Ο μεγάλος κλασικός με το ελληνικό φορτίο


Στον μοναδικό ζωγράφο που κατέκτησε εν ζωή τον τίτλο του κλασικού, τον Γιάννη Μόραλη, αφιερώνεται η πρώτη μονογραφία του 2007 στο πλαίσιο της σειράς «Οι μεγάλοι Έλληνες ζωγράφοι»
Η ακρίβεια των σχεδίων του είναι απαράμιλλη. Η λάμψη του μαύρου και η εγκράτεια των χρωμάτων του απόλυτα αναγνωρίσιμες. Η τρυφερότητα και η ευγένειά του υποδειγματικές. Στον αιώνα της ρήξης με το κατεστημένο, ο ζωγράφος Γιάννης Μόραλης, γεννημένος στην Άρτα το 191 6, κυριαρχεί. Επί εξήντα χρόνια ποτέ δεν εγκατέλειψε τη ζωγραφική, δεν υποτάχθηκε στον νέο ακαδημαϊσμό της κατάργησης της ανθρώπινης μορφής, και κατ΄ ακολουθίαν αντιστάθηκε στην κατάργηση της αξίας του ανθρώπου.

Είναι ο κατ΄ εξοχήν εκπρόσωπος των αναζητήσεων της γενιάς του ΄30 που επιδίωξε να εκφράσει με τη γλώσσα της σύγχρονης εποχής όλο το βαρύ και πλούσιο φορτίο τού να είσαι Έλληνας, με την κληρονομιά της ένδοξης αρχαιότητας και του Βυζαντίου αλλά και γαλουχημένος στην ιδιαίτερη ποιότητα της φύσης, του φωτός, της ιδιοσυγκρασίας των συναισθημάτων και στοχασμών που εκφράζουν τη συνέχεια και το σήμερα. Ο Μόραλης αντιμετωπίζει ένα διαχρονικό πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης, το τραγικό συναίσθημα του θανάτου, που είναι κοινή μοίρα όλων, τον φόβο του θανάτου. Βρίσκει τον τρόπο να γαληνέψει την ψυχή και να μεταφέρει αυτή την παραδοχή στον θεατή. Σε κάθε πίνακα νιώθεις την πληρότητα της στιγμής.

Το μυστικό του. Ο Μόραλης στη ζωή και στο έργο του επιδιώκει να ζει την κάθε στιγμή στο έπακρο σαν να ήταν η πρώτη και η τελευταία μαζί, με την επίγνωση ότι είναι ένας απλός άνθρωπος και όχι θεός. Κι αυτό του δίνει κέφι, χιούμορ και σφρίγος αξιοθαύμαστο, δύναμη προώθησης. Ζωγραφίζει από μικρό παιδάκι. Στα δεκαέξι του μπήκε στη Σχολή Καλών Τεχνών και ήδη στα δεκαεπτά εισέπραξε την πρώτη ενθουσιώδη κριτική για το έργο που εξέθεσε στην έκθεση των σπουδαστών της σχολής που έμελλε να γίνει το σπίτι του. Νεώτατος, 30 χρόνων μετά τις σπουδές στο Παρίσι και τα ταξίδια στην Ιταλία, άρχισε να διδάσκει στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου παρέμεινε 47 ολόκληρα χρόνια «διδάσκων αλλά και αεί διδασκόμενος» από τις γενιές των νέων καλλιτεχνών.

Πιστεύει ότι ο δάσκαλος είναι το ακόνι. Διδάσκει τη συνέπεια, τη μέθοδο, δίνει ουσιαστικά εφόδια στους φοιτητές ώστε να εκφρασθούν ελεύθερα. Ταυτοχρόνως προχωρεί και ο ίδιος μεθοδικά τη δουλειά του, από την ακαδημαϊκή ρεαλιστική ζωγραφική του ΄30 προς μια πιο αφαιρετική μετά το ΄50 και την αποδόμηση και οριακή σχηματοποίηση των μορφών τα τελευταία χρόνια, ενώ αντίστοιχα γίνεται πιο λιτή η πολυγνώτεια παλέτα των βασικών χρωμάτων του. Παράλληλα από το 1950 και εξής συνεργάζεται με τους άριστους του καιρού του: τον Μάνο Χατζιδάκι και τη Ραλλού Μάνου στο Ελληνικό Χορόδραμα όπου κάνει κοστούμια και σκηνικά, τον Κάρολο Κουν στο θέατρο, με τον Οδυσσέα

ΙΝFΟ

Ο 17oς τόμος της σειράς Έλληνες Ζωγράφοι, «Γιάννης Μόραλης» κυκλοφορεί αύριο στην τιμή των 6,5 ευρώ.

Ελύτη και τον Γιώργο Σεφέρη στην εικονογράφηση βιβλίων, σε εξώφυλλα δίσκων, το ΄61 στον γλυπτό διάκοσμο του ξενοδοχείου Χίλτον. Πρόσφατα (2000-1) κόσμησε με κεραμικές συνθέσεις του τον Σταθμό Πανεπιστημίου του Μετρό.

Ο καλλιτέχνης ζει απλά, σ΄ ένα μικρό διαμέρισμα στην Αθήνα, και ζωγραφίζει τα έργα του έπειτα από προσεκτικό σχεδιασμό και εκατοντάδες προσχέδια και μελέτες, όρθιος στο μεγάλο εργαστήριό του στην Αίγινα. Αντοχή, ποιότητα, αλήθεια, δύναμη, γαλήνη, διαύγεια, απλότητα, ομορφιά καθορίζουν το έργο του, όπου ο έρωτας ως καθολική αξία της ζωής είναι καθοριστικός. Ουδέποτε όμως υποσκελίζει το πρωταρχικό αίτημα του καλλιτέχνη να είναι ελεύθερος. Ο νους , η βούληση, η γραμμή έχουν τον πρώτο λόγο.

Τρία «κλειδιά» για το έργο του


Άγγελος: Θέμα- κλειδί που απαντά συχνά στα έργα του Μόραλη ο φτερωτός άγγελος, είναι ο αγγελιαφόρος του Έρωτα της γέννησης, το έμβλημα των τεχνών- ποίηση, μουσική, θέατρο, χορός – που απασχόλησαν τον καλλιτέχνη. Είναι όμως και άγγελος ψυχοπομπός που εξορκίζει τον φόβο του θανάτου και οδηγεί το πνεύμα γαλήνια στην άλλη όχθη.

Ανθρώπινη μορφή. Πρωταγωνιστεί στον καμβά του καλλιτέχνη από τα πρώτα νατουραλιστικά έργα του ώς τα πρόσφατα επίπεδα γεωμετρικά. Το σώμα- ιδιαίτερα της γυναίκας- ντυμένο, ημίγυμνο ή γυμνό, όρθιο, καθιστό ή πλαγιαστό, με τις ιδιαίτερες καμπύλες, είναι το αληθινό αλφαβητάρι με το οποίο ο καλλιτέχνης γράφει και μεταδίδει όσα θέλει να πει.

Η σύνθεση των σχημάτων γίνεται με τρόπο που ακόμη και ο αμύητος θεατής να αντιλαμβάνεται άμεσα το θετικό και το αρνητικό σήμα που εκπέμπουν από την έλξη, την ένωση, την πληρότητα, τη ρέμβη, ώς τη σύγκρουση, την απώθηση, την απόσταση, την άνοδο, την πτώση. Γι΄ αυτό και η σιωπηλή ζωγραφική του μπορεί να επικοινωνεί με πανανθρώπινους κώδικες σε ευρύτατα στρώματα.

ΕΙΠΕ: «Ζηλεύω τα παιδικά σχέδια»


 «Δεν έχω φτιάξει ποτέ αυτά τα αγνά αριστουργηματικά σχέδια που ζωγραφίζουν τα παιδιά και λυπάμαι. Σε παιδικές εκθέσεις πραγματικά ζηλεύω».

 «Καλλιτέχνης είναι εκείνος που δουλεύει με την καρδιά, με το μυαλό και με το χέρι. Τεχνίτης είναι εκείνος που δουλεύει με το μυαλό και το χέρι. Εργάτης είναι εκείνος που δουλεύει με το χέρι. Εγώ δεν ξεκινώ από τη θεωρία. Ούτε θέλω να ενταχθώ σε ομάδα. Εγώ ήθελα πάντοτε να είμαι ελεύθερος».

 «Μια φράση του Κορό είναι το μότο μου: Καλύτερα να μην είμαι τίποτα, παρά να είμαι η ηχώ των άλλων».

«Αυτό που μ΄ ενοχλούσε πάντα ήταν το: ελληνική τέχνη κατόπιν αποφάσεων! Ποια ελληνικότητα; Είναι οι μνήμες και τα βιώματα ενός ανθρώπου που έζησε σ΄ αυτούς τους χώρους, που βγαίνουν υποσυνείδητα και εκφράζονται με τον σύγχρονο τρόπο».

 «Στη ζωγραφική, όπως και στη μουσική και σ΄ όλες τις τέχνες, υπάρχει το αστάθμητο στοιχείο, το μυστήριο. Αυτό παλεύεις να το συλλάβεις και να το εκφράσεις».

 «Είναι λάθος να επεξηγώ ή να περιγράφω τα έργα μου, διότι νιώθω ότι τα μικραίνω. Θέλω να είναι, όπως κι εγώ, ελεύθερα. Έτσι θέλω να νιώθει κι ο θεατής ελεύθερος να τα δει όπως επιθυμεί».