Υπέρ της πολιτικής «πίσω από τις κλειστές πόρτες» τάσσεται ο Αρχιεπίσκοπος

Αμερικής κ. Σπυρίδων. Ως φανατικός θιασώτης της φαναριώτικης παράδοσης, δεν

δέχεται τη μέθοδο «της διαφώτισης των συνομιλητών από το πεζοδρόμιο» και

απορρίπτει τις κατηγορίες που του προσάπτουν ότι ασχολείται μόνο με τα

θρησκευτικά ζητήματα και αποφεύγει την προώθηση των ελληνικών εθνικών θεμάτων

στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Τον τελευταίο καιρό ο κ.

Σπυρίδων δέχεται μια πολύπλευρη επίθεση από τον ελληνικό και ομογενειακό Τύπο

(και όχι μόνο). Αφορμή υπήρξε κυρίως ένας καβγάς μεταξύ δύο ιερωμένων, που

ονομάστηκε «ροζ σκάνδαλο». Όμως και διάφορες άλλες ενέργειές του βρέθηκαν στο

στόχαστρο του Τύπου, που τον κατηγόρησε μεταξύ άλλων ότι «ξεπουλά» την

περιουσία της Αρχιεπισκοπής. Μια άλλη κατηγορία που διατυπώνεται κατά του κ.

Σπυρίδωνος είναι ότι «κρατάει αποστάσεις» από την ελληνική κυβέρνηση, όπως

επίσης ότι πίσω από όλους όσους τον πολεμούν βρίσκεται ο προκάτοχός του κ.

Ιάκωβος, τον οποίο αντικατέστησε πριν από ένα χρόνο περίπου.

Σε όλα αυτά τα θέματα και σε πολλά άλλα, που αφορούν τον Ελληνισμό της

Αμερικής, τις σχέσεις του με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αλλά και το ζήτημα

που δημιουργήθηκε με τις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών και της Δωδεκανήσου,

απαντά ο Αρχιεπίσκοπος κ. Σπυρίδων σε αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε

στα «ΝΕΑ».


Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Σπυρίδων (δεξιά) δίπλα στον προκάτοχό του Ιάκωβο

ΕΡ.: Τον τελευταίο καιρό διατυπώνονται και στον ελληνικό Τύπο ορισμένα

σχόλια που στρέφονται εναντίον σας. Κυρίως έχουν σχέση με ένα

περιστατικό που συνέβη μεταξύ δύο ιερωμένων και που πήρε διαστάσεις

«ροζ σκανδάλου». Πώς ακριβώς έχει το θέμα;

ΑΠ.: Πράγματι τα δημοσιεύματα που εμφανίζονται τον τελευταίο καιρό σε μερίδα

του αθηναϊκού Τύπου αναφέρονται μεταξύ άλλων και σε κάποιο, υποτιθέμενο μέχρι

τώρα, «ροζ σκάνδαλο», που μπορεί να έλαβε χώρα ή και να μην έγινε ποτέ στη

Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στη Βοστώνη, τον περασμένο Φεβρουάριο. Η

υπόθεση διερευνάται τη στιγμή αυτή από την πενταμελή Νομική Επιτροπή του

Αρχιεπισκοπικού μας Συμβουλίου.

Το μόνο που με βεβαιότητα μπορεί να λεχθεί τη στιγμή αυτή είναι ότι οι εξ

Ελλάδος (συμπτωματικά) φοιτητές που κατηγορήθηκαν και καταδιώχθηκαν από την

πειθαρχική επιτροπή της Σχολής, είχαν προηγουμένως καταγγείλει, δημόσια και

από τις στήλες του ομογενειακού Τύπου, τη διοίκηση της Σχολής για απροκάλυπτο

ανθελληνισμό (περιορισμό των ωρών διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας,

ολοκληρωτική σχεδόν κατάργηση της ελληνικής γλώσσας στις ιερές ακολουθίες που

τελούνται στο παρεκκλήσιο της Σχολής, παρεμπόδιση μεταβάσεως φοιτητών στην

Ελλάδα για μετεκπαίδευση και βελτίωση των ελληνικών τους κ.τ.λ.). Πρέπει τώρα

να εξετασθεί κι αυτή η πλευρά του θέματος και η ακριβής της σχέση προς το

υποτιθέμενο «σκάνδαλο».

Επομένως θα χαρακτήριζα, χωρίς κανένα δισταγμό, τα πιο πάνω δημοσιεύματα ως

ανακριβή και παραπλανητικά.

ΕΡ.: Γράφτηκε στον Τύπο ότι κλείσατε το Μουσείο Ελληνισμού στη Νέα

Υόρκη. Μπορείτε να σχολιάσετε το γεγονός αυτό;

ΑΠ.: Είναι υπερβολικό να μιλάει κανείς για «μουσείο» και μάλιστα του

«Ελληνισμού» στην περίπτωση αυτή. Στην πραγματικότητα πρόκειται για δύο μικρά

δωμάτια στην Αρχιεπισκοπή (2,5Χ3,5 και 3Χ4 μέτρων), όπου φιλοξενούνταν

ορισμένα άμφια, εγκόλπια και άλλα εκκλησιαστικά είδη της προσωπικής συλλογής

του προηγουμένου Αρχιεπισκόπου.

ΕΡ.: Γίνεται λόγος στον Τύπο για ξεπούλημα της περιουσίας της

Αρχιεπισκοπής Αμερικής και της Θεολογικής Σχολής της Βοστώνης και

μεταφορά του προϊόντος της πώλησης στο Πατριαρχείο. Τι συμβαίνει;

ΑΠ.: Πρόκειται για δημοσιεύματα ασύστατα και ανάξια σχολιασμού. Θα μπορούσαν

επιεικώς να χαρακτηρισθούν ως αποκυήματα νοσηρής φαντασίας. Αυστηρώς

κρινόμενα, δεν μπορούν παρά να ενταχθούν στη γενικότερη προσπάθεια

παραπληροφόρησης, δηλαδή στα ήδη γνωστά σχέδια των γνωστών κύκλων.

ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Πολύς λόγος γίνεται ακόμη για τη δραστηριότητα του Αρχιεπισκόπου γύρω από τα

εθνικά μας θέματα. Τον κατηγορούν ότι έχει περιοριστεί σε καθαρά θρησκευτικά

καθήκοντα. Η απάντηση του κ. Σπυρίδωνος δείχνει μια άλλη στάση όσον αφορά την

αντιμετώπιση τέτοιων ζητημάτων. Ιδού τι λέει:

«Η προώθηση των εθνικών μας θεμάτων στον αμερικανικό χώρο, όπως επανειλημμένα

δήλωσα δημοσίως, προϋποθέτει σοβαρή και συστηματική προεργασία.

Οπωσδήποτε δεν εξαντλείται με εντυπωσιακές δηλώσεις και μονοπωλιακής τάσεως

αυτοπροβολές. Γνωρίζουμε, άλλωστε, όλοι μας, ότι οι παρωχημένες αυτές μέθοδοι

δεν ωφέλησαν καθόλου κατά το παρελθόν ούτε στο Κυπριακό, ούτε στο Μακεδονικό,

ούτε στα ομογενειακά της Κωνσταντινουπόλεως, ούτε στο Θρακικό, ούτε στις

αιγαιοπελαγίτικες κρίσεις.

Αντιθέτως, ζημιώνουν πολλές φορές, διότι, αν δεν προκαλούν αυτούς που θέλουμε

να διαφωτίσουμε αντικειμενικά για το πρόβλημά μας, σίγουρα παραπλανούν τους

αδαείς και άκριτους.

Τη θέση αυτή υποστήριξα από την πρώτη στιγμή της αρχιερατείας μου στην

Αμερική. Τάσσομαι, με άλλα λόγια, υπέρ της συνετής και όχι κατ’ ανάγκην

δημόσιας πάντα δράσεως υπέρ των καλώς εννοουμένων εθνικών μας συμφερόντων. Ας

μην ξεχνάμε ότι η σοβαρή, υπεύθυνη και αποτελεσματική διαφώτιση των

συνομιλητών μας γίνεται, όχι από το πεζοδρόμιο αλλά πίσω από κλειστές θύρες.

ΕΡ.: Ποιες είναι οι σχέσεις σας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο; Σας

εμφανίζουν ως «πειθήνιο όργανο» του κ. Βαρθολομαίου και

ακόμη λέγεται ότι βρίσκεστε και εσείς σε «απόσταση»

από την ελληνική κυβέρνηση.

ΑΠ.: Οι σχέσεις του σημερινού Αρχιεπισκόπου Αμερικής με το Οικουμενικό

Πατριαρχείο είναι, νομίζω, αυτές που υπαγορεύονται από τη μακραίωνα κανονική

παράδοση της Εκκλησίας, δηλαδή σχέσεις Ιεράρχη του Θρόνου προς την προϊσταμένη

εκκλησιαστική του αρχή.

Ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος δεν έχει κανένα ιδιαίτερο λόγο να μην ενεργεί στο

θέμα αυτό σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας και τον καταστατικό χάρτη της

Αρχιεπισκοπής. Το αντίθετο θα ξένιζε.

Όσο για τις σχέσεις της Αρχιεπισκοπής Αμερικής με τη σημερινή κυβέρνηση της

Ελλάδας, θα ‘λεγα ανεπιφύλακτα ότι τις χαρακτηρίζει η ξεχωριστή θέληση

συνεργασίας για προαγωγή των κοινών θεμάτων.

ΕΡ.: Προ ημερών πήγατε στην Κωνσταντινούπολη. Ποια θέματα συζητήσατε

με τον Πατριάρχη;

ΑΠ.: Η πρόσφατη σύσκεψη της Εκτελεστικής Επιτροπής του Αρχιεπισκοπικού μας

Συμβουλίου έγινε στην Κωνσταντινούπολη και συγκεκριμένα στο Φανάρι, υπό την

προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Η σύσκεψη είχε ως

αντικείμενο τη λεπτομερή ενημέρωση του Οικουμενικού Πατριάρχη γύρω από την

επικείμενη επίσκεψή του στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής με την ευκαιρία της 75ης

επετείου της κανονικής της ιδρύσεως, όπως επίσης και την εξέταση διαφόρων

θεμάτων που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η Αρχιεπισκοπή στη διάρκεια του

περασμένου χρόνου, μετά δηλαδή την οικειοθελή παραίτηση και αφυπηρεσία του

προκατόχου μου μέχρι σήμερα. Όπως προκύπτει και από το σχετικό ανακοινωθέν, η

σύσκεψη υπήρξε επιτυχής καθ’ όλα και εξέφρασε την αρραγή ενότητα που επικρατεί

σήμερα στην Ομογένειά μας.

ΟΙ ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ ΜΑΣ

Ιδιαίτερα αισιόδοξος εμφανίζεται ο κ. Σπυρίδων για τον Ελληνισμό της Αμερικής,

μάλιστα υποστηρίζει ότι είναι συμπαγής και ενωμένος, ο δε διχασμός αποτελεί

«ευσεβή πόθο» ορισμένων κύκλων, τους οποίους όμως δεν κατονομάζει.

Ειδικότερα για τον Ελληνισμό, υπογραμμίζει τα εξής:

«Το θρησκευτικό συναίσθημα των ελληνορθόδοξων χριστιανών μας είναι, πέρα από

κάθε αμφιβολία, ακμαίο και σφριγηλό. Κι αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι

ένα μεγάλο ποσοστό των πιστών μας είναι ορθόδοξοι εκ πεποιθήσεως και κατά

συνείδηση, όχι μόνο κατά παράδοση και καθ’ έξιν.

Η διαπίστωση αυτή μας επιτρέπει να είμαστε ιδιαίτερα αισιόδοξοι για την

επιβίωση της ελληνικής Ορθοδοξίας μέσα στην αμερικανική πλουραλιστική κοινωνία.

Όσο για τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας μεταξύ των Ελληνορθοδόξων πιστών

μας, έχουν ήδη γίνει σταθερά και αποφασιστικά βήματα.

Ύστερα από 25 χρόνια η πύλη της Ακαδημίας του Αγίου Βασιλείου άνοιξε πάλι για

την προετοιμασία κοινοτικών δασκάλων της ελληνικής γλώσσας.

Επιπλέον, η Ακαδημία οργανώνει και ιδιαίτερο τμήμα για την επιμόρφωση όσων

διδάσκουν ήδη στα ελληνικά μας σχολεία, χωρίς να έχουν την προαπαιτούμενη

διδασκαλική κατάρτιση. Το τμήμα αυτό θα αρχίσει, και μάλιστα εντός των ημερών,

να λειτουργεί στους χώρους του Πολιτιστικού Κέντρου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής

στην Αστόρια».

ΕΡ.: Συνεργάζεστε με τον προκάτοχό σας, Αρχιεπίσκοπο κ.

Ιάκωβο; Αληθεύουν οι φήμες ότι ο κ. Ιάκωβος βρίσκεται

πίσω απ’ αυτούς που σας κριτικάρουν έντονα;

ΑΠ.: Οι συναντήσεις μου με τον γεραρό προκάτοχό μου είναι αρκετά συχνές και

διεξάγονται πάντα σε ατμόσφαιρα αδελφικής αγάπης και εγκαρδιότητας.

Δυσκολεύομαι, επομένως, να πιστέψω όσα επιμόνως κυκλοφορούν σχετικώς, παρά τη

σαφέστατη και δημόσια ακόμη τοποθέτηση των άμεσων συνεργατών του στην Αμερική

και στην Αθήνα.

ΕΠΙΚΑΙΡΟ και το θέμα των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών και της Δωδεκανήσου.

Γίνεται λόγος για την απόσπασή τους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο

Αρχιεπίσκοπος είναι σφόδρα αντίθετος. Και ως Ρόδιος εκφράζει την πλήρη

διαφωνία του σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο, μάλιστα δε, διερωτάται «τίνος

συμφέροντα εξυπηρετούνται με μια τέτοια κίνηση». Στο ερώτημα για το ζήτημα των

Νέων Χωρών, ο κ. Σπυρίδων απαντά:

«Το θέμα των Μητροπόλεων των λεγομένων Νέων Χωρών είναι ρυθμισμένο απ’ την

πράξη της προσωρινής και επιτροπικής διοικητικής αναθέσεως των Επαρχιών του

Οικουμενικού Πατριαρχείου που βρίσκονται στη Βόρεια Ελλάδα, στην Αυτοκέφαλη

Εκκλησία της Ελλάδος.

Ο σεβασμός προς τις συναπτόμενες συμφωνίες δείχνει σοβαρότητα και αξιοπιστία.

Η τάση αθετήσεως των συμφωνιών με επίκληση δυσκατανόητων και ελάχιστα

πειστικών λόγων και με ταυτόχρονη διαμφισβήτηση της εθνικής συνειδήσεως των

άλλων, όχι μόνον παραποιεί και διαστρεβλώνει βάναυσα την παλαιότερη και

σύγχρονη Ιστορία του Γένους, αλλά δυστυχώς φανερώνει και τη γενικότερη ηθική

κατάπτωσή μας ως κοινωνίας. Οι αρχαίοι έλεγαν «pacta sunt servanda» (οι

συμφωνίες είναι τηρητέες). Για την υποχρέωση τηρήσεως των συμβάσεων γράφει και

ο Πλάτωνας στους «Νόμους» του. Φοβούμαι, ότι η τάση αθετήσεως των συμφωνιών

από μέρους εκείνων που θα ‘πρεπε να είναι οι πιστότεροι τηρητές τους, θα

ανοίξει μοιραία τους ασκούς του Αιόλου και θα προξενήσει επιζήμια σύγχυση και

στον χώρο των εθνικών μας θεμάτων».

­ Γίνεται λόγος και για ένταξη των Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου στην

Εκκλησία της Ελλάδος; Πιστεύετε ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο

θα δημιουργήσει «σχίσμα» στην Ορθοδοξία;

ΑΠ.: Δεν είναι εύκολο εγχείρημα η απόσπαση των Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου από

την Μητέρα τους Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και η συνακόλουθη ένταξή

τους στην αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος και μάλιστα για λόγους που δεν έχουν

καμιά σχέση με τη ζωή της Εκκλησίας και το μακραίωνο πολίτευμά της. Γίνεται

μεν σχετικός λόγος στον Τύπο, αλλά χωρίς τον ξενοδόχο. Την απόσπαση, όπως

πληροφορούμαι, δεν την θέλουν ούτε οι αρμόδιοι μητροπολίτες (ας μην ξεχνάμε το

πρόσφατο «μολών λαβέ» του ηρωικού Μητροπολίτη Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας

Νεκταρίου), ούτε ο κλήρος ούτε ο λαός. Και κάτι άλλο που διαφεύγει της

προσοχής των ανιστόρητων: ούτε η πανίσχυρη τότε φασιστική Ιταλία (1925-1935)

δεν κατόρθωσε να αποσπάσει τις Μητροπόλεις αυτές από το Πατριαρχείο…