Παρακολούθησα με μεγάλη προσοχή τη συνέντευξη της κ. Γιάννας Αγγελοπούλου στον

Γιάννη Πρετεντέρη (Κυριακή 8/10, Mega, «Ανατροπή»). Οι εντυπώσεις μου: η κ.

πρόεδρος του «Αθήνα 2004» ήταν άψογη. Μελετημένη, σοβαρή, έξυπνη, λαμπερή.

Κράτησε αποστάσεις από πολλά πράγματα, δεν παρασύρθηκε από τις ερωτήσεις του

συναδέλφου, και περιφρούρησε τα «προσωπικά» της.

Μίλησε χωρίς να προκαλεί. Και από θέση ισχύος. Και ήταν φυσικό. Της το

επιτρέψαμε. Της το επέτρεψε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Που με τις επιλογές

διαφόρων ασχέτων, πέτυχε το απίστευτο: η διοργανώτρια αρχή, επί μία ολόκληρη

τριετία, να μην έχει κάνει τίποτα ­ να μην έχει δώσει εντολή, για να χτιστεί

έστω και ένα τούβο! Ναι. Χάθηκαν τρία κρίσιμα χρόνια. Που έφεραν τις «κίτρινες

κάρτες», τον πανικό, την αγανάκτηση, τον τρόμο και, τελικά, το SOS: «Τρέξε,

Γιάννα, να μας σώσεις!».

Για την κ. Αγγελοπούλου, όπως προέκυψε από τη συνέντευξη, ο ιδεώδης τρόπος για

να φτάσουμε απολύτως εξοπλισμένοι στο 2004, είναι ένας: να τεθεί επικεφαλής

της οργανωτικής δουλειάς μία σπουδαία προσωπικότητα. Την προσωπικότητα

αυτή, να την πλαισιώσουν εκατοντάδες συνεργάτες, που ο καθένας θα είναι ο

καλύτερος στο είδος του. Πάνω από τους συνεργάτες, να βρίσκονται όλοι οι

υπουργοί της κυβέρνησης, οι οποίοι θα εκτελούν τις εντολές της προσωπικότητας

χωρίς αντίλογο και γκρίνια. Και στο Μέγαρο Μαξίμου, ο Κ. Σημίτης να δέχεται,

σε τακτά διαστήματα, την προσωπικότητα, για να πληροφορείται από τα πιο

υπεύθυνα χείλη, «πώς βαδίζει το πράγμα»!

Με άλλα λόγια, όλοι εμείς, οι Έλληνες, πρέπει να στοιχηθούμε πίσω από την μία

προσωπικότητα, που, προφανώς, θα είναι η κ. Αγγελοπούλου, (η οποία, άλλωστε,

συγκεντρώνει και τον θαυμασμό των μελών της ΔΟΕ), να ανασκουμπωθούμε, να

δουλέψουμε σκληρά και να συνεργαστούμε στενά, ώστε το καλοκαίρι του 2004, με

υψωμένα χέρια και με την κραυγή «Νενικήκαμεν», να φτάσουμε στο πολυπόθητο

τέρμα!

Το ξέρω. Η θέση του Πρωθυπουργού είναι δεινή: η ΔΟΕ, συνεχώς, του κουνάει το

δάχτυλο απειλητικά. Τα έργα έχουν καθυστερήσει σε μεγάλο βαθμό. Οι υπουργοί,

συχνά, έρχονται σε προστριβές. Και η κ. Αγγελοπούλου, που δεν την αφήνει να

κοιμηθεί το τρόπαιο των Αυστραλών, του μιλάει για δισεκατομμύρια, για ειδικούς

νόμους, για «επί τούτοις» υπουργούς και για μία Ελλάδα, που θα πρέπει να τ’

αφήσει όλα στην άκρη, για να αφοσιωθεί, ψυχή τε και σώματι, επί τέσσερα έτη,

στους Ολυμπιακούς Αγώνες!

Δυστυχώς, το να γλιτώσουμε από τους Ολυμπιακούς, που με τόσο ενθουσιασμό

διεκδικήσαμε, αποκλείεται. Αν παραιτηθούμε, θα γίνουμε ρεζίλι. Λέω, όμως: αντί

να σκεφτόμαστε τα μεγαλεία του Σίδνεϊ και να ‘χουμε για πρότυπό μας τους

Αυστραλούς, δεν θα ήταν εφικτό και καλύτερο, να προσπαθήσουμε να διοργανώσουμε

Αγώνες στα δικά μας μέτρα και με βάση τη δική μας κουλτούρα και τη δική μας ­

κυρίως ­ τσέπη;