Ο Απόστολος Μαγκούρας, ο καπετάνιος του «Πρεστίζ», πάτησε τη γαλικιανή γη με

τον τρόμο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. Πάνω στο κεφάλι του – και μόνο στο

δικό του – έπεφτε το βάρος μιας ακόμη οικολογικής καταστροφής που, πέρα από

τις ανυπολόγιστες συνέπειες στη θαλάσσια χλωρίδα και πανίδα, σήμαινε επίσης

την καταστροφή χιλιάδων ψαράδων της Γαλικίας και της Πορτογαλίας. Με τη

συνοδεία δύο εθνοφυλάκων, ο καπετάνιος πέρασε ανάμεσα από τους ψαράδες που

είχαν μαζευτεί στο λιμάνι, όχι τόσο για να δουν τον κρατούμενο, όσο για να

ακούσουν από τις αρχές λίγα λόγια ελπίδας. Κοιτάζοντας τον καπετάνιο, τα μάτια

τους δεν είχαν έχθρα, μα περιφρόνηση. Προσπαθούσαν να καταλάβουν πώς ήταν

δυνατόν ένας άλλος άνθρωπος της θάλασσας να υποκύψει σε τέτοιο έγκλημα, να

αναλάβει τη διακυβέρνηση ενός πλοίου που ήταν καταδικασμένο να ναυαγήσει. Ο

καπετάνιος είπε πως είχε σαλπάρει από ένα λετονικό λιμάνι με προορισμό το

Γιβραλτάρ. Το δέλεαρ του φορολογικού παραδείσου και η απουσία ελέγχων κάνουν

το Γιβραλτάρ ένα ιδεώδες μέρος για τη μεταφορά καυσίμων με χαμηλό κόστος και

για το πλύσιμο των δεξαμενών, με αποτέλεσμα χιλιάδες τόνοι τοξικών ουσιών να

χύνονται στη θάλασσα, με την ανοχή των αγγλικών αρχών της Πενιόν. Ήταν μια

προαναγγελθείσα τραγωδία. Ο καπετάνιος, ο «αποδιοπομπαίος τράγος», δεν είναι

και αυτός παρά ένα θύμα. Οι υπεύθυνοι θα πρέπει να αναζητηθούν ανάμεσα στους

ανεύθυνους που ηγούνται της αγοράς πετρελαίου, στο αδίστακτο οικονομικό

σύστημα, στους ευρωπαϊκούς ελεγκτικούς θεσμούς που δεν τόλμησαν ποτέ να

εφαρμόσουν τους κανονισμούς τους. Κυρίως, οι υπεύθυνοι της τραγωδίας είναι

εκείνοι που παρεμποδίζουν τις έρευνες και την αναζήτηση πηγών εναλλακτικής

ενέργειας που μια και καλή θα βάλουν ένα τέλος στην επικίνδυνη εξάρτηση από το

πετρέλαιο.

Το άρθρο του Χιλιανού συγγραφέα Luis Sepulveda δημοσιεύθηκε στην ιταλική

εφημερίδα «La Repubblica».