|
|
Ελάχιστα δυστυχώς έντυπα ή ηλεκτρονικά μέσα ανάφεραν κατά τον απολογισμό του
20ού αιώνα ανάμεσα στους κορυφαίους Έλληνες αθλητές τον Γιάννη Κούρο. Και,
όμως, ο κορυφαίος υπερμαραθωνοδρόμος όλων των εποχών θα μπορούσε να
διεκδικήσει θέση ακόμη και στους κορυφαίους του αιώνα σε όλο τον κόσμο!
Εκτός εάν για κάποιους που υπηρετούν από τη θέση του δημοσιογράφου τον
αθλητισμό χωρίς προκαταλήψεις υπέρ ή κατά αθλημάτων, των οποίων δεν είναι
ειδικοί, δεν έχει θέση στους κορυφαίους ένας αθλητής, ο οποίος έχει σημειώσει
εκατοντάδες διεθνείς πρωτιές και παγκόσμια ρεκόρ σε αποστάσεις 100 χιλιομέτρων
και άνω και ο οποίος με τους αγώνες που έχει πάρει μέρος θα μπορούσε να
καλύψει τρέχοντας την απόσταση από τη Γη στη Σελήνη (γύρω στις 384.000
χιλιόμετρα)….
Ένας συνάδελφος, μάλιστα, σχολίασε χαριτολογώντας: “Ένας άνθρωπος σαν τον
Κούρο δεν έχει ανάγκη από αυτοκίνητο για να πάει στην Ελλάδα από πόλη σε πόλη,
αφού μπορεί να πάει τρέχοντας σε μερικές ώρες από την Αθήνα στη Σπάρτη”.
|
Ο Γιάννης Κούρος εξακολουθεί να τρέχει όταν οι αντίπαλοί του μπορούν μόνο να βαδίζουν
|
Ο Γιάννης Κούρος χαμογελάει ακούγοντας κάτι τέτοια, αλλά κάθε άλλο παρά
ασπάζεται τη διάσταση υπεράνθρωπου, που του αποδίδουν όσοι μαθαίνουν τα
αποτελέσματα των αγώνων του και τις υπεραποστάσεις που διανύει ακόμη και χωρίς
σταματημό επί 24 ώρες:
“Αυτά που πετυχαίνω είναι μέσα στις ανθρώπινες δυνατότητες και μπορούν να τα
πετύχουν και πολλοί άλλοι αν προσπαθήσουν να ανακαλύψουν τα όρια της αντοχής
τους και τις εσωτερικές δυνάμεις που διαθέτουν”, επαναλαμβάνει για μία ακόμη
φορά σε ερώτηση που αφορά στο πού βρίσκει τόσες δυνάμεις.
Η θεωρία του Γιάννη Κούρου σχετικά με τα όρια και τις πηγές της ανθρώπινης
αντοχής ξαφνιάζει, επειδή αντίθετα από τα συνηθισμένα που μιλούν για σωματική
αντοχή, η οποία αυξάνεται με σκληρή προπόνηση και καλή διατροφή, δίνει
προτεραιότητα στα ψυχικά αποθέματα κάθε ανθρώπου: “Όταν νιώθω ότι οι σωματικές
μου δυνάμεις με εγκαταλείπουν, επιστρατεύω τις ψυχικές και μπορώ να πω ότι οι
δεύτερες επιβάλλονται κατά κάποιο τρόπο στις πρώτες. Προσωπικά, έχω φτάσει στο
σημείο να ξέρω πολύ καλά ότι μπορώ να συνεχίσω το τρέξιμο ακόμη και όταν το
σώμα μου μου λέει ότι δεν πάει άλλο. Σαν να τρέχω μόνο με το νου”.
Την πεποίθηση για την ύπαρξη ψυχικών δυνάμεων που κυριαρχούν πάνω στις
πεπερασμένες σωματικές έχει περιγράψει άλλωστε ο Κούρος στο βιβλίο του “Το
Εξαήμερο του Αιώνα” (έκδοση “ύψιλον”, 1996): “Όταν πάψει ο νους να σκέφτεται
και να αντλεί δυνάμεις από το κορμί και ιδιαίτερα όταν αυτό “τα έχει μπήξει”,
μόνο βουλητικά μπορεί να κινητοποιηθεί. Αψήφησα πολλές συστολές και αναστολές
για να ξεπεράσω τη σιγή μου και να περιγράψω τις εσωτερικές συγκρούσεις, για
να μπορέσει να συλλάβει ο “απ’ έξω” θεατής- αποδέκτης ή ο αναγνώστης τι
διαδραματίζεται στον νου και στη ψυχή αισθήσεις, υπεραισθήσεις ενός δρομέα
από τις αρνήσεις του κορμιού”.
Πέρασε δύσκολα χρόνια ο Γιάννης Κούρος τρέχοντας εκατοντάδες χιλιόμετρα χωρίς
σημαντικές οικονομικές απολαβές και παράλληλα προσπαθώντας να ζήσει την
οικογένειά του και να σπουδάσει μουσική και νεοελληνική λογοτεχνία. Ευτυχώς
εδώ και δύο χρόνια τόσο η Πολιτεία όσο και ο ΣΕΓΑΣ αναγνώρισαν τη μεγάλη
προσφορά του και του έλυσαν το βιοποριστικό πρόβλημα. Ο ίδιος λέει: “Σίγουρα
αντιμετώπισα μεγάλες δυσκολίες επί πολλά χρόνια, αλλά τώρα μόνο ευγνώμων μπορώ
να νιώθω προς το ελληνικό κράτος και προς τον ΣΕΓΑΣ. Ήταν μεγάλη τιμή για μένα
που μπήκα στην αεροπορία ως ανθυποσμηναγός και στον ΣΕΓΑΣ ως πρεσβευτής του
στίβου και εξοικονομώ χρήματα που κάνουν πιο άνετη την προσπάθειά μου”.
|
Συνηθισμένη στιγμή για τον Γιάννη Κούρο, η ανθοδέσμη μαζί με την αποθέωση στο τέλος ενός υπερμαραθωνίου για κοινωνικό σκοπό
|
Την τελευταία διετία ο Γιάννης Κούρος είχε ως τόπο διαμονής, επί μεγάλο
διάστημα, την Αθήνα μετέχοντας παράλληλα σε πολλούς αγώνες στην Ελλάδα και το
εξωτερικό, από τους οποίους δεν πρώτευσε μέσα στο 1999, μόνο σε έναν 100
χιλιομέτρων στην Ολλανδία. Ώς πότε σκοπεύει να συνεχίσει να αγωνίζεται;
Απαντά χωρίς πολλή σκέψη: “Δεν το έχω σκεφθεί ακόμη να σταματήσω αν και κάπου
με έχουν κουράσει τα πολλά ταξίδια σε μεγάλες αποστάσεις, από τη μία άκρη της
Γης στην άλλη. Αισθάνομαι ότι έχω να προσφέρω πολύ ακόμη σε κοινωνικό επίπεδο
και δεν μου είναι εύκολο να αρνηθώ να μετάσχω σε αθλητικές εκδηλώσεις για την
ειρήνη για υποθέσεις, όπως ο ραδιομαραθώνιος για παιδιά με ειδικές ανάγκες”.
Μπορεί η οικογένειά του να παραμένει στην Αυστραλία, στην οποία βρίσκεται και
ο ίδιος, εδώ και περίπου δύο μήνες, αλλά αποτελεί πια μια απλή ανάμνηση η φυγή
του στην Αυστραλία το 1990 και η απόκτηση της αυστραλιανής υπηκοότητας, που
τον έχρισε εκπρόσωπο της Χώρας των Καγκουρό σε μεγάλους αγώνες για πολλά
χρόνια. “Ήταν μία αναγκαστική αυτοεξορία, αφού κάποιοι δεν θέλησαν να μου
παρέχουν έστω και τα στοιχειώδη, ώστε να μείνω στην Ελλάδα. Όμως, δεν κρατώ
κακία σε κανέναν. Ειδικά οι Έλληνες της Αυστραλίας με έβλεπαν πάντα ως τον
Έλληνα δρομέα, αλλά νομίζω ότι και οι Έλληνες στην πατρίδα εξακολούθησαν να με
βλέπουν ως δικό τους. Άλλωστε, στην Ελλάδα τότε οι αθλητικές αρχές και ο Τύπος
δεν έβλεπαν τους δρόμους μεγάλων αποστάσεων πέρα από τον Μαραθώνιο ως
σημαντικά αθλητικά γεγονότα”.
Θα μπορούσε ένας αγώνας όπως τον Σπάρταθλο, στα 250 χιλιόμετρα της διαδρομής
Αθήνα – Σπάρτη σε ανάμνηση του κατορθώματος του Φειδιππίδη το 490 π.Χ., να
προταθεί από την Ελλάδα για το πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων 2004; Η
απάντηση δείχνει το πόσο ανιδιοτελής είναι ως άτομο ο Κούρος, παρότι θα τον
ενδιέφερε να διεκδικήσει και να κατακτήσει σχεδόν σίγουρα Ολυμπιακό μετάλλιο:
“Ίσως θα μπορούσε να υπάρξει μελλοντικά αγώνας υπεραποστάσεων στο Ολυμπιακό
πρόγραμμα, ώστε να μπορούν να μετρηθούν τα έσχατα ανθρώπινα όρια. Το
Σπάρταθλο, όμως, είναι συγκεκριμένος αγώνας και θα ήταν δύσκολο να εγκριθεί,
αφού δεν θα υπήρχε ανάλογος σε άλλη χώρα. Επί πλέον, προσωπικά, έχω κάποιες
αντιρρήσεις όσον αφορά σε κάποια σημεία του αγώνα αν ανταποκρίνονται στη
διαδρομή που είχε ακολουθήσει ο Φειδιππίδης”.
ΣΕ 24 ΩΡΕΣ: Έτρεξε 283,600 χιλιόμετρα!
70 παγκόσμια ρεκόρ στη συλλογή του
|
Σε γρήγορο τέμπο στη διάρκεια αγώνα μέσα σε στάδιο
|
Ο Γιάννης Κούρος γεννήθηκε το 1956 στην Τρίπολη Αρκαδίας και άρχισε να μετέχει
σε αγώνες κάπως αργά, αφού ήταν το 1974 σε ηλικία 18 ετών όταν πήρε μέρος στον
πρώτο του αγώνα με τα “χρώματα” του Αρκαδικού, στην Παιανία. Αργότερα
μεταγράφηκε στον Πανελλήνιο Γ.Σ., στο γυμναστήριο του οποίου πηγαίνει συχνά
για προπόνηση όταν βρίσκεται στην Αθήνα. Στον μαραθώνιο έχει ατομικό ρεκόρ 2
ώρες 24’01” από το 1984.
Είναι παντρεμένος με Πολωνέζα που γνώρισε στην Αθήνα πριν από τη μετανάστευση
στην Αυστραλία και έχει δύο κόρες 14 και 8 ετών.
Πρώτος του υπερμαραθώνιος ήταν το Σπάρταθλο, από το ξεκίνημά του θεσμού το
1983. Ο Κούρος έτρεξε την απόσταση σε 21 ώρες 53 λεπτά, αποδεικνύοντας πρώτη
φορά παγκοσμίως στην πράξη ότι ήταν δυνατό ο Φειδιππίδης να έτρεξε από την
Αθήνα στην Σπάρτη χωρίς να σταματήσει πουθενά, όπως έλεγε ο θρύλος που χανόταν
στα βάθη της ιστορίας.
Την επόμενη χρονιά (1984) ο Κούρος επρώτευσε ξανά στη διαδρομή, καλύπτοντας
την απόσταση των 250 χιλιομέτρων σε 20 ώρες 25 λεπτά που παραμένει και το
ρεκόρ διαδρομής, αφού ο Κούρος έτρεξε ξανά το 1986 σε 21 ώρες 57 λεπτά και από
τότε μόνο το 1990 σε 20 ώρες 29 λεπτά.
Από το 1984 ο Κούρος άρχισε τη μεγάλη διεθνή πορεία του σε υπεραποστάσεις,
παίρνοντας την 1η θέση σε πολυάριθμους αγώνες από 100 χιλιόμετρα έως και σε
αγώνα έξι ημερών και 1.000 χιλιομέτρων (Σίδνεϊ – Μελβούρνη)!
Ακόμη και σήμερα διατηρεί στην κατοχή του γύρω στα 70 παγκόσμια ρεκόρ, ανάμεσα
στα οποία πιο σημαντικά εκείνο των 24 ωρών (283,600 χιλιόμετρα), των 1.000 χλμ
(136 ώρες).
Όταν δεν τρέχει, γράφει ποιήματα και ζωγραφίζει
Τα ενδιαφέροντα του Γιάννη Κούρου δεν σταματούν στους αγώνες υπερμαραθωνίου
δρόμου, όσο και αν είναι υποχρεωμένος να αφιερώνει σ’ αυτούς μεγάλο μέρος της
ζωής του.
Άρχισε να γράφει στίχους και μελωδίες από τα 12 χρόνια του και ήδη από τα
γυμνασιακά του χρόνια παρακολούθησε μαθήματα βυζαντινής και ευρωπαϊκής
μουσικής, καθώς και φωνητικής.
Έχει ασχοληθεί επίσης με τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία και την ποίηση, ενώ
είναι δημιουργός τεσσάρων μεγάλων δίσκων (δύο φωνητικών και δύο ορχηστρικών).
Στην Αυστραλία σπούδασε στο Πανεπιστήμιο La Trobe της Μελβούρνης κυρίως
Μουσική και Νεοελληνική Λογοτεχνία, στην οποία ολοκλήρωσε τις σπουδές του με
διατριβή πάνω στο έργο του Οδυσσέα Ελύτη “Ήλιος ο πρώτος”. Τον Μάρτιο του 1993
κέρδισε το πρώτο βραβείο στίχου στον διαγωνισμό τραγουδιού “Αντίποδες” με το
τραγούδι “Χρώμα, ποιο χρώμα”.
Έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές, ενώ το πρώτο του βιβλίο ήταν το “Εξαήμερο
του αιώνα” και αφορά τα συναισθήματα και τις πολύτιμες εμπειρίες που απέσπασε
στον πρώτο αγώνα σε τέτοια απόσταση στον οποίο πήρε μέρος το 1984 στη Νέα
Υόρκη και είχε πάρει την 1η θέση.
Ίσως η αφορμή για να επιστρέψει στην Ελλάδα και να ξαναπάρει τη θέση που
του ανήκε στον ελληνικό αθλητισμό και στην καρδιά των Ελλήνων ήταν η βράβευση
για την πολυετή προσφορά του από τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Αθλητικού Τύπου το
1997, τιμή για την οποία ήλθε από την Αυστραλία και έδωσε το “παρών” στη γιορτή.











