Πρώην δεξί χέρι του Πάμπλο Εσκομπάρ, ο Φάμπιο Οτσόα Βάσκες δήλωσε αθώος των
κατηγοριών που του απαγγέλθηκαν τη Δευτέρα σε δικαστήριο του Μαϊάμι.
|
Φάμπιο Οτσόα: «Χθες είχα σφάλει, αλλά σήμερα είμαι αθώος»
|
ΟΟτσόα, 43 χρόνων, είναι ο σημαντικότερος Κολομβιανός βαρόνος των ναρκωτικών
που προσάγεται στην αμερικανική δικαιοσύνη από το 1997, όταν η Κολομβία
ξανάρχισε να εκδίδει υπηκόους της στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κατηγορείται ότι
έστελνε κάθε μήνα στις ΗΠΑ 30 τόνους κοκαΐνης και κέρδιζε δισεκατομμύρια από
το λαθρεμπόριο αυτό. Αλλά όταν ο πρόεδρος Παστράνα αποφάσισε, τον περασμένο
μήνα, να τον εκδώσει, εκείνος βγήκε στις εφημερίδες και στην ιστοσελίδα του
στο Ίντερνετ (www. fabioochoa. com) για να διαμαρτυρηθεί: “Χθες είχα σφάλει,
αλλά σήμερα είμαι αθώος”, δήλωσε.
Το “χθες” αναφέρεται στο παρελθόν του Οτσόα, στην εποχή που ήταν ο πιστός
υπαρχηγός του αδιαφιλονίκητου βασιλιά της κοκαΐνης Εσκομπάρ. Το 1990, είχε
όμως παρουσιαστεί στην αστυνομία, μαζί με δύο από τα επτά αδέλφια του, δήλωσε
ότι σταματάει το λαθρεμπόριο ναρκωτικών, καταδικάσθηκε σε μειωμένη ποινή και
αποφυλακίσθηκε το 1996 λόγω “καλής διαγωγής”. Έκτοτε εξαφανίσθηκε από το
προσκήνιο, μέχρι που συνελήφθη και πάλι στις 13 Οκτωβρίου του 1999. Συνελήφθη
με τις πιτζάμες του, θυμάται ο Ρόσο Χοσέ Σεράνο, ο αστυνομικός που τον
συνέλαβε, και είχε στην κατοχή του 1.500 άλογα, 450 κοστούμια και 350 ζευγάρια
παπούτσια. Έκτοτε η οικογένειά του, διάσημη στον κόσμο των ναρκωτικών όσο και
σ’ εκείνον της εκτροφής καθαρόαιμων, επαναλαμβάνει διαρκώς πως ο Φάμπιο είναι
αθώος. “Οι κυβερνήσεις της Κολομβίας και άλλων χωρών άσκησαν ισχυρή πίεση για
να εκδοθεί ο Φάμπιο”, διαμαρτύρονται οι αδελφοί και οι αδελφές του, καθώς και
τα 27 παιδιά τους. “Δεν είναι θρίαμβος για τη δικαιοσύνη, αλλά απώλεια για τον
κολομβιανό λαό και νίκη για την κυβέρνηση”.
Στη δεκαετία του ’80, οι Κολομβιανοί βαρόνοι των ναρκωτικών είχαν αντιδράσει
βίαια στη συνθήκη που επέτρεπε την έκδοσή τους στις ΗΠΑ. “Καλύτερα ένας τάφος
στην Κολομβία παρά ένα κελί στις Ηνωμένες Πολιτείες”, δήλωναν τότε εκείνοι
τους οποίους ονόμασαν “οι Εκδόσιμοι”, και επιδόθηκαν σε μια σειρά φονικών
επιθέσεων εναντίον της αστυνομίας, της δικαιοσύνης και των δημοσιογράφων. Η
κυβέρνηση κατέληξε να υποχωρήσει και να απαγορεύσει, το 1991, την έκδοση
Κολομβιανών πολιτών. Οι ΗΠΑ δεν το χώνεψαν ποτέ, συνέχισαν την πίεση και οι
εκδόσεις ξανάρχισαν το 1997. Δεκαπέντε λαθρέμποροι εκδόθηκαν έκτοτε και άλλοι
πενήντα περιμένουν τη σειρά τους. Ωστόσο η παραγωγή των ναρκωτικών συνεχίζει
να αυξάνεται στην Κολομβία και, καθώς προβάλλει μια νέα γενιά λαθρεμπόρων που
φροντίζουν να είναι πιο διακριτικοί από τον Εσκομπάρ και τον Οτσόα, η νίκη
στον “πόλεμο των ναρκωτικών” μοιάζει πιο μακρινή παρά ποτέ.








