Το ξεβράκωμα είναι η μόνη εύκολη οδός ανέλιξης των γυναικών και στην

πολιτική. Η πρωτοπόρος πορνοντίβα Τσιτσολίνα το κατάλαβε εγκαίρως. Οι

υπόλοιπες άφρονες ακόμα παλεύουνε τις ποσοστώσεις…

Επί διώξεων Ντε Σαντ και Πετρόπουλου για τα βιβλία τους ήμουν ανάμεσα σ’

αυτούς που χλεύαζαν τις πουριτανικές αστειότητες. Μόνο που τότε ο αγώνας

ενάντια στον πουριτανισμό κάθε είδους – περιλαμβανομένων των κομμάτων της

Αριστεράς και της Δεξιάς – είχε ένα πολύ γιορταστικό και ελπιδοφόρο στόχο: Να

ανοίξει τα επί αιώνες κλειστά στόματα των γυναικών και των ομοφυλοφίλων.

Αφήστε όλα τα λουλούδια ν’ ανθίσουν, φωνάζαμε. Και νομίσαμε ότι τα καταφέραμε

όταν βλέπαμε την κοινωνία να φιλελευθεροποιείται σιγά-σιγά. Όμως είχαμε, όπως

πάντα, υποτιμήσει τον αντίπαλο. Το σύστημα ανέκαθεν έβρισκε τρόπους να

αποδυναμώνει τους υπονομευτές του. Το λουλούδι που άνθισε αποδείχτηκε

σαρκοβόρο.

Το γυναικείο κίνημα μετά τις επιτυχίες του σε επίπεδο νομοθεσίας,

γρήγορα δυσφημίστηκε. «Μα έχετε ισότητα. Κι άλλη ισότητα θέλετε;» μας έλεγαν

ακόμα κι οι συνοδοιπόροι μας πια. «Μην είστε υστερικές». Η φιλελευθεροποίηση

που κερδίσαμε στο ζήτημα της σεξουαλικότητας όμως δεν συμβάδισε με διαδικασίες

συνειδητοποίησης των γυναικών κι έτσι γύρισε ως όπλο εναντίον τους. Ονομάστηκε

απενοχοποίηση και γελοιοποίησε πανεύκολα κάθε προηγούμενο αγώνα. Η Αριστερά, ο

αντιρατσισμός, ο φεμινισμός, τα δικαιώματα των μειονοτήτων έγιναν ξεκαρδιστικά

ανέκδοτα. Όποιος τολμούσε να μη γελάσει ήταν εκτός μόδας. Ω, της φρίκης

δηλαδή, γιατί η μόδα ήταν η νέα βασίλισσα, όπως μας ενημέρωσαν τα περιοδικά

της δεκαετίας του ’90. Περιοδικά που διηύθυναν οι μέχρι πρότινος σύντροφοί

μας, οι φίλοι μας, κάποιοι σαν κι εμάς. Κι αυτά ήταν πολύ πιο επικίνδυνα από

τα σκληρά πορνό, έντυπα εξ ορισμού περιθωριακά. Εισέβαλαν στο υποσυνείδητό μας

ως δούρειοι ίπποι. «Παραδέξου το», μας ψιθύριζαν. «Και το Αρμάνι σου το θέλεις

κι ένα πλούσιο συνοδό να σε ταΐζει σούσι. Λαπάδες τους κάναμε τους άντρες με

τον φεμινισμό μας. Γυναίκες είμαστε, θηλυκά. Η πολιτική θα μας ανδροποιήσει. Η

εξουσία είναι βαρετή, εμείς θέλουμε να διασκεδάσουμε». Αυτός είναι ο πολιτικός

λόγος της εποχής της απενοχοποίησης.

Φυσικά η «ελεύθερη» τηλεόραση ήταν το βαρύ πυροβολικό. Αυτή νομιμοποίησε

αυτόματα σχεδόν το παραπάνω μοντέλο στις μάζες. Η εικόνα της γυναίκας που

προβάλλεται ανηλεώς πια είναι η υποψήφια σταρ-μοντέλο-πόρνη-το κορίτσι που τα

κάνει όλα – δηλαδή το νούμερο (που φέρνει ομοιοπαθητικώς και νούμερα στην

AGB). Οι πραγματικές γυναίκες – που ψάχνουν μια θέση στην επιστήμη, την

πολιτική, την τέχνη, τις επιχειρήσεις, το σπίτι – εμείς, απλώς δεν υπάρχουμε.

Αποτέλεσμα; Χιλιάδες κοριτσάκια ονειρεύονται να γίνουν μοντέλα όταν θα

μεγαλώσουν. Ακόμα κι οι φοιτήτριές μας παίρνουν μέρος στα καλλιστεία, κάτι

αδιανόητο πριν από λίγα χρόνια. Πώς όχι όμως; Αυτά είναι τα παιδιά της

τηλεόρασης, όπου, ακόμα και στις «σοβαρές» ειδήσεις, οι γυναίκες σπανίως

επιλέγονται για την επαγγελματική τους δεινότητα. Για τα τσακίρικα πράσινα

μάτια τους τις διαλέγουν, ένα κόσμημα πλάι στον σοβαρό νιουσκάστερ, να βλέπει

ο θεατής και να ξεδίνει.

Οι διαφημίσεις ανέλαβαν τα υπόλοιπα. Η εικόνα των γυναικών

κατατεμαχίστηκε. Οι γυναίκες δεν έχουν πια πρόσωπο, στόχους και επιθυμίες,

έχουν διαστάσεις. Το νέο μοντέλο έχει συναρπαστικές καμπύλες ψιθύριζε

συνωμοτικά στον γιάπη ο διαφημιστής δείχνοντάς του υπέροχα γυναικεία οπίσθια.

Φυσικά διαφήμιζε αυτοκίνητο. Φυσικά πόνταρε στον παλιό μύθο. Αγόρασε ένα

λαμπερό αμάξι για να εξαγοράσεις μια λαμπερή γυναίκα. Οι άντρες αγοράζουν, οι

γυναίκες εξαγοράζονται. Οι γυναίκες αξίζουν όσο και όταν ευχαριστούν το μάτι

μας, λένε οι διαφημιστές στα ανδρικά αυτιά. Και προσθέτουν στα γυναικεία: γι’

αυτό δουλέψτε σκληρά, κυρίες μου, αδυνατίστε, κάντε λίφτινγκ, επενδύστε στη

σιλικόνη, πριν βρεθείτε στο καλάθι των αχρήστων.

Έτσι βρεθήκαμε άναυδες να παρακολουθούμε όλα αυτά χωρίς να επιχειρούμε καν να

αρθρώσουμε λόγο διαμαρτυρίας. Γιατί εσωτερικεύσαμε κι εμείς τον λόγο των

media. Γιατί νομιμοποιήθηκε και στο δικό μας κεφάλι η νέα εικόνα της γυναίκας:

είμαστε παράλυτες από φόβο ότι αν διαμαρτυρηθούμε θα μπούμε στη χορεία των

οπισθοδρομικών, υστερικών ή ανδροπρεπών γυναικών. Δηλαδή των μη γυναικών.

Γιατί αυτή έγινε τεχνηέντως η εικόνα της φεμινίστριας. Δεν είναι πια ο

άνθρωπος γένους θηλυκού που πιστεύει στα ανθρώπινα δικαιώματά του, είναι μια

φοβερή μπαναλιτέ. Έτσι έκλεψαν τη συναίνεσή μας περιοδικά που στα εξώφυλλα

δήλωναν ότι «η γυναίκα είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου». Χαμογελούσαμε κι

εμείς γιατί, διάολε, έχουμε προχωρημένο χιούμορ.

Ε, λοιπόν, μου τελείωσε το χιούμορ. Αρνούμαι να δεχτώ ότι ζω τον θρίαμβο της

ελευθερίας του λόγου όταν κάποιοι με προσβάλλουν βάναυσα και μου έχουν

αφαιρέσει δολίως ακόμα και το αυτονόητο δικαίωμα να διαμαρτυρηθώ. Αρνούμαι να

δεχτώ ότι το ξεβράκωμα της φουκαριάρας της Φρατζέσκας του Μπαρ είναι το μείζον

πρόβλημά μου όταν ξεβρακώνουν το μυαλό μου όλοι δημόσια και καθημερινά. Αλλά

πώς να σωθούμε όλοι μαζί στην εποχή τού ο σώζων εαυτόν σωθήτω;