Έχουν περάσει πάνω από 14 χρόνια από την ημέρα που ο Ντούσαν Μπάγιεβιτς

επέστρεψε στην Ελλάδα ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της ΑΕΚ. Από εκείνη την πρώτη

ημέρα έδωσε σε όλους να καταλάβουν ότι η πειθαρχία και η ηρεμία στο

ποδοσφαιρικό τμήμα ήταν γι’ αυτόν κάτι σαν την ενδέκατη εντολή. Κάθε λογής

παρατρεχάμενοι που στριμώχνονταν στους διαδρόμους των αποδυτηρίων

εξοστρακίστηκαν και ουδείς τόλμησε να αμφισβητήσει αυτήν την τακτική.

Την ίδια (πετυχημένη) μέθοδο ακολούθησε ο Μπάγιεβιτς και στον Ολυμπιακό και

αργότερα στον ΠΑΟΚ. Αφεντικό στην ομάδα ήταν μόνο αυτός.

Η επιστροφή του, το καλοκαίρι, στη Νέα Φιλαδέλφεια και το διάστημα που

ακολούθησε έδειξαν έναν διαφορετικό Ντούσκο. Ο μονίμως βλοσυρός Σέρβος έμεινε

έξω από το «Ν. Γκούμας». Ο Μπάγιεβιτς προσπάθησε να προσεγγίσει τους

ποδοσφαιριστές του με το χαμόγελο, όχι σαν ένας ακόμη «νέος προπονητής», αλλά

σαν «φίλος από τα παλιά». Πολλοί παραξενεύτηκαν με αυτή του τη συμπεριφορά και

κάποιοι (φαίνεται) την εξέλαβαν ως αδυναμία. Σε σημείο που κάποιος τόλμησε να

αμφισβητήσει το κύρος και τις επιλογές του προπονητή.

Αμέσως το χαμόγελο σβήστηκε από τα χείλη του και μια κουβέντα ακούστηκε σαν

ηχώ από το παρελθόν: «Εδώ, κουμάντο κάνω εγώ».

Ο Μιχάλης Κασάπης είναι αναμφισβήτητα μεγάλος ποδοσφαιριστής, σημαντική και η

προσφορά του στην ΑΕΚ. Ας αναλογιστεί, όμως, ότι αυτός που δεν τον έβαλε να

παίξει στο Ολύμπικο είναι ο ίδιος άνθρωπος που τον έφερε, αμούστακο παιδί

ακόμα, από τον Λεβαδειακό, τον ανέδειξε και του άνοιξε την πόρτα της Μεικτής

Κόσμου.

Και, τέλος πάντων, αν ο Κασάπης αισθάνεται αδικημένος, μπορεί να απευθυνθεί

στον προπονητή του και να ζητήσει εξηγήσεις. Ο Πασχάλης Παπαδόπουλος ως τι διαμαρτύρεται;