Ο ιδρυτής των «Βραβείων Διαβάζω» και τελευταίος διευθυντής του περιοδικού

Ηρακλής Παπαλέξης με την πεζογράφο Λίλα Κονομάρα, στην τελευταία (για εκείνον)

απονομή τον Νοέμβριο του 2003

Το… τέλος είχε χτυπήσει δύο φορές την πόρτα του περιοδικού «Διαβάζω». Και

τώρα το κακό τριτώνει, με θύμα το ίδιο το περιοδικό. Λίγο πριν κλείσει τριάντα

χρόνια παρουσίας στα ελληνικά γράμματα (η λειτουργία του ξεκινούσε το 1976,

τέτοια εποχή), το λογοτεχνικό περιοδικό που ίδρυσε ο Περικλής Αθανασόπουλος (ο

οποίος έφυγε από τη ζωή το 1983, σε ηλικία μόλις 34 ετών) φτάνει πιθανότατα

στο τέλος της διαδρομής του, ελλείψει ουσιαστικού σχήματος διαδοχής μετά την

αιφνίδια απώλεια και του διευθυντή του Ηρακλή Παπαλέξη, ο οποίος έφυγε από τη

ζωή τον Νοέμβριο του 2003 σε ηλικία 52 ετών.

Στα χτυπήματα της μοίρας θα πρέπει κανείς να προσμετρήσει και εσωτερικά

προβλήματα, τόσο οικονομικής φύσης όσο και εύρυθμης λειτουργίας και

συνεργασίας ανάμεσα στους μετόχους. Ο διάδοχος του Περικλή Αθανασόπουλου στο

τιμόνι του περιοδικού Γιώργος Γαλάντης, ιδιοκτήτης του περιοδικού και του

τίτλου του, σταδιακά αποσύρθηκε από το προσκήνιο και τον κύριο όγκο της

εργασίας ανέλαβε (από το 1994) ο Ηρακλής Παπαλέξης – από το 1997 ήταν και

επίσημα διευθυντής -, συνεπικουρούμενος από τη Βάσω Σπαθή.

H τελευταία – που σήκωσε το βάρος της έκδοσης ολόκληρο το 2004 -, με χθεσινή

της δήλωση ανακοινώνει την αδυναμία της να συνεχίσει, προαναγγέλλοντας – χωρίς

να το λέει ρητά – το κλείσιμο του περιοδικού που «οδηγείται στην απαξίωση και

την αναξιοπιστία». Επισημαίνει μάλιστα ότι με δική της πρωτοβουλία

αναζητήθηκαν και βρέθηκαν υποψήφιοι αγοραστές, πριν όμως από τις υπογραφές

αποκαλύφθηκε ότι ο ιδιοκτήτης είχε παραχωρήσει τον μισό τίτλο της εταιρείας σε

άλλον μέτοχο, ο οποίος δεν επιθυμούσε την πώληση.

H αποχώρηση της συνεργάτιδας του Ηρακλή Παπαλέξη είναι οριστική, το δε τεύχος

Δεκεμβρίου 2004 (αρ. 457) φαίνεται να είναι το τελευταίο – αν δεν υπάρξει

κάποια θεαματική κίνηση εκ μέρους του ανενεργού εδώ και αρκετά χρόνια

ιδιοκτήτη. Το περιοδικό «Διαβάζω» ξεκίνησε ως διμηνιαία επιθεώρηση του

βιβλίου, από τον Δεκέμβριο όμως του 1978 μετατράπηκε σε μηνιαίο και από τον

Δεκέμβριο του 1982 σε δεκαπενθήμερο. Την εποχή αυτή της ακμής του, πέρασε από

τη διάθεση 500 αντιτύπων στα 5.000 αντίτυπα, καταγράφοντας ρεκόρ πωλήσεων για

τα δεδομένα των λογοτεχνικών περιοδικών.

Τη δεκαετία του ’90 εμφάνισε συμπτώματα παρακμής και η αναγκαία ανασυγκρότηση

οδήγησε στην επαναφορά του στο καθεστώς του μηνιαίου περιοδικού (από το ’95),

με το οποίο το ξέραμε μέχρι σήμερα. Όπως έγραφε άλλοτε στο «Αντί» η

πανεπιστημιακός Άντεια Φραντζή, στα πρώτα είκοσι μόνο χρόνια της λειτουργίας

του το «Διαβάζω» συνεργάστηκε με 2.100 αρθρογράφους, παρουσίασε 161

συνεντεύξεις και κυκλοφόρησε με 314 μεγάλα αφιερώματα.

Από τα σημαντικότερα σημεία της συνεισφοράς του είναι το «Βιβλιογραφικό

δελτίο» και η «Κριτικογραφία», στήλες που παρουσίαζαν αναλυτικά τόσο τις νέες

εκδόσεις όσο και τις κριτικές βιβλίου που δημοσιεύονται στον Τύπο, στοιχεία

εξαιρετικά σημαντικά για τους ερευνητές, που δεν παρέχονται – τουλάχιστον για

την περίοδο εκείνη – από κανέναν άλλο φορέα.