«Πρέπει να πέσουν μερικά γιαούρτια»: τίτλος – και το πνεύμα –

συνέντευξης του Γιώργου Κιμούλη που διάβασα στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία».

Πριν απ’ την πρεμιέρα του «Οιδίποδά» του στην Επίδαυρο.

Μην το λέτε, μην το λέτε…

Διότι έτσι και μας βάλετε την ιδέα…


Το έργο του Μπάμπη Τσικληρόπουλου «Ωχ τα νεφρά μου» (1993) θα σκηνοθετήσει

η Ελένη Γερασιμίδου (φωτογραφία) στο θέατρο «Ροές» που θα τη φιλοξενήσει το

χειμώνα – ως παράσταση της Δεύτερης Σκηνής του θιάσου. Στη διανομή που

συμπληρώνεται, Αντώνης Ξένος, Κατερίνα Νικολοπούλου, Φωκίων Ζαρίκος.

H καλή ηθοποιός, όμως, δε θα απουσιάσει κι απ’ το σανίδι: θα

πρωταγωνιστήσει στο έργο του Ισπανού Μιγκέλ Μιούρα «Ροδάκινο κομπόστα» (τίτλος

προσωρινός) που θα παρουσιαστεί στην πρώτη Σκηνή σε μετάφραση – σκηνοθεσία

Λευτέρη Γιοβανίδη.

Μαζί της, Κοσμάς Ζαχάρωφ, Μαρία Κανελλοπούλου, Πάνος Χατζηκουτσέλης,

Νίκος Κάπιος – η διανομή δεν έχει ολοκληρωθεί.

Μιγκέλ Μιούρα – φέτος είναι η επέτειος των εκατό χρόνων απ’ τη γέννησή

του – έχει πρωτοπαρουσιάσει στην Ελλάδα – «Μαριμπέλ και η παράξενη οικογένεια»

– το 1961 – ’62 ο Μάνος Κατράκης με το «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρό» του και την

Μαίρη Αρώνη στο «Καλουτά». Ενώ Μιούρα έχουν ανεβάσει επίσης, το 1975-76, στο

«Αμιράλ», ο Κώστας Μπάκας – το «Τρία ψηλά καπέλα» για την Σμαρούλα Γιούλη και

τον Θύμιο Καρακατσάνη – και το ’76 – ’77, στο τότε «Όρβο», ο Γιώργος

Χριστοδουλάκης – το «Στούπσι» για την Άννα Φόνσου.

«Παιχνίδια διχασμού και… εγκυμοσύνης». Την είδατε την τσέχικη την

ταινία του Γιαν Χρέμπεκ, σε σενάριο του Πετρ Γιαρκόφσκι από μια νουβέλα του;

Στο DVD που μοιράζαμε προ ολίγων ημερών; Χι, χι, χι…

Όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή…

Μακράν. Πολύ μακράν του «μέσου όρου» του νέου Έλληνα ηθοποιού. Ο

Αιμίλιος Χειλάκης.

Παρακολουθώ, εδώ και τριάντα πέντε, πάνω – κάτω, χρόνια, τους

καινούργιους ηθοποιούς μας που πατούν το σανίδι. Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Ακόμα και με περιέργεια θα έλεγα – να δω πώς θα εξελιχθούν.

Έχω δει να γεννιούνται μεγάλα τάλαντα. Απ’ την Λυδία Κονιόρδου και τον

Κωνσταντίνο Κωνσταντόπουλο και την Έλντα Πανοπούλου και την Αμαλία Μουτούση

και την Μάνια Παπαδημητρίου και την Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου και… και…

μέχρι την Άννα Μάσχα και τον Χρήστο Λούλη. Και μου αρέσει να βάζω, έτσι, μόνος

μου, «στοιχήματα». Για τη συνέχεια. Νιώθω πανευτυχής – σαν να ‘ναι δικοί μου

άνθρωποι, σαν να ‘ναι παιδιά μου – όταν τα κερδίζω τα «στοιχήματα» και βλέπω

τα παιδιά αυτά να εξελίσσονται σε αγκωνάρια του ελληνικού θεάτρου. Και να

αποδεικνύουν ότι εκείνα τα μίζερα «δεν υπάρχουν πια ηθοποιοί σαν τον Βεάκη,

και την Παξινού, και την Παπαδάκη, και τον Μινωτή, και την Λαμπέτη, και τον

Χορν» είναι μπούρδες, και σχήματα λόγου, και κατασκευάσματα παρελθοντολάγνων.

Είδα την περασμένη Τετάρτη στον Βύρωνα τον Αιμίλιο Χειλάκη (στη

φωτογραφία) στον «Δον Ζουάν» του Θέμη Μουμουλίδη και του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας. Και

τον απόλαυσα. Τι παράστημα, τι ωραίος άντρας χωρίς ίχνος ναρκισσισμού, τι

κίνηση, τι σχέση με το σώμα του, τι «γείωση» με το σανίδι, τι βλέμμα

«κατοικημένο», τι ωραία φωνή, τι βαθιά σχέση με το λόγο, τι εσωτερικότητα, τι

«γέμισμα», τι χιούμορ, τι ένας μεταφυσικός φόβος να διαπερνά το είναι του, τι

μετουσίωση του κορυφαίου μολιερικού ήρωα! Ώριμος πια στα τριάντα πέντε του.

Θεατρίνος μεστός!

Τον βλέπω στο θέατρο απ’ την πρώτη στιγμή, όταν, «παιδάκι» ακόμα, τον

έβγαλε στη σκηνή η Κυριακή Σπανού να κάνει Λεόντιο στο «Λεόντιος και Λένα» του

Μπίχνερ. Είχα βάλει και τότε «στοίχημα». Και χαίρομαι που το κερδίζω. Ζαν στο

«Δεσποινίς Τζούλια», Αχιλλέας στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», Κατσκαριόφ στα

«Παντρολογήματα», Δον Αλμπέρτο στο «Αν μια νύχτα του χειμώνα…», Δον Ζουάν

τώρα, τα τρία τελευταία χρόνια ο Χειλάκης μού δίνει την εντύπωση, ρόλο τον

ρόλο, ότι άφησε πίσω τούς συνομηλίκους του και τους λίγο μεγαλύτερους και τους

λίγο μικρότερους – της γενιάς των σημερινών τριαντάρηδων και εικοσάρηδων – και

καλπάζει.

Πολλούς, πάρα πολλούς καλούς νέους ηθοποιούς έχουμε. Αγόρια και

κορίτσια. Γυναίκες και άντρες. Είναι πολλοί που θαυμάζω κι αγαπώ. Αλλά για τον

Αιμίλιο Χειλάκη επιμένω: ο μόνος γκραν ρολίστας που βγήκε στο ελληνικό θέατρο

τα τελευταία είκοσι χρόνια. Καλά νά ‘ναι και βλέπω να του ανοίγονται οι πόρτες

μεγάλων ρόλων. Και είμαι σίγουρος ότι θα δούμε πολλά και πολύ σπουδαία απ’ τον

Αιμίλιο Χειλάκη. Γιατί του ‘χω και εμπιστοσύνη: πατάει γερά στο έδαφος.

Απευθείας. Όχι με καλάμι.