Παρά τις πιέσεις από ολόκληρο τον επιχειρηματικό κόσμο και τους φορείς που τον εκπροσωπούν το ελληνικό Δημόσιο συνεχίζει να αποτελεί τον μεγάλο οφειλέτη με τα χρέη του να μετρούν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, προκαλώντας οικονομική ασφυξία στην αγορά.
Για τους εκπροσώπους της επιχειρηματικής κοινότητας οι σημαντικές καθυστερήσεις φέρνουν σε αδιέξοδο χιλιάδες επιχειρήσεις και μαζί προκαλούν αλυσιδωτές αντιδράσεις σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον που τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε κρίση.
Σύμφωνα με τους ίδιους «το δεν πληρώνω του Δημοσίου» αναγκάζει τις επιχειρήσεις που περιμένουν πληρωμές από το κράτος να αδυνατούν να καλύψουν τις δικές τους υποχρεώσεις (μισθοί, ενοίκια, προμηθευτές), με τον κίνδυνο λουκέτων να είναι ορατός. Μάλιστα η κατάσταση αυτή δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο που επιβραδύνει συνολικά την οικονομική ανάπτυξη καθώς η πρακτική αυτή του Δημοσίου δημιουργεί ένα «κενό» ρευστότητας, το οποίο επί της ουσίας «ρουφάει» τα χρήματα από την πραγματική οικονομία, εμποδίζοντας την ομαλή λειτουργία της.
Πρόσφατα το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθηνών (ΒΕΑ) προειδοποίησε ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου, που έχουν φτάσει ήδη τα 3,1 δισ. ευρώ, στερούν κρίσιμη ρευστότητα από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και επεσήμανε ότι η αδυναμία του κράτους να εξοφλεί έγκαιρα τις υποχρεώσεις του στερεί πολύτιμα κεφάλαια κίνησης από χιλιάδες επαγγελματίες και βιοτέχνες, περιορίζει τις δυνατότητές τους να ανταποκριθούν σε επενδύσεις, φορολογικές υποχρεώσεις και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Για τους εκπροσώπους της αγοράς η επιτάχυνση των πληρωμών του Δημοσίου αποτελεί όχι μόνο δείγμα δημοσιονομικής συνέπειας, αλλά και βασική προϋπόθεση για την ενίσχυση της παραγωγικής δραστηριότητας.
Υπογραμμίζουν επίσης ότι η ομαλή ροή πληρωμών προς τις επιχειρήσεις μπορεί να λειτουργήσει ως ισχυρός μοχλός ανάπτυξης, ενισχύοντας τη ρευστότητα, την εμπιστοσύνη και τη βιωσιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που στηρίζουν την ελληνική οικονομία.
Ανάλογη είναι και η θέση που εκφράζει η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), σύμφωνα με την οποία την ίδια ώρα που το τραπεζικό σύστημα έχει κλειστές τις γραμμές χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων οι οφειλές του Δημοσίου προς τις επιχειρήσεις ναρκοθετούν το μέλλον, καθώς οι ίδιες καλούνται να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και μάλιστα επιβαρύνονται σημαντικά όταν καθυστερούν να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους, κάτι που δεν ισχύει για το Δημόσιο όταν εφαρμόζει το ίδιο και μάλιστα για μεγάλο διάστημα.
Κρατικά φέσια
Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι τα συνολικά τα κρατικά φέσια προς τον ιδιωτικό τομέα έφταναν περίπου στα 3,1 δισ. ευρώ τον Οκτώβριο, με πρωταγωνιστή τα νοσοκομεία, ενώ οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων τον ίδιο μήνα ήταν στα 708 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των νοσοκομείων διαμορφώθηκαν στα 1,725 δισ. ευρώ τον Οκτώβριο από 1,664 δισ. ευρώ τον περασμένο Σεπτέμβριο και 1,318 δισ. ευρώ στις αρχές του χρόνου. Τα χρέη των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης ανήλθαν σε 590 εκατ. ευρώ, έναντι 612 εκατ. ευρώ τον Σεπτέμβριο και από αυτά τα 248 εκατ. ευρώ προέχονται από τον ΕΟΠΥΥ που εξακολουθεί να πληρώνει με καθυστέρηση τους ιδιώτες παρόχους υγείας.
Τα χρέη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ανήλθαν σε 239 εκατ. ευρώ, ελαφρώς μειωμένα συγκριτικά με τον περασμένο Σεπτέμβριο, μόλις κατά 1 εκατ. ευρώ, και μόλις 10 εκατ. σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2025. Στα λοιπά νομικά πρόσωπα του Δημοσίου σημειώθηκε αύξηση των οφειλών τους στα 236 εκατ. ευρώ τον περασμένο Οκτώβριο, από 226 εκατ. ευρώ τον Σεπτέμβριο και 185 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2025.
Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση αναμένεται να δώσει στις αρχές του 2026 μια πλήρη εικόνα σχετικά με το ποιοι φορείς έχουν ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις (άνω των 90 ημερών), το ύψος των οφειλών αλλά και τους λόγους καθυστέρησης, αυτό δεν αρκεί, λένε οι εκπρόσωποι της αγοράς . Και αυτό γιατί ο χρόνος για τις επιχειρήσεις που έχουν λαμβάνειν από το Δημόσιο τελειώνει και κινδυνεύουν ακόμα και να βρεθούν εκτός αγοράς, καθώς τα χρωστούμενα τους στερούν τη δυνατότητα να καλύψουν τις δικές τους υποχρεώσεις.
Οπως αναφέρει η τελευταία έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΒΕΕ που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο, η έλλειψη ταμειακών διαθεσίμων δημιουργεί επισφαλείς συνθήκες για τη διατήρηση των σημερινών ενεργών θέσεων εργασίας, καθώς το 23,23% των επιχειρήσεων με 1 έως 10 εργαζομένους δεν έχουν ταμειακά διαθέσιμα όπως και το 17,76% όσων απασχολούν περισσότερους εργαζομένους. Αντίστοιχα, το 22,5% των επιχειρήσεων με 1 έως 10 εργαζομένους και το 21,49% των επιχειρήσεων με περισσότερους από 11 εργαζομένους διαθέτουν ταμειακά αποθέματα που επαρκούν το πολύ για έναν μήνα.
Η έλλειψη ταμειακών διαθεσίμων διαπερνά οριζόντια το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων, ενώ με μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα εμφανίζεται το 35,4% των εμπορικών επιχειρήσεων, το 24,7% των επιχειρήσεων στον τομέα των υπηρεσιών και το 23,8% των επιχειρήσεων στον τομέα της μεταποίησης.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό της κυβέρνησης πάντως τη νέα χρονιά οι φορείς που θα αποδεικνύονται ασυνεπείς στις πληρωμές τους θα τίθενται υπό αυξημένη εποπτεία, ενώ τα σχετικά στοιχεία τους θα δημοσιοποιούνται σε τακτική βάση, δημιουργώντας ουσιαστικά μια «μαύρη λίστα» των μεγάλων οφειλετών του Δημοσίου.







