Θα ήμουν το λιγότερο υπεραισιόδοξος, αν φανταζόμουν ότι και οι πιο πιστοί

φίλοι της στήλης θυμούνται την επιφυλλίδα που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του

2000 με τον τίτλο «H Πατρινέλλα», το αγαθοποιό στοιχειό της Πάτρας, κάτι πολύ

απτό για τους παλιούς Πατρινούς, ώστε να είναι απλώς ένα αερικό. Το αρθρίδιο

στρεφόταν κατά του κ. Σερέτη, μέχρι πρότινος νομάρχη Αχαΐας, ο οποίος αρνιόταν

επί έτη παρανόμως και πεισματικά να καταβάλει την οφειλόμενη αποζημίωση σε

ιδιοκτήτες και κληρονόμους οικοπεδικής έκτασης στην Έξω Αγυιά Πατρών, που είχε

δεσμευθεί από το 1972 με σκοπό την αναγκαστική απαλλοτρίωση για την προέκταση

του αύλειου χώρου Δημοτικού Σχολείου, μολονότι η αρμόδια επιτροπή αποφάσισε

ομόφωνα στο μεταξύ την αγορά του ακινήτου σε τιμή κατά πολύ μικρότερη της

αντικειμενικής. Στην «Πατρινέλλα Νο 1», στην οποία σκόπιμα και φειδόμενος τόσο

υψηλά ιστάμενων προσώπων προσέδωσα παιγνιώδη και ευτράπελο χαρακτήρα, είχα

θέσει στο στόμα του κ. Νομάρχη σκέψεις που μόνο άνδρες άξιοι απόγονοι του

Ανωνύμου του Έλληνος, συγγραφέα της περίφημης «Νομαρχίας», και όχι ανδρείκελα

της δήθεν Αυτοδιοίκησης θα μπορούσαν να βάλουν στον νου τους.

Έτσι, για να περιοριστώ στο οξύτερο σημείο του άρθρου εκείνου, όταν οι

υφιστάμενοι του κ. Σερέτη τόλμησαν να παρατηρήσουν ότι το κατάστημα δεν

διέθετε κονδύλια για να πληρωθούν οι δικαιούχοι, ο κ. Σερέτης, μιλώντας την

αυθεντική γλώσσα των τριόδων και των μαουνιέρηδων του παλιού λιμανιού, λίγο

έλειψε να τους πει να πάνε να στηθούν στη Μεγάλη Πλατεία… για να βρουν τα

χρήματα. Φαίνεται ότι δεν το είπε ή πάντως οι υπάλληλοι – συνυπεύθυνοι παρά

ταύτα για το σπανιότατο, αν όχι μοναδικό αυτό φαινόμενο κακοδιοίκησης – δεν

έθεσαν σε κίνδυνο την αρετή τους. Έτσι ο κ. Σερέτης εγκατέλειψε τον θώκο του,

χωρίς να σκάσει το παραδάκι ή να θέσει σε κίνηση τη διαδικασία για άρση της

απαλλοτρίωσης. Από τότε ξεκοκαλίζει αμέριμνος μια σύνταξη, πολλοστημόριο έστω

της οποίας οφείλεται σε φόρους (π.χ. μεγάλης ακίνητης περιουσίας) και τέλη που

εξακολουθούν να καταβάλλουν εδώ και τρεις δεκαετίες οι δικαιούχοι του

ακινήτου, που στην ουσία έχει δημεύσει η αυθαιρετούσα τοπική και γι’ αυτό

σκαιότερη και ιταμότερη ξουσία.

Θα μου πείτε, ναι, αλλά ο Συνήγορος του Πολίτη όχι μόνο επέπληξε τον

ασυνεπέστατο διοικητή, όχι μόνο ζήτησε (από ποιον, παρακαλώ ζήτησε;) από τον

περιφερειάρχη (αλίμονό μας) να ασκηθεί εις βάρος του πειθαρχικός έλεγχος

(σκασίλα του), αλλά και τον εξέθεσε στο κοινό, τον διαπόμπευσε, ας το πούμε

έτσι. Εμένα μου λες. Στα παλιά τους τα παπούτσια. Δεν τους καίγεται καρφί. Ο

Συνήγορος του Πολίτη, θεσμός που όσο παραμένει ανίσχυρος και ανοχύρωτος

κατεξευτελίζεται καθημερινά από υπαλληλίσκους και τυραννίσκους, δεν προσφέρει

στο βάθος παρά μαξιλαράκια για να πέσουν στα μαλακά οι άξιοι βαρυτάτων

κυρώσεων. Και δεν πρόκειται μόνο για τον διαμεσολαβητικό, λέει, θεσμό του

Συνηγόρου του Πολίτη. Εδώ αγνοούνται, περιφρονούνται και χλευάζονται

δικαστικές αποφάσεις ανώτερων δικαστηρίων! Προτού λήξει η θητεία τού κ.

Σερέτη, στις αρχές του 2002, το Διοικητικό Εφετείο Πατρών με απόφασή του

καταπέλτη ακύρωσε τη «σιωπηρή άρνηση αποχαρακτηρισμού του δεσμευθέντος

οικοπέδου» και υποχρέωσε τη διοίκηση ή να πληρώσει ή να αποδώσει την ξένη

περιουσία. Ούτε τότε, μολονότι στο μεταξύ είχαν περάσει 2003-1972 = 31 χρόνια

(!!), ο απτόητος M. Σερέτης αισθάνθηκε την ανάγκη να σεβαστεί τη Δικαιοσύνη

και την κρίση της. Αλλά ίσως διερωτάσθε, καλά, αλλά γιατί τα βάνω και πάλι με

τον απελθόντα νομάρχη και όχι με τον νυν, τον κ. Δημήτρη Κατσικόπουλο στον

οποίο δικαιωματικά ανήκει η «Πατρινέλλα νούμερο 2».

Θα εξηγήσω τους λόγους σε επόμενη επιφυλλίδα, αφού προηγουμένως αναφερθώ σε

δύο τηλεφωνικές επαφές μου, πρώτη με τον υπουργό Παιδείας Πέτρο Ευθυμίου,

μαθητή και φίλο μου – ένα από τα ανθρώπινα και εκπαιδευτικά μου καμάρια – και

τη δεύτερη με τον διευθύνοντα σύμβουλο του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων.

Ο Ανδρέας Μπελεζίνης είναι φιλόλογος, κριτικός της λογοτεχνίας.