Μάλιστα! Νικόλ Κίντμαν μιμείται Νικόλ Κίντμαν και ο κάποιος σκηνοθέτης και αντιγραφέας Στίβεν Σάινμπεργκ ταυτίζει τη Βιρτζίνια Γ ουλφ με την περίπτωση της θρυλικής Αμερικανίδας φωτογράφου Ντιάν Άρμπους (1923-1971). «Το πορτρέτο», δηλαδή «Fur», δηλαδή «γούνα», μοιάζει με θαμπό copy paste από «Ώρες»
Κάηκε η γούνα τους. Η χρονιά των μεγάλων, εκκωφαντικών αποτυχιών. Βάλτε τα κάτω. Μπράιαν Ντε Πάλμα και «Μαύρη ντάλια». Όλιβερ Σ τόουν και «Δίδυμοι πύργοι». Γούντι Άλεν και «Scoop». Νιλ ΛαΜπιούτ και «Στοιχειωμένο σκιάχτρο». Από κοντά και οι big stars.

Σκάρλετ Τζόχανσον, αόρατη και στην «Ντάλια» και στο «Ρrestige».

Νίκολας Κέιτζ ασώματος κεφαλή στους «Πύργους».

Νικόλ Κίντμαν να βγαίνει από τις «Ώρες» και να μπαίνει στο «Πορτρέτο» χωρίς ν΄ αλλάζει έστω το μικρό της μαντιλάκι.

Εκ πρώτης όψεως, ταινία. Εκ δευτέρας, κόλπο παραγωγής και σκηνοθεσίας. Με την εξής διαδικασία: ένα μεγάλο όνομα ως κράχτης, ένα δεύτερο μικρότερο- του Ρόμπερτ Ντάουνι τζούνιορ- ως γούνα και από εκεί και πέρα γαία πυρί μειχθήτω. Από εκεί και πέρα το ντουβάρι. Όχι ένα, αλλά τέσσερα παρακαλώ! Όσοι και οι τοίχοι ενός εσωτερικού χώρου. Η κατάληξη το ακριβώς αντίθετο από την ιδεολογική επιδίωξη. Κατά σειράν: από ασφυξία πάσχει το περιβάλλον, ασφυξία παράγει και η ταινία. Μουχλιασμένη η ανώτερη νεοϋορκέζικη

Η ταινία «Μια νύχτα στο μουσείο» προβάλλεται από την Πρωτοχρονιά. Οι υπόλοιπες ταινίες θα προβάλλονται από αύριο Πέμπτη

κοινωνία, μούχλα αποπνέει και η σκηνοθεσία. Αγκυλωμένη η οικογένεια, αγκυλωμένη και η ματιά του Στίβεν Σάινμπεργκ. Θα τρίζουν ακόμα και τα κόκαλα της φωτογραφικής μηχανής της νεκρής!

Το εξηγώ συνοπτικά για να αποκαλύψω τη διαφορά. Εκεί γύρω στα μισά της δεκαετίας του πενήντα, η Ντιάν που δρασκέλιζε τα τριάντα αποφασίζει να διαπράξει σάλτο μορτάλε και να δραπετεύσει από την κοινωνική μούχλα της ανώτερης νεοϋορκέζικης κοινωνίας, από το πρωτόκολλο της οικογένειας, τις ασφυκτικές υποχρεώσεις μιας μητέρας και από τη σκιά ενός ευγενικού αλλά συμβατικού συζύγου. Μέχρι τότε- εκτός από κουζίνα, κρεβατοκάμαρα και τραπεζαρία- υπήρχε και ως κοντάρι του άντρα της, διάσημου φωτογράφου διαφημίσεων και μοντέλων, δουλεύοντας σε στούντιο με στημένες πόζες. Μπουχτισμένη από τόνους σοβαροφάνειας και μπαϊλντισμένη από το αποστειρωμένο κοινωνικό, οικογενειακό και εργασιακό περιβάλλον, βρίσκει διέξοδο στο περιθώριο και το διαφορετικό. Από το καθαρό στο βρώμικο. Από τα σαλόνια στα πεζοδρόμια. Από την ομορφιά στην ασχήμια.

Εν ολίγοις, από μια συνηθισμένη (καθυστερημένη) επανάσταση ενός πλουσιοκόριτσου προκύπτει μια θρυλική φωτογράφος. Γνωστή η διαδρομή. Συμβαίνουν και στις καλύτερες αθηναϊκές οικογένειες. Άλλες με γκουρού στην Ινδία. Άλλες με αναρχικούς στα Εξάρχεια. Και άλλες, οι ταλαντούχες , ταγμένες για καλλιτεχνική δημιουργία. Έτσι, με τη μηχανή στους ώμους σουλατσάρει στα απαγορευμένα σοκάκια και στα σκοτεινά στέκια, απεικονίζοντας ανθρώπινα «τέρατα» μιας άλλης Αμερικής. Έτσι, «ζωγραφίζει» με τη μηχανή της τον «Εβραίο γίγαντα» Έντι Καρμέλ, ύψους 2.41 και βάρους 224 κιλών . Έτσι, ως ιέρεια, μούσα και φωτογράφος μιας Πινακοθήκης Τεράτων , έγραψε και έμεινε στην Ιστορία!

Γ ια να μην σας τρώω τον πολύτιμο χρόνο σας, η περίπτωσή της είναι πρώτης τάξεως ευκαιρία για μια συναρπαστική βιογραφία. Αμ δε! Διότι ο Σάινμπεργκ- είτε λόγω περιορισμένης οικονομικής ευεξίας είτε βολικής και εύκολης σκηνοθετικής διαχείρισηςκαταφεύγει

«Το πορτρέτο: Η αλλόκοτη ματιά της Ντιάν Άρμπους»

Ούτε ματιά, ούτε Άρμπους Η Πεντάμορφη και το Τέρας Από τις πανάκριβες γούνες του

μπαμπά

Σ το πυκνό τρίχωμα του Αρσενικού

ΒΑΘΜΟΙ = 3

(μαδημένη γούνα)

σε μια φανταστική βιογραφία, με φανταστικά πρόσωπα και επινοημένους χαρακτήρες. Η δικαιολογία γι΄ αυτή την αντιστροφή (καλύτερα διαστροφή) είναι συνηθισμένη και άκρως ελληνική. Να δείξουμε (λέει, πλαγίως, ο ποιητής) την αλήθεια. Το κίνητρο δηλαδή που την πέταξε από το ρετιρέ στα υπόγεια. Ποιο ήταν αυτό; Μα, φυσικά, ένα (φανταστικό) Αρσενικό. Ποιο; Ένα δασύτριχο (μέχρι τα αυτιά) Αρσενικό, με το όνομα Λάιονελ (Ρόμπερτ Ντάουνι τζούνιορ). Που πά΄ να πει Λιοντάρι. Που πά΄ να πει Ο Βασιλιάς της Ζούγκλας. Που πά΄ να πει Ζώο. Που πά΄ να πει Ένστικτο. Που πά΄ να πει θηριώδες, θυμωμένο, ορθωμένο πέος. Που πά΄ να πει «Η πεντάμορφη και το τέρας» σε Αναγνωστικό της Α΄ Δημοτικού. Εδώ είναι που λένε «καλά, δεν ήξερε από Ζιλέτ; Ας ρώταγε!».

Με δυο λόγια: Τ ο 1958, σε μεσοαστική κατοικία της Νέας Υόρκης, η Ντιάν Άρμπους, κόρη μεγαλέμπορου γούνας, εκτός από καλή νοικοκυρά και αφοσιωμένη μητέρα βοηθάει και τον επαγγελματία φωτογράφο σύζυγό της. Ώσπου ένα βράδυ εντελώς τυχαία βρίσκεται σε διπλανό διαμέρισμα ενός δυστυχισμένου και παραμορφωμένου πλάσματος. Από την κορυφή της κεφαλής μέχρι το τελευταίο νυχάκι των κάτω άκρων του, τυλιγμένος σε τρίχες διαστάσεων ζώου. Γοητευμένη από το «τέρας» αρχίζει να φλερτάρει με μια συναρπαστική ιδέα. Να φύγει από τις στημένες πόζες και το αποστειρωμένο περιβάλλον και να δημιουργήσει εμπνεόμενη από τα σκουπίδια!