Ο πρόεδρος της Κοινότητας Θεοδωριανών κ. Γ. Λάππας, αναφερόμενος στο
οδοιπορικό του Γιάννη Ντρενογιάννη «Τα άφθονα νερά των Αθαμάνων», που
δημοσιεύτηκε στις 20-10-2000, αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Προσπάθεια επιβίωσης και παραπέρα ανάπτυξης της περιοχής μας κάνει εδώ και
τέσσερα χρόνια η Κοινότητά μας σε στενή συνεργασία με την Πολιτεία και την
ιδιωτική πρωτοβουλία στα πλαίσια του Ν. 2244/94 (ηλεκτροπαραγωγή από
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κ.λπ.) και τα αντίστοιχα επιχειρησιακά προγράμματα
του υπουργείου Ανάπτυξης, με την αξιοποίηση των πλούσιων τρεχούμενων νερών της
περιοχής για την παραγωγή ενέργειας, που τόση ανάγκη την έχει η χώρα μας, τη
δημιουργία είκοσι περίπου μόνιμων (και τη χειμερινή περίοδο) θέσεων εργασίας
και τη σοβαρότατη οικονομική ενίσχυση της Κοινότητας που ξεπερνά τα 60 εκατ.
δρχ. το χρόνο χωρίς απολύτως κανένα πρόβλημα για την περιοχή και τους
κατοίκους καθόσον πέραν του γεγονότος ότι τα υπόψη έργα χαρακτηρίζονται
παγκοσμίως φιλικά προς το περιβάλλον (ήπιες μορφές ενέργειας, αειφόρος
ανάπτυξη κ.λπ.), οι απαιτούμενες, στη συγκεκριμένη περίπτωση, σχετικές μελέτες
έγιναν σε στενή συνεργασία με την Κοινότητα με απόλυτο σεβασμό προς το
περιβάλλον, ελέγχθηκαν με ιδιαίτερη αυστηρότητα και τελικά εγκρίθηκαν από τα
αρμόδια όργανα της Πολιτείας». Έτσι «λύνονται και τα βασικότερα προβλήματα της
Κοινότητάς μας, δηλαδή η δημογραφική αιμορραγία και η οικονομική καχεξία,
καθόσον με αυτά δημιουργείται ένας μόνιμος και κατά τη χειμερινή περίοδο
δημογραφικός και κοινωνικοοικονομικός πυρήνας που θα αποτελέσει την αφετηρία
για να αναπτυχθούν σύντομα και με σχετική άνεση, επί υγιών πλέον βάσεων, και
οι άλλες παραγωγικές δραστηριότητες που προσιδιάζουν στην περιοχή μας όπως
είναι η κτηνοτροφία, ο ορεινός και οικολογικός τουρισμός και ο αγροτουρισμός
καθώς και διάφορες βιοτεχνικές δραστηριότητες με αποτέλεσμα μέσα σε πολύ λίγα
χρόνια το χωριό μας να εξελιχθεί σε έναν πρότυπο, αυτόνομο και παραγωγικό
ορεινό οικισμό, μοναδικό ίσως σε επίπεδο χώρας».
Και συνεχίζει σε άλλο σημείο για τον συντάκτη του οδοιπορικού:
«Γράφει για φράγματα ενώ πρόκειται για υδροληψίες (δέσεις) ύψους μόλις δύο
μέτρων χωρίς φυσικά δημιουργία τεχνητών λιμνών λόγω του μικρού ύψους των
υδροληψιών.
Γράφει ότι τα ρέματα δεν θα έχουν νερό ενώ σύμφωνα με τις ελεγμένες και
εγκεκριμένες περιβαλλοντικές μελέτες στα ρέματα θα τρέχουν πάντοτε οι
απαραίτητες για τη διατήρηση της χλωρίδας και πανίδας ποσότητες νερού που
επιβάλλονται από τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς κανονισμούς και μόνο οι
επιπλέον ποσότητες-παροχές, που είναι άφθονες κατά τις φθινοπωρινή, χειμερινή
και εαρινή περιόδους, θα χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας. Εκτός
πραγματικότητας είναι και η άποψη ότι θα αλλάξει το τοπίο καθόσον πρόκειται
για αγωγούς χωμένους μέσα στο έδαφος και που ακολουθούν στην πορεία τούς
υπάρχοντες αγροτικούς δρόμους. Αυθαίρετη επίσης είναι και η άποψη ότι δεν θα
υπάρξει νεροτριβή ενώ σύμφωνα με τις σχετικές συμφωνίες όχι μόνο θα
εξακολουθεί να λειτουργεί η νεροτριβή, ο μύλος και η άρδευση αλλά προβλέπεται
η δυνατότητα επέκτασης της τελευταίας (άρδευσης) σε δύο χιλιάδες στρέμματα για
καλλιέργειες ή χορτολίβαδα για τις ανάγκες της πλούσιας κτηνοτροφίας της
περιοχής (σήμερα αρδεύονται περί τα 200 στρέμματα) και επίσης εξασφαλίζονται
οι ανάγκες του νερού για ύδρευση, σημερινή και μελλοντική».







