Παραμονές των Χριστουγέννων και η Ελλάδα βιώνει το δράμα των αγροτών κινούμενη μετ’ εμποδίων. Διάσπαρτα μπλόκα τρακτέρ κατά μήκος των εθνικών οδικών αξόνων καθιστούν τα ταξίδια επισφαλή, την προσέγγιση των χειμερινών τουριστικών προορισμών δυσχερή, τις μεταφορές αγαθών δύσκολες και την τροφοδοσία της εορταστικής αγοράς μαραθώνιο δρόμο.

Οι εικόνες που μεταφέρονται από την περιφέρεια είναι θλιβερές και δηλωτικές των παραγωγικών και αναπτυξιακών αδιεξόδων της χώρας, ιδιαιτέρως της υπαίθρου, η οποία εμφανώς πια καταδιώκεται από πλήθος διαρθρωτικών προβλημάτων, της δυσμενούς δημογραφίας συμπεριλαμβανομένης. Φανερώνοντας τα διαχρονικά ελλείμματα πολιτικής, προτεραιοτήτων, στόχων και έμπνευσης βεβαίως.

Προϊόντος του χρόνου, οι έλληνες γεωργοί δυστυχώς έμειναν πίσω, απολύτως εξαρτημένοι από τις κοινοτικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις. Αναπόφευκτη ίσως κατάληξη, όπως δηλώνουν οι σχετικές εμπειρίες από τέτοια διαρκώς επιδοτούμενα σχήματα διεθνώς. Κάποια στιγμή η επιδότηση από χαρά και ενίσχυση εξελίσσεται σε πρόβλημα. Διατηρούμενη στον χρόνο, δημιουργεί αισθήματα ψευδεπίγραφης ασφάλειας που αμβλύνει την προσπάθεια, περιορίζει το ενδιαφέρον, χάνοντας στον χρόνο αλλεπάλληλα κύματα καινοτομικής παραγωγικής και εμπορικής εξέλιξης.

Οι τρέχουσες εικόνες από την ελληνική περιφέρεια φανερώνουν ακριβώς το διαρθρωτικό παραγωγικό και εμπορικό έλλειμμα της ελληνικής γεωργίας. Παραδομένη σε παλαιά σχήματα, δεν μπορεί να ξεφύγει από τις αντίρροπες δυνάμεις του υψηλού κόστους και των χαμηλών τιμών.

Το δυστύχημα είναι ότι είχε πάμπολλες ευκαιρίες αναγέννησης και παραγωγικής ανασύνταξης, τις οποίες όχι απλά δεν αξιοποίησε, αλλά αγνόησε προκλητικά. Τα διεθνή παραδείγματα είναι πολλά. Η συνεταιριστική ιδέα κακοποιήθηκε, το δανέζικο συνεταιριστικό υπόδειγμα του δημοφιλέστερου παγκοσμίως βουτύρου Lurpak αντιμετωπίστηκε ως ξένο προς τα ελληνικά εμπορικά και παραγωγικά ήθη, το ολλανδικό παράδειγμα καινοτομίας και ανάπτυξης δεν συγκίνησε παρά ελάχιστους, η ισπανική περίπτωση ανάπτυξης του πιο ισχυρού και μοντέρνου ελαιώνα αγνοήθηκε και η ιταλική ουδέποτε προσεγγίστηκε.

Εσχάτως και αυτή ακόμη η έκρηξη του τουρισμού, οι περίπου 40 εκατομμύρια τουρίστες που επισκέπτονται κατ’ έτος τη χώρα μας, παρέμεινε και παραμένει αναξιοποίητη. Καμία διασύνδεση και συσχέτιση των εγχωρίως παραγόμενων γεωργικών προϊόντων με τα ξενοδοχεία και τις άπειρες μονάδες εστίασης και τη γαστρονομία ευρύτερα.

Και όμως η Ιταλία στέκει δίπλα μας και το παράδειγμά της είναι τόσο φωτεινό. Οι περισσότεροι γνωρίζουν και εκθειάζουν με κάθε ευκαιρία τη μεταπολεμική αναγέννηση της ιταλικής υπαίθρου, τον πλούτο των διακεκριμένων παραγωγών και των προϊόντων τους. Αγνοούν οι περισσότεροι της ελληνικής πολιτικής και παραγωγής ότι το θαύμα της Τοσκάνης δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα εξαιρετικό πάντρεμα της εξαιρετικής φύσης και των προϊόντων της με την Ιστορία και τον Πολιτισμό, με κουμπάρους τον τουρισμό και τη γαστρονομία.

Η δημοφιλία των ιταλικών αγροτικών προϊόντων και η διείσδυσή τους στις διεθνείς αγορές στηρίζονται στα εκατομμύρια των επισκεπτών που κάθε χρόνο απολαμβάνουν τοπικά τα εξαιρετικά χωρίς αμφιβολία ιταλικά προϊόντα και επιστρέφοντας εκδηλώνουν τη ζήτησή τους στις πατρίδες τους.

Ο οίκος Αντινόρι στην Ιταλία είναι ένας θρυλικός παραγωγός κρασιών με παρουσία στη Φλωρεντία από το 1385. Επί έξι αιώνες παράγει υψηλής ποιότητας κρασιά, όπως το Chianti Classico και άλλα, και είναι αυτός που κατέστησε τα ιταλικά κρασιά δημοφιλή διεθνώς. Εκείνο που αγνοούν οι περισσότεροι είναι ότι δεν παράγει απλώς και διαθέτει κρασιά. Είναι απολύτως διασυνδεδεμένος με τους τουριστικούς προορισμούς, με τις πολλές εστίες ιταλικού πολιτισμού και μέσω των επισκέψιμων οινοποιείων, μουσείων και μονάδων εστίασης που διατηρεί, προτείνει πλήθος άλλων διακεκριμένων ιταλικών προϊόντων για την απόλαυση των εκλεκτών του οίνων. Η αυθεντική ιταλική κουζίνα, τα ξεχωριστά ιταλικά τυριά και ζυμαρικά συνοδεύουν τις γευσιγνωσίες κρασιών δημιουργώντας μια μοναδική σύνθεση αγαθών και υπηρεσιών, πολλαπλασιάζοντας προφανώς τις υπεραξίες της ιταλικής αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής. Ανατρέχοντας στις ιστοσελίδες του οίκου Αντινόρι, θα δει κανείς μαζί με τα κρασιά να παρελαύνει πλήθος τουριστικών, πολιτιστικών και γευσιγνωστικών προτάσεων και ξεναγήσεων. Περιττό να σημειώσουμε ότι οι εγκαταστάσεις του οίκου Αντινόρι δέχονται περισσότερους από 1 εκατομμύριο επισκέπτες ετησίως.

Σε αντιδιαστολή, τα ελληνικά αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, από το λάδι και τη φέτα μέχρι το υψηλής ποιότητας σκληρό σιτάρι και το πλήθος των νόστιμων οπωροκηπευτικών, μεταφέρονται χύδην στο εξωτερικό, απολαμβάνοντας χαμηλές τιμές, χωρίς τις υπεραξίες που μπορεί να δημιουργήσουν με ελάχιστη εμπορική τυποποίηση και υποτυπώδη δευτερογενή επεξεργασία. Και όμως υπάρχει βάση για μια αλλαγή προτύπου, για μια επανάσταση της γεωργικής παραγωγής και αξιοποίησης του αναμφισβήτητου πλούτου της ελληνικής γης. Η διασύνδεση των γεωργικών αγαθών με τον τουρισμό, τον πολιτισμό, τους αρχαιολογικούς χώρους, τα μουσεία και την παραδοσιακή ελληνική γαστρονομία, που θα στηρίζεται στον μέγιστο βαθμό σε εγχωρίως παραγόμενα, υψηλής ποιότητας και αξίας, προϊόντα, μπορεί να αλλάξει τον ρου των πραγμάτων. Είναι η μόνη εκδοχή, το μόνο σχέδιο, που μπορεί να αλλάξει πραγματικά την τύχη των αγροτών και της εγχώριας παραγωγής μας.