αντίθετους χαρακτήρες μπορεί να παίξει το ίδιο πρόσωπο, όσο ταλαντούχος ηθοποιός κι αν είναι; Ο Γιάννης Μπέζος στην εικοσιπεντάχρονη πορεία του φαίνεται να έχει αγγίξει τα όριά του. Πρωταγωνιστής σε μιούζικαλ, επιθεώρηση, δράμα, ηθογραφία, κλασική κωμωδία, αρχαίο δράμα και ταυτόχρονα τηλεοπτική περσόνα σε πάσης φύσεως ρόλους και σίριαλ. Ευτυχώς γι΄ αυτόν οι επιτυχίες του δεν τον φθείρουν με την εμπορικότητά τους και οι ισορροπίες δεν χάνονται.

Φέτος, διόλου συμπτωματικά, ενώ απολαμβάνει την επιτυχία της τηλεοπτικής σειράς «Ήρθε κι έδεσε», ανεβάζει τον πήχυ για πιο ζόρικες θεατρικές επιδόσεις. Παραγωγός, θιασάρχης πολυμελούς θιάσου, σκηνοθετεί και παίζει στην κλασική κωμωδία «Τα παντρολογήματα», του Γκόγκολ, που ανεβαίνει στο Θέατρο Τέχνης της οδού Φρυνίχου στην Πλάκα, για λίγους μήνες (δηλαδή, στην καλύτερη περίπτωση, χωρίς κέρδη).

«Είναι πάρα πολύ γοητευτικό πράγμα να ακούς το γέλιο στην πλατεία και να βλέπεις τον κόσμο να φεύγει μια ευφρόσυνη διάθεση. Στις κλασικές κωμωδίες αυτή η διάθεση αποκτά ένα άλλο βάθος. Γι΄ αυτό αγαπώ τα έργα ρεπερτορίου. Γι΄ αυτό και επέλεξα τα «Παντρολογήματα», παίρνοντας όλα τα ρίσκα του παραγωγού και του σκηνοθέτη, ώστε να μη χρειαστεί να διεκδικήσω αυτό που θεωρώ αυτονόητο και που έχει να κάνει με επιλογές ηθοποιών, συντελεστών, σκηνικών κ.λπ. Στην παράσταση κρατάω την εποχή (αρχές του 19ου αιώνα). Στοιχίζει λίγο παραπάνω, αλλά πιστεύω πως τα έργα δικαιώνονται και αποκαλύπτονται καλύτερα μέσα από την εποχή τους. Η εποχή που φτιάχνεις σε μια παράσταση δημιουργεί μια ψευδαίσθηση χρόνου στους θεατές, οι οποίοι με τη δική τους πια φαντασία επεξεργάζονται όλα τα στοιχεία που παίρνουν. Τα μεγάλα έργα είναι «παντός καιρού». Έχουν την ιδιότητα από το βάθος του χρόνου να μας φανερώνουν συμπεριφορές πολύ σημερινές. Γιατί οι ουσιαστικές ανθρώπινες αδυναμίες και τα προτερήματα δεν αλλάζουν».

Ο Νικολάι Βασίλιεβιτς Γκόγκολ (18091852) είχε μιαν απαράμιλλη ικανότητα να συμπλέκει, με ρεαλισμό και μελαγχολικό χιούμορ, απλά θέματα. Ο Ντοστογιέφσκι έλεγε για εκείνον: «Όλοι εμείς βγήκαμε από το «Παλτό» του Γκόγκολ».

«Είναι μια ιδιότυπη περίπτωση συγγραφέα, που μιλάει με χιούμορ για μια θλιβερή πραγματικότητα», λέει ο Γιάννης Μπέζος. «Η λοξή του ματιά μέσα σ΄ έναν υποτιθέμενο ρεαλισμό, με τη μορφή φάρσας κάνει το έργο πολύ επίκαιρο. Όπως είναι η εξάρτηση από το χρήμα και ο ακραίος μιμητισμός προς την κοινωνία της Δυτικής Ευρώπης. Είναι η εποχή που η Ρωσία μαϊμούδιζε, κάτι που έπαθε και η Ελλάδα με την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Βέβαια, όλα αυτά περνάνε με ένα υποδόριο χιούμορ και με μια αίσθηση κωμικού- την έκθεση των ηρώων του στη γελοιοποίηση- που συνδέεται υπόγεια με τον Μολιέρο. Είναι μιά τολμηρή σάτιρα γεμάτη «ρωγμές»».

Ένα αναποφάσιστο γεροντοπαλίκαρο (Στέλιος Μάινας), με ανύπαρκτη ερωτική ζωή, πιέζεται από τον φρεσκοπαντρεμένο φίλο του (Γιάννη Μπέζο), να ζητήσει σε γάμο την κόρη ενός εύπορου εμπόρου (Ναταλία Τσαλίκη). Στο σαλόνι της έχουν μαζευτεί κι άλλοι γαμπροί, κάτι γελοίοι τύποι, όχι όμως καρικατούρες. Εκεί ζωντανεύει ένας ολόκληρος κόσμος, που όσο παλιός κι αν είναι έχει μέσα του κάτι γνωστό, σημερινό, αιώνιο. Έπειτα από αλλεπάλληλες παρεξηγήσεις και ανατροπές, αποχωρούν οι

Αισθάνομαι αμήχανα να βγαίνω στην τηλεόραση και να υποδύομαι πως είμαι αστείος

άλλοι υποψήφιοι και μένει, ως επικρατέστερος, ο αρχικά αναποφάσιστος μνηστήρας, που κυριεύεται από τρόμο και το σκάει από το παράθυρο.

Ο φόβος του σκηνοθέτη είναι να μη διολισθήσει η παράσταση στη φάρσα. «Το εύκολο γέλιο είναι μια παγίδα στημένη από τον ίδιο τον συγγραφέα», λέει ο Γιάννης Μπέζος. «Κι αυτό όμως εντάσσεται στη λοξή ματιά με την οποία βλέπει τον κόσμο. Δυσβάσταχτο για τον ίδιο, αλλά πολύ αστείο για μας. Η παράστασή μας θα προσπαθήσει να αποκαλύψει στα μάτια των θεατών την επιθυμία του Γκόγκολ για κοινωνική κριτική με παρονομαστή το γέλιο, μέσα από τη γελοιοποίηση των ηρώων του».

 info

«Τα παντρολογήματα» του Γκόγκολ. Πρεμιέρα 25 Ιανουαρίου, στο Θέατρο Τέχνης (Φρυνίχου 14, Πλάκα)