Στην εποχή της ταχύτητας, τα ράφια των σουπερμάρκετ έχουν γεμίσει με τρόφιμα που υπόσχονται άνεση, νοστιμιά και ευκολία. Τραγανά πατατάκια που «λιώνουν» στο στόμα, μπάρες – superfoods που τρώγονται σε δύο μπουκιές, γεύματα που ζεσταίνονται στον φούρνο μικροκυμάτων. Αυτά τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα δεν έχουν απλώς διεισδύσει στην καθημερινότητά μας· έχουν διαμορφώσει νέες διατροφικές συνήθειες. Και, όπως αποδεικνύεται, νέα προβλήματα υγείας.

Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2025 προσθέτει ακόμη ένα κρίσιμης σημασίας κομμάτι στο παζλ. Παρακολούθησε πάνω από 4.200 γυναίκες με ιστορικό διαβήτη κύησης – μια ομάδα υψηλού κινδύνου για μελλοντική εμφάνιση διαβήτη τύπου 2 – για τριάντα ολόκληρα χρόνια. Το αποτέλεσμα ήταν σαφές και αδιαμφισβήτητο: όσες κατανάλωναν συστηματικά υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα πήραν περισσότερο βάρος και εμφάνιζαν 20% μεγαλύτερο κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2 σε σχέση με όσες έτρωγαν κυρίως φυσικά, ελάχιστα επεξεργασμένα τρόφιμα.

Ομως η επιστήμη δεν σταματά εδώ. Το νέο πεδίο έρευνας δεν αφορά μόνο τα συστατικά των τροφίμων, αλλά και την… υφή τους. Ναι, ο τρόπος που αισθανόμαστε ένα φαγητό στο στόμα – η τραγανότητα, η μαλακότητα, η κρεμώδης σύσταση – αποδεικνύεται κρίσιμος παράγοντας για το πόσο τελικά θα φάμε.

Μια εντυπωσιακή ολλανδική μελέτη, που βρίσκεται στο στάδιο εκτύπωσης, εξέτασε 41 υγιείς ενήλικες σε ένα αυστηρά ελεγχόμενο πείραμα. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: η πρώτη κατανάλωνε υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα που τρώγονται γρήγορα (όπως τσιπς, σοκολάτες και διάφορα σνακ), ενώ η δεύτερη έτρωγε επίσης υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα, αλλά με υφή που απαιτούσε αργή κατανάλωση. Ελήφθη μεγάλη πρόνοια να μη διαφέρουν οι δίαιτες ως προς την ενεργειακή πυκνότητα ( energy density), φυτικές ίνες, νάτριο, νερό και πληθώρα άλλων στοιχείων· η μόνη διαφορά ήταν το πόσο εύκολα καταπίνονταν τα τρόφιμα, γεγονός που όμως επηρέαζε και την ποσότητα κατανάλωσης.

Υστερα από δύο εβδομάδες και μια σύντομη ενδιάμεση χρονική περίοδο, οι ομάδες αντάλλαξαν μενού. Τα αποτελέσματα; Οι συμμετέχοντες που έτρωγαν τρόφιμα με αργή κατανάλωση προσλάμβαναν 370 θερμίδες λιγότερες την ημέρα σε σύγκριση με εκείνους που έτρωγαν τα ταχύτερα τρόφιμα. Χωρίς κανέναν περιορισμό, χωρίς συνειδητή προσπάθεια, χωρίς δίαιτα.

Με απλά λόγια: η υφή της τροφής καθορίζει την ταχύτητα κατανάλωσης και η ταχύτητα επηρεάζει άμεσα την ποσότητα που τρώμε. Οσο πιο «εύκολο» είναι ένα τρόφιμο, τόσο πιο γρήγορα το τρώμε· και όσο πιο γρήγορα τρώμε, τόσο περισσότερο καταναλώνουμε πριν προλάβει το σώμα να στείλει το μήνυμα του κορεσμού.

Τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να είναι ακαταμάχητα. Οι γεύσεις είναι ενισχυμένες, οι υφές δουλεμένες, το μάσημα ελάχιστο. Δεν είναι απλώς τρόφιμα· είναι προϊόντα που έχουν μελετηθεί για να «εξαφανίζονται» πριν προλάβουμε να το καταλάβουμε. Γι’ αυτό και η υπερκατανάλωση δεν είναι ατύχημα – είναι αναμενόμενη.

Αυτά τα νέα δεδομένα αλλάζουν τη συζήτηση. Δεν αρκεί να λέμε «πρόσεχε τι τρως». Χρειάζεται να κατανοήσουμε και πώς τρώγεται αυτό που τρώμε. Ενα σνακ που καταναλώνεται μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα είναι διαφορετικό – και επιβαρυντικότερο – από ένα φαγητό που απαιτεί χρόνο, μάσηση και πραγματική εμπλοκή.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η λεγόμενη «γαλλική παραδοξότητα», που έχει απασχολήσει επί δεκαετίες την επιδημιολογία και τη διατροφική επιστήμη: παρά την υψηλή κατανάλωση τροφών πλούσιων σε κορεσμένα λιπαρά, όπως βούτυρο και τυριά, η Γαλλία εμφανίζει χαμηλότερο επιπολασμό παχυσαρκίας σε σύγκριση με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ενας σημαντικός, συχνά υποτιμημένος παράγοντας είναι ο αργός και συνειδητός τρόπος κατανάλωσης των γευμάτων.

Το αργό φαγητό επιτρέπει την έγκαιρη ενεργοποίηση των μηχανισμών κορεσμού, μειώνει την υπερκατανάλωση θερμίδων και ευνοεί την καλύτερη ορμονική ρύθμιση της πείνας και του μεταβολισμού. Παράλληλα, τα γεύματα στη γαλλική κουλτούρα είναι κοινωνικά, δομημένα και χρονικά οριοθετημένα, γεγονός που περιορίζει το «τσιμπολόγημα», το στρες και τη βιασύνη που συχνά συνοδεύουν τη σύγχρονη διατροφή. Ετσι, δεν είναι μόνο το τι τρώνε οι Γάλλοι, αλλά κυρίως το πώς και πόσο αργά τρώνε, που φαίνεται να προστατεύει από την παχυσαρκία, υπογραμμίζοντας τη σημασία της διατροφικής συμπεριφοράς πέρα από τη σύσταση της δίαιτας.

Δεν είναι εύκολο να αλλάξει κανείς συνήθειες σε έναν κόσμο όπου το γρήγορο φαγητό βρίσκεται παντού. Αλλά, ίσως, το πρώτο βήμα είναι η επίγνωση: να αναγνωρίσουμε ότι η ταχύτητα με την οποία τρώμε αποτελεί μέρος του προβλήματος. Και ότι τα τρόφιμα που μας προδιαθέτουν σε βιαστική κατανάλωση ίσως αξίζουν λίγο περισσότερη προσοχή – και λίγο περισσότερη απόσταση.

Σε μια εποχή όπου η παχυσαρκία και ο διαβήτης αυξάνονται παγκοσμίως, με όσα αρνητικά αυτά συνεπάγονται,  το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο: η ποιότητα της διατροφής δεν βρίσκεται μόνο στα θρεπτικά συστατικά. Βρίσκεται και στον ρυθμό κατανάλωσης! Ισως, λοιπόν, η πιο απλή και πιο αποτελεσματική συμβουλή να είναι αυτή: «Επιβράδυνε! Το σώμα – και η υγεία του – θα σε ευχαριστήσουν!».

Ο Νικόλαος Κατσιλάμπρος είναι ομότιμος καθηγητής Ιατρικής, ΕΚΠΑ.

Ο Γεώργιος Π. Χρούσος είναι ακαδημαϊκός – ομότιμος καθηγητής Ιατρικής, ΕΚΠΑ

Vidcast: Baskettalk