Τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη τους δημιουργική συνάντηση, η Δήμητρα Γαλάνη και η Ελένη Τσαλιγοπούλου ανεβαίνουν ξανά στη σκηνή, φέρνοντας μαζί τους την πείρα, τη γνώση και την ενέργεια που τις διαπερνά. Η ακρίβεια και η αισθητική ευρύτητα της Δήμητρας, η τόλμη και η δυναμική της Ελένης, η ζωντάνια της Εστουδιαντίνας Νέας Ιωνίας και η παρουσία των μουσικών και στενών συνεργατών τους, του Σπύρου Χατζηκωνσταντίνου και του Σεραφείμ Γιαννακόπουλου, διαμορφώνουν ένα πλαίσιο για να φωτιστούν τα ξεχωριστά στοιχεία που διαμόρφωσαν το μουσικό τους ιδίωμα. Οι αφετηρίες τους ήταν διαφορετικές, αλλά τις ενώνει η ίδια φλόγα για το τραγούδι. Η συνάντησή τους αποτελεί φυσική συνέχεια της πορείας τους και μερικά όμορφα κομμάτια αυτής της διαδρομής μάς τα αποκάλυψαν, για να τα μοιραστούμε μαζί σας.
Ελένη: Η ενέργεια της Δήμητρας είναι απίστευτη, γιατί διατηρεί τη νεότητα του μυαλού και την εγρήγορση του πνεύματος. Ετσι είναι ως άνθρωπος, αυτή είναι η βάση της: το μυαλό της, η αισθητική της, η καλοσύνη της. Στοιχεία που φυσικά βοηθούν όχι απλώς στη νεότητα, αλλά στο να μπορείς να ξεπερνάς εύκολα τις δυσκολίες που προκύπτουν στη ζωή, πόσο μάλλον όταν αυτό αφορά τη μουσική. Αυτό είναι συγκλονιστικό.
Δήμητρα: Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό, αυτό που περιγράφει η Ελένη, το οποίο έχω εντοπίσει σε όλους τους σημαντικούς ανθρώπους. Εχουμε μια σχεδόν παιδική αθωότητα και έναν ενθουσιασμό για ό,τι συμβαίνει. Μια λαχτάρα που λες: «Είναι δυνατόν;». Εγώ είμαι 73 χρονών γυναίκα. Κι όμως νιώθω σαν τότε που ήμασταν μικρά, κι ερχόντουσαν οι γιορτές κι ανοίγαμε το δώρο της νονάς. Είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο. Και θεωρώ, παιδιά, ότι είναι μεγάλη ευλογία. Μεγάλη ευλογία, γιατί σημαίνει ότι η ζωή μάς προσφέρει κάτι που μας ανοίγει παράθυρα και φέρνει φως στη ζωή μας με τρόπο που εγώ τον θεωρώ πολύτιμο. Καταλήγω ότι όλοι μπορούμε να το έχουμε αυτό, όταν κάνουμε αυτό που πραγματικά λαχταράει η ψυχή μας. Δεν είναι εύκολο να το διατηρήσεις – ειδικά στη χώρα αυτή.
Ελένη: Στη δική μας δουλειά, στον χώρο της μουσικής, είναι άλλο πράγμα να θέλεις να δημιουργήσεις ένα πρόγραμμα που να αφήσει κάτι πίσω κι άλλο πράγμα να δουλεύεις απλώς για να ψυχαγωγείς. Είναι άλλο να είσαι ένας διασκεδαστής και άλλο το κάθε τραγούδι, η κάθε νότα, το κάθε όργανο, η κάθε σκέψη για το πώς θα αρχίσει, πώς θα εξελιχθεί και πώς θα τελειώσει ένα πρόγραμμα. Ολα αυτά είναι τέχνη. Και μέσα από τη μουσική γίνονται ένα υπέροχο παιχνίδι τέχνης που μας ανοίγει ορίζοντες, μας κάνει καλύτερους, πιο ανοιχτούς, πιο ανθεκτικούς.
Δήμητρα: Το να είσαι διασκεδαστής είναι μεγάλη τιμή, Το θέμα είναι πώς διασκεδάζεις τον κόσμο και ποια είναι η πρόθεσή σου. Εκεί αλλάζει ή χαλάει το πράγμα. Και αυτό εννοεί η Ελένη.
Ελένη: Ακριβώς. Τώρα κατάλαβα γιατί πολλοί συνάδελφοί μας θέλουν μόνο να είναι διασκεδαστές και κρύβονται πίσω από αυτό, όπως είπε η Δήμητρα. Γιατί, πράγματι, το να είσαι διασκεδαστής είναι πολύ σημαντικό. Καλή ώρα, αυτό που κάνει η Δήμητρα – και αυτό που κάνω όλη μου τη ζωή κι εγώ: εκτός από τη διασκέδαση, να υπάρχει και μια σοβαρή ιστορία από πίσω.
Δήμητρα: Αυτό φαίνεται και τώρα, σε αυτή την καταπληκτική συνεργασία που έχουμε και με την καταπληκτική ορχήστρα, την Εστουδιαντίνα Νέας Ιωνίας, υπό τη διεύθυνση του Ανδρέα Κατσιγιάννη, αλλά και με τον Βασίλη Προδρόμου, έναν νέο δημιουργό, μουσικό και υπέροχο άνθρωπο. Στην υπέροχη παρέα υπάρχουν δύο μουσικοί και στενοί μας συνεργάτες: ο Σπύρος Χατζηκωνσταντίνου στην ηλεκτρική κιθάρα και ο Σεραφείμ Γιαννακόπουλος στα τύμπανα, που μας απογειώνουν. Η διασκέδαση όταν έχει ουσία, λόγο και στόχο αποκτά άλλο νόημα. Και ο στόχος, με ένα τέτοιο μουσικό σύνολο, είναι να πιάσουμε την κλωστή που ενώνει – και εύχομαι να ενώνει αιωνίως – κάθε νέα γενιά. Την κλωστή που λέγεται λαϊκό τραγούδι: την παράδοση, το λαϊκό τραγούδι του χθες, του σήμερα και του αύριο. Αυτός ο κύκλος δεν έχει σπάσει ποτέ και δεν πρέπει να σπάσει. Οταν λειτουργεί αυτή η βάση, σε όλα τα επίπεδα το αποτέλεσμα είναι λαμπερό. Για παράδειγμα, η εκπομπή του Νίκου Πορτοκάλογλου (σ.σ.: «Το μουσικό κουτί»), στην οποία πέρασε όλο το ελληνικό τραγούδι. Το ίδιο συμβαίνει και στο ραδιόφωνο όταν αυτό αποτελεί εξαίρεση και αντιστέκεται στη γενική τάση της playlist.
Ελένη: Το μόνο πράγμα που μας μένει στην κυριολεξία είναι το live. Μέσα από αυτό συνεχίζει ο κόσμος, που πραγματικά ενδιαφέρεται, να έρχεται, να ακούει, να συνδέεται ουσιαστικά με τα τραγούδια μας. Με νύχια και με δόντια προσπαθούμε να βρούμε, όπως λέει η Δήμητρα, κάποια καλή εκπομπή, έναν καλό παραγωγό στο ραδιόφωνο, που κάνει τη διαφορά και χαιρόμαστε και αισθανόμαστε ότι είμαστε συνεπιβάτες, ότι είμαστε συνάδελφοι και αγαπάμε το ίδιο τη μουσική.
Δήμητρα: Στο «Χάραμα» σκαλίσαμε πολύ τη μνήμη. Ανακαλέσαμε πράγματα που για λίγο είχαν κοιμηθεί, είχαν περάσει σε δεύτερη μοίρα. Το ίδιο γίνεται και τώρα. Αλλά εδώ πια έχουμε και το καταπληκτικό αποτέλεσμα ότι όλη αυτή η μνήμη – που αποτελείται από το λαϊκό μας κλασικό τραγούδι και την παράδοση – σήμερα αποτυπώνεται με μοναδικό τρόπο στο νέο ελληνικό τραγούδι. Δεν θέλω να του δώσω όρο, λαϊκό ή οτιδήποτε. Το συγκλονιστικότερο είναι ότι αποτυπώνεται με τον ίδιο βαθύ σεβασμό προς τη γλώσσα μας – που παράγει πολιτισμό. Είναι πάρα πολύ σοβαρό αυτό που γίνεται από αυτούς τους δημιουργούς, από αυτόν τον πυλώνα ανθρώπων, και θέλουμε να το τιμήσουμε φέτος.
Ελένη: Υπάρχει μια βαθιά διαχρονικότητα σε όλο αυτό. Από τη δεκαετία του ’90, από τότε που συναντηθήκαμε με τη Δήμητρα, εκείνη είχε ήδη έναν δικό της κόσμο και αγαπούσε πολύ τον λαϊκό πολιτισμό και τα λαϊκά τραγούδια. Εγώ εκείνη την περίοδο μόλις είχα εμφανιστεί και μαζί με έναν νέο κύκλο δημιουργών είχαμε αρχίσει να διαμορφώνουμε μια νέα τάση γύρω από το έντεχνο λαϊκό τραγούδι. Και τότε γεννήθηκε μια ολόκληρη γενιά – αυτό που λέμε «το έντεχνο», η γενιά του ’90 –, η οποία εξελίχθηκε μέχρι σήμερα. Με απώλειες βέβαια, αλλά δημιούργησε μια πραγματικά ωραία μουσική, μια γενιά που με την τρέλα της κατάφερε να φτάσει σε όλη την Ελλάδα. Ως τραγουδίστρια έγραψα τη δική μου ιστορία με τους συνθέτες της γενιάς μου, αλλά αγαπάω και πάρα πολλά κομμάτια του ελληνικού τραγουδιού από την παράδοση, τη Σμύρνη, όλη τη σχολή της Ιωνίας, τα λαϊκά τραγούδια, μέχρι και τη σημερινή έντεχνη γραφή.
Δήμητρα: Αυτό που επιχειρώ πάντα είναι να κάνω τις απαραίτητες συνδέσεις και να δίνω την πληροφορία όσο μπορώ, το κοινό να πάρει την πληροφορία, αν δεν την έχει πάρει ότι αυτό που περιγράφουμε η Ελένη και εγώ δεν έχει σταματήσει, όσο αντίξοες και αν είναι οι συνθήκες. Και επιτρέψτε μου, γιατί είμαι και μεγάλης ηλικίας, και να το βλέπω με συγκίνηση. Γιατί συμβαίνουν τόσο πολλά πράγματα για να μας κόψουν τη συνέχεια. Γι’ αυτό το βρίσκω όχι απλώς συγκινητικό, αλλά ηρωικό το γεγονός ότι συνεχίζεται με τέτοιο πάθος, με τέτοιον τρόπο. Οτι τα νέα παιδιά ξανακούνε παραδοσιακή μουσική, ακούνε, χορεύουν καλαματιανό. Η παράδοση και η Ελένη είναι ένα σώμα. Συγκροτεί αυτό το σώμα με τον πιο ευγενή τρόπο μέσα από την οπτική της και την αιώνια εφηβεία της – γιατί η Ελένη είναι έφηβη συνεχώς. Είναι τόσο ήσυχη με αυτό που κουβαλάει μέσα της, που αυτό τής επιτρέπει να δοκιμάζεται.
Ελένη: Δήμητρα, σταμάτα λίγο να μιλάς για μένα, γιατί πρέπει να πω εγώ το πιο σημαντικό και πρόκειται για την εξής ιστορία. Θέλω να ξεκινήσω από την αρχή, για να καταλάβεις τι ακριβώς είναι η Δήμητρα Γαλάνη. Οταν συναντηθήκαμε στο «Χάραμα», η Δήμητρα είχε πάντα βαθιά σχέση με το λαϊκό τραγούδι, αν και μέχρι τότε δεν είχε τραγουδήσει πολλά λαϊκά τραγούδια. Μπήκαμε λοιπόν στη διαδικασία να βρούμε μαζί το κατάλληλο ρεπερτόριο, και τη στηρίξαμε όλοι – μια υπέροχη ομάδα μουσικών που την αγαπάμε και τη θαυμάζουμε. Και εκεί ακριβώς ξεκινάει η μαγεία: η Δήμητρα ανοίγει όλο της το είναι. Παρά το λυρικό της ύφος, είναι ένας άνθρωπος που αγαπά και τραγουδά με πάθος, ανοιχτά και έντεχνα, με απόλυτη αυθεντικότητα. Στην αρχή είχε ενδοιασμούς: «Δεν είμαι λαϊκή τραγουδίστρια» μου έλεγε. Κι όμως, βρήκε τον τρόπο να ξεπεράσει κάθε δισταγμό. Δημιούργησε μια νέα μορφή λαϊκής τραγουδίστριας, έξω από τα κλισέ του παραδοσιακού τραγουδιστή, και αυτό την έκανε, από εκείνη τη στιγμή και μετά, αγαπημένη των Ελλήνων.







