«Εγώ σου λέω: επιτόπου στροφή και ξαναπάμε στο μέρος. Ούτε θα μου αρνείσαι, ούτε θα αντιλέγεις. Ενα από αυτά τα τσογλάνια έβρισαν τη μάνα μου, την οικογένειά μου. Νομίζεις ότι εγώ είμαι σαν τους δημοτόμπατσους που περιφέρονται στην πόλη και τους περιγελούν; Κάνεις μεγάλο λάθος. Εγώ, φίλε, είμαι από τη Μάνη και αυτά δεν τα σηκώνω. Ενα κάρο κωλόπαιδα μαζεμένα στον πεζόδρομο να βρίζουν τη μάνα μου. Κι αν εσύ έχεις να πας μόλις τελειώσει η βάρδια στον φίλο σου τον Νικόλα να τα πιείτε για τη γιορτή του δεν με αφορά καθόλου. Θα γυρίσεις, θα ξαναπάμε στη Ζωοδόχου Πηγής και εκεί όλα θα αποκατασταθούν».

Οι τεντωμένες φλέβες στο μέτωπο του ειδικού φρουρού σχημάτιζαν σχεδόν ένα νευρώδες «ύψιλον». Ο ίδιος έπιανε νευρικά το όπλο του δεξιά από την εσωτερική ζώνη και εντελώς νευρικά κουνούσε το πόδι του μέσα στο αστυνομικό όχημα. Ο Σαραλιώτης έστριψε με γρήγορες κινήσεις το τιμόνι του. Πίσω από το πάρκο της Ναυαρίνου ξαναέστριψε δεξιά βγαίνοντας παράνομα από τη Χαριλάου Τρικούπη εκ νέου στη Ζωοδόχου Πηγής και εκεί ακριβώς στη γωνία όπου βρίσκεται το μπαρ Μύλος σταμάτησε το όχημα. Ο Κορκονέας με μία σχεδόν θεαματική κίνηση εξήλθε από το όχημα και κατευθύνθηκε στον πεζόδρομο προς τη Μεσολογγίου. «Τι θέλετε, ρε κωλόπαιδα; Για ξαναπείτε αυτό που είπατε πριν λίγο!».

Στο βάθος μία παρέα μαυροντυμένων νέων έδιναν την εικόνα διάσπαρτης αγέλης μέσα στη νύχτα. Κάποιοι εξ αυτών είχαν αρχίσει να φωνάζουν, κάποιοι έκαναν χειρονομίες προς τον ειδικό φρουρό ενώ ένας, ο πιο νέος και ο πιο μικρός, ξεχώρισε λίγο πιο μπροστά μετωπικά στον φρουρό. Χωρίς να το σκεφτεί δεύτερη φορά ο Κορκονέας έβγαλε το όπλο του, σημάδεψε, όπλισε και πυροβόλησε.

Ο ήχος διέκοψε τη βραδινή γιορτή του Αγίου Νικολάου στα Εξάρχεια. Οι περίοικοι βγήκαν αμέσως στα μπαλκόνια στη Ζωοδόχου Πηγής, στη Μεσολογγίου, στη Χαριλάου Τρικούπη προσπαθώντας να καταλάβουν τι έχει γίνει. Ο Κορκονέας επέστρεψε γρήγορα και μπήκε στο όχημα. Κάθισε δίπλα στον Σαραλιώτη. «Τι έκανες, ρε συ;» του φώναξε ο πρώτος. «Προχώρα και μη μιλάς. Αν λάβουμε σήμα θα απαντήσω εγώ». Από τον ασύρματο ακούστηκε η βροντώδης φωνή από τα κεντρικά της ΓΑΔΑ. «Τι συνέβη όχημα 5; Υπάρχει καταγραφή και κλήση για περιστατικό πυροβολισμού στη γωνία Μεσολογγίου και Ζωοδόχου Πηγής».

Αμέσως έπιασε τον ασύρματο νευρικά ο συνοδηγός. «Εδώ ειδικός φρουρός Κορκονέας. Λίγο πριν είχαμε μια μικρή συμπλοκή με αναρχικούς νέους στην οδό Μεσολογγίου. Το περιστατικό είναι υπό έλεγχο». Εκλεισε τον ασύρματο χωρίς να κοιτάξει τον Σαραλιώτη, ο οποίος συνέχισε να οδηγεί πολύ γρήγορα από τη Σόλωνος προς την Καποδιστρίου.

Στον πεζόδρομο της Μεσολογγίου ο νεαρός είχε πέσει κάτω. Τα σκάγια (ευτυχώς) ήταν ξώφαλτσα. Οι υπόλοιποι νέοι άρχισαν να ξεπροβάλλουν από τις γύρω γωνίες, από τα καφέ, από τα μπαράκια προσπαθώντας να δουν τι είχε συμβεί. «Αλέξη, είσαι καλά;». Ο κολλητός του Νικόλας στεκόταν όρθιος πάνω από τον πεσμένο νέο. «Τη γλίτωσα, ρε συ, αλλά αυτός ο τύπος ήταν τρελός. Με σημάδεψε κανονικά αλλά πρόλαβα και να τρέξω. Ρε συ, αυτός ήταν τελείως ψυχοπαθής».

Οι νέοι μαζεύτηκαν στο σημείο προσπαθώντας να δουν αν είναι καλά ο μικρός. Αυτός καθόταν ήδη στο κατώφλι μιας πολυκατοικίας ξεσκονίζοντας το μαύρο fly μπουφάν του. Οι πιο παλιοί μαζεύτηκαν επίσης στον πεζόδρομο ενώ ένα περιπολικό πλησίαζε εκ νέου από τη Ζωοδόχου Πηγής. Αρχισαν να πετάνε μπουκάλια από μπίρες και να βρίζουν. «Μαζέψτε τους δολοφόνους σας!». Μία επιτόπια λαϊκή συνέλευση αναρχικών και ελευθεριακών οργανώθηκε στο κάτω Πολυτεχνείο ακριβώς για να μιλήσουν για το περιστατικό. Πήραν τον λόγο οι παλιοί λέγοντας ότι η αστυνομική βία γρήγορα θα έχει θύματα ενώ αμέσως μετά μίλησε και ο μικρός Αλέξανδρος, ο οποίος, ακόμη σε σοκ, είπε ότι απλώς έβρισαν τον ειδικό φρουρό και εκείνος επέστρεψε και πυροβόλησε προς τη μεριά τους.

Η λαϊκή συνέλευση αποφάσισε μόνο για εκείνο το βράδυ κατάληψη του Πολυτεχνείου. Γρήγορα συγκεντρώθηκαν και άλλοι του λεγόμενου «μαύρου» χώρου και μικρής έκτασης επεισόδια άρχισαν να εξελίσσονται Στουρνάρη και Πατησίων. Στο twitter και στα κανάλια – με πρώτο το Alter – ανακοινώθηκε ο πυροβολισμός ενώ όπως είπαν σε δηλώσεις τους οι υπουργοί Προκόπης Παυλόπουλος και Παναγιώτης Χηνοφώτης αμέσως θα γινόταν έρευνα για το περιστατικό. Αν – όπως διευκρίνισαν – βέβαια ίσχυε.

Ο μικρός Αλέξανδρος το βράδυ γύρω στις 11 μ.μ. έφυγε από την πίσω πύλη του ΕΜΠ από την Τοσίτσα ενώ τα επεισόδια είχαν αρχίσει ήδη να εξατμίζονται και να συρρικνώνονται και με τον φίλο του, Νικόλα, κίνησαν προς το Ψυχικό, σε ένα πάρτι σε σπίτι φίλων με αφορμή τη μεγάλη γιορτή του Αγίου Νικολάου «Ρε συ, αν με σκότωνε τι θα γινόταν απόψε;» είπε ο Αλέξανδρος στον Νικόλα μέσα στο τρόλεϊ. «Τι θα γινόταν, ρε Αλέξανδρε; Ξέρω γω; Δεν είμαι βέβαιος ότι θα γινόταν και κάτι. Η κοινωνία είναι εντελώς παθητική, όλοι είναι πια καταναλωτές, όλοι πάνω από τα κινητά τους. Καμία αγωνιστική διάθεση για τίποτα. Ασ’ το, μην το σκέφτεσαι καν. Φτηνά τη γλίτωσες. Γλιτώσαμε». Το τρόλεϊ ανέβαινε λαχανιασμένο τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Στην κάθοδο το υπηρεσιακό όχημα με τον υπουργό Παιδείας Ευριπίδη Στυλιανίδη κατευθυνόταν στα μπουζούκια της Ιεράς Οδού.