Κοντά δύο χρόνια μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ακόμη προσπαθεί να δώσει ώθηση στον Παναθηναϊκό. Δεν το καταφέρνει, τουλάχιστον όχι τόσο με βάση τις προσδοκίες που υπήρχαν. Εχει ευθύνες ο ίδιος ο παίκτης ή έχουμε να κάνουμε με κάτι το γενικότερο που (του) βάζει φρένο;

Μπορεί να σηκώσει το βάρος της ευθύνης

του Κώστα Κοφινά

Ολα κι όλα. Κανείς δεν δικαιούται να υποστηρίξει πως είναι ρίψασπις ο Τάσος Μπακασέτας. Πρώτος στις μάχες εδώ και πολλά χρόνια σε όλα τα επίπεδα. Ακόμη κι όταν μπήκε στην κατάψυξη από την ΑΕΚ κατά τη θητεία του στα Σπάτα, ελάχιστα κάμφθηκε το φρόνημά του και πηγαίνοντας στην Τουρκία απέδειξε από τι μέταλλο είναι φτιαγμένος ο χαρακτήρας του. Ηρθε στους Πράσινους τον Ιανουάριο του ’24 και όντως η μεταγραφή του έκανε ντόρο. Ολοι πίστεψαν πως ο συγκεκριμένος ποδοσφαιριστής θα οδηγήσει το Τριφύλλι ξανά σε πορεία τίτλων. Λάθεψαν. Οχι επειδή ο μεσοκυνηγός απέτυχε, αλλά διότι τα πράγματα δεν κύλησαν όπως όλοι τα ανέμεναν. Και, ως γνωστόν, τα βέλη πάνε σε όσους έχουν βαρύ όνομα, σε αυτούς με τα ακριβά συμβόλαια ή σε παίκτες που έχουν λόγο και άποψη. Αυτός είναι ο Μπακασέτας. Βγαίνει και λέει τα πράγματα με ατάκες κοφτερές. Δεν πετά από πάνω του τις ευθύνες. Και μπορεί να αντέξει το βάρος της φανέλας του Παναθηναϊκού αλλά και τις απαιτήσεις των οπαδών που βλέπουν την ομάδα τους να χάνει λάδια και να μένει πολλά χρόνια μακριά από τους τίτλους. Ο Μπακασέτας σε λιγότερο από δύο χρόνια στο Κορωπί, φόρεσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Τον παραδέχονται όλοι και θέλουν κάπου να ακουμπήσουν. Απόλυτα δικαιολογημένο αυτό.

Καπετάνιος στο γρασίδι, δηλαδή, όπως συμβαίνει και με την εθνική ομάδα. Το αριστερό του πόδι όταν πιάνει σουτ μάλλον στάζει… φαρμάκι για τους αντιπάλους. Τότε, γιατί αυτό το διαπιστώνουμε περισσότερο όταν φορά τη γαλανόλευκη φανέλα; Κάπου εδώ αναδύεται το μεγάλο παράπονο των φίλων του Παναθηναϊκού. Για να φτάσει στο υπέρτατο σημείο απόδοσης ο ηλικίας 32 ετών μέσος πρέπει να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον υγιές και σίγουρα να μην ισχύει στον πάγκο το «έλα εσύ, φύγε εσύ». Με τις τόσες αλλαγές προπονητών και τεχνικών διευθυντών, πώς να αποκτήσει μια ομάδα την απαιτούμενη ομοιογένεια; Παίκτες και παικταράδες έχουν κατά καιρούς αποτύχει ακόμη και σε δυνατότερες ομάδες σε σχέση με τους Πράσινους. Ο Μπακασέτας ποδοσφαιριστής είναι, όχι ναυαγοσώστης να σώσει εαυτόν και αλλήλους στο ναυάγιο του πράσινου Τιτανικού.

Οχι, λοιπόν, πέτρες από τις τσέπες στον κάπτεν. Θέλει και μπορεί. Καταθέτει κλάση. Το έχει δείξει τόσες και τόσες φορές. Αρκεί ο Παναθηναϊκός να αποτινάξει την εσωστρέφεια, να βρει τον δρόμο του και στη νέα εποχή θα έχει τον καλύτερο οδηγό. Με την προϋπόθεση πως αυτός θα έχει ένα δυνατό πλήρωμα.

Τελευταία ένσημα

του Γιώργου Νασμή

Ο Τάσος Μπακασέτας είναι καλός στα λόγια. Οι ομιλίες του στα αποδυτήρια της εθνικής ομάδας ως αρχηγού της γίνονται συχνά viral. Εμψυχώνει, καθοδηγεί, θέτει στόχους και προετοιμάζει τους συμπαίκτες του για τη μεγάλη μάχη. Πολλές φορές βέβαια είναι ο πρώτος που πέφτει θύμα της μάχης, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Ηταν αρχές Γενάρη του 2024 όταν ο Μπακασέτας επέστρεφε στα πάτρια εδάφη μετά από μια επιτυχημένη καριέρα στην Τουρκία. Ιδιαίτερα στην Τραμπζονσπόρ τον λάτρεψαν, και όχι άδικα. Τους οδήγησε στην κατάκτηση του τίτλου. Στις δηλώσεις αεροδρομίου ο αρχηγός της Γαλανόλευκης φαίνεται πως παρασύρθηκε από τον ενθουσιασμό της επιστροφής του και έκανε τη μεγαλόστομη δήλωση: «Μου αρέσει όταν έχουν προσδοκίες από εμένα γιατί έχω κι εγώ πολλές από τον εαυτό μου. Δεν μου αρέσει να μιλάω πολύ. Οσο φοράω τη φανέλα θα δίνω το 100% κάθε μέρα και όχι μόνο στους αγώνες…». Μετά από σχεδόν δύο χρόνια στον Παναθηναϊκό πιστεύει πως έχει ανταποκριθεί στις προσδοκίες των φίλων της ομάδας και προσωπικά του Γιάννη Αλαφούζου για τον οποίον είχε δηλώσει πως έδωσε μάχη για να τον φέρει στην Αθήνα;

Το συμβόλαιο που έχει υπογράψει με τους Πράσινους θεωρείται «χρυσό» γιατί τον καθιστά τον πιο ακριβοπληρωμένο έλληνα ποδοσφαιριστή της Σούπερ Λιγκ με ετήσιες αποδοχές που ξεπερνούν το 1,5 εκατ. ευρώ. Οι προσδοκίες ωστόσο δεν μετουσιώθηκαν σε πραγματικότητα. Ο Μπακασέτας μοιάζει με ποδοσφαιριστή που κολλά τα τελευταία ένσημα πριν από τη σύνταξη. Η προσφορά του στην επίθεση είναι 0,29 γκολ ή ασίστ ανά αγώνα όταν στην ομάδα της Τραπεζούντας ήταν 0,47. Ο δείκτης της απόδοσής του παρουσιάζει απίστευτα σκαμπανεβάσματα ενώ στα μεγάλα παιχνίδια είναι είτε πορτοκαλί (μέτριος) είτε κόκκινος (κακός). Ισως αποτελεί μια παρηγοριά για τον Παναθηναϊκό πως ο Μπακασέτας παρουσιάζει την ίδια αγωνιστική συμπεριφορά και με την εθνική ομάδα. Στο παιχνίδι με τη Δανία τον Σεπτέμβριο έπαιξε ένα ημίχρονο το οποίο ήταν ίσως το χειρότερο των τελευταίων χρόνων της καριέρας του. Μέτριος ήταν επίσης στη Γλασκώβη και στην Κοπεγχάγη. Στο ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ τον Νοέμβριο είχε 0/3 πάσες ακριβείας. Προχθές στην Τούμπα από τις έξι μονομαχίες που έδωσε κέρδισε μόλις τη μία ενώ από τις πέντε σέντρες που επιχείρησε δεν βρήκε ούτε μία συμπαίκτη του. Το να χάνεις δεν είναι ντροπή. Ντροπή είναι να χάνεις χωρίς να ματώνεις τη φανέλα και να θεωρείς τοξικότητα τη σκληρή κριτική όταν αμείβεσαι πλουσιοπάροχα για κάτι που εν τέλει δεν παρέχεις.