Η φαινομενική γενίκευση της εκπαίδευσης από τη δεκαετία του ’80 και εξής έδωσε

την ψευδαίσθηση στην αγροτική τάξη καθώς και στην εργατική και μικροαστική ότι

μπορούσε πλέον να ικανοποιήσει το όραμά της, να ανέβει κοινωνικά και

οικονομικά, με «διαβατήριο» το πτυχίο. Ένα όραμα που από τις αρχές της

δεκαετίας του ’60 είχε παρουσιασθεί ως επένδυση στη μόρφωση, που θεωρήθηκε και

θεωρείται αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ανθρώπου.

Έτσι, λοιπόν, οι δυσκολίες στην πρόσβαση για τη μόρφωση κατά το παρελθόν, με

τη μορφή της πυραμίδας, σήμερα τείνουν να μεταμορφωθούν σε κατακόρυφο

παραλληλόγραμμο, με ευκολία πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση.

Το οικονομικό κόστος, όμως, παρά τις όποιες «μεταρρυθμίσεις» και εξαγγελίες

περί «Δωρεάν Παιδείας» είναι υψηλό, ενώ το «αντίκρυσμα» της αξίας του πτυχίου

φαίνεται να είναι «χαμηλό». Η ανεργία τώρα πια χτυπά εφιαλτικά την πόρτα του

πνευματικού προλεταριάτου, όπως στο παρελθόν χτυπούσε την πόρτα του εργατικού

προλεταριάτου.

Στην παρούσα φάση, που υπάρχει η δικαιολογημένη πίεση για την όσο το δυνατόν,

πλατύτερα, παρεχόμενη Ανώτατη Παιδεία και το αίτημα, όσοι τελειώνουν το Λύκειο

να εισέρχονται στα ΑΕΙ και ΤΕΙ, το φαινόμενο θα παρουσιάζει έξαρση, ενώ

παράλληλα το «λαϊκό σχολείο» θα γίνεται ανυπόληπτο, με τις στρατιές ανέργων

που παράγει. Αντιθέτως, τα «καλά σχολεία» που φοιτούν οι γόνοι των ανώτερων

κοινωνικά στρωμάτων θα παράγουν, εξακολουθητικά, στελέχη, που θα έχουν

«οδηγητικό» ρόλο, οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό.

Την πιο πάνω διπλή εικόνα την έδωσε πολύ νωρίς ο Αντόνιο Γκράμσι στο έργο του

«Οι διανοούμενοι», στο κεφάλαιο «Η διαφορετική θέση των διανοουμένων αστικού

και αγροτικού τύπου», γράφοντας ότι «οι διανοούμενοι αστικού τύπου

αναπτύχθηκαν με τη βιομηχανία και είναι συνδεδεμένοι με την τύχη της», ενώ «οι

διανοούμενοι αγροτικού τύπου είναι κατά μεγάλο μέρος «παραδοσιακοί», δηλαδή

προσκολλημένοι στην αγροτική μάζα και στη μικροαστική μάζα των πόλεων».

Και σήμερα, εντονότερα από χθες, οι πτυχιούχοι ανωτάτων σπουδών αναπαράγουν

τις κοινωνικές τάξεις προέλευσής τους, στην «αγορά εργασίας» και στην ανεργία.

Ορισμένοι μελετητές πιστεύουν ότι με τη γενίκευση της «Δωρεάν Παιδείας» μπορεί

να λυθούν τα προβλήματα και το «σχολείο» να ξαναβρεί τη χαμένη του αίγλη,

ταυτίζοντας το αγαθό της μόρφωσης με το ζήτημα της αποκατάστασης, παρέχοντας

φρούδες ελπίδες σε γονείς και παιδιά. Άλλοι πάλι ζητούν «αριστοκρατικά» την

επιστροφή στην «πυραμίδα» της εκπαίδευσης. Σίγουρα η δωρεάν εκπαίδευση είναι

δημοκρατικό δικαίωμα. Το ζήτημα, όμως, δέον να κοιταχθεί από την

κοινωνικοοικονομική και εκπαιδευτική πλευρά. Στην πρώτη, παρατηρούμε ότι η

κατάσταση οξύνεται κάθε μέρα, με τη «στρόφιγγα» των στεγανών μεταξύ των τάξεων

να συνεχίζει την αναπαραγωγή τους.

Η διάκριση, επίσης, «πνευματικού» και «χειρώνακτος» δημιουργεί μονόπλευρους

ανθρώπους. Όμως, κατά τον Αντόνιο Γκράμσι «δεν υπάρχει διανοητική παρέμβαση κι

ούτε μπορούμε να ξεχωρίσουμε τον homo faber από τον homo sapiens». Συνεπώς,

βρισκόμαστε ξανά μπρος στο αναγεννησιακό πρόβλημα, πώς θα δημιουργήσουμε τη

βάση «του νέου τύπου διανοουμένου», του νέου τύπου «homo universalis» της

εποχής μας, με δικαίωμα στη μόρφωση και την εργασία, τη ζωή».