Αν ο θρίαμβος που σημείωσε ο Ζοράν Μαμντάνι στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού έγινε δεκτός με ενθουσιασμό, αναπτερώνοντας το ηθικό των ένθεν του ωκεανού σοσιαλιστών, η εκ μέρους τους αγωνιώδης αναζήτηση στη νίκη της Νέας Υόρκης συνταγών επιτυχίας γενικότερης ισχύος μάλλον προδίδει τη στρατηγική αδυναμία των εκτός Ιβηρικής Χερσονήσου ομοϊδεατών τους να αντιληφθούν το είδος, το βάθος και τα αίτια της κρίσης που εξακολουθεί να μαστίζει τα κόμματά τους.
Γιατί, αν τριάντα ολόκληρα, παρά λίγες ημέρες, χρόνια μετά τον θάνατο του Φρανσουά Μιτεράν, του τελευταίου των μεγάλων ευρωπαίων σοσιαλιστών ηγετών, θεωρούν ότι το πρόβλημά τους είναι μόνον ή έστω πρωτίστως επικοινωνιακό, αυτό προφανώς σημαίνει ότι απέχουν πολύ ακόμα από την ανάκτηση της πάλαι ποτέ ηγεμονίας τους.
Εκείνο που, εκτός των άλλων, διαφεύγει την προσοχή των θαυμαστών του Μαμντάνι είναι ότι ο ίδιος αποτελεί προϊόν που ευδοκίμησε σε ένα περιβάλλον σαν αυτό του απόλυτου αμερικανικού δικομματισμού και του αντίστοιχου ακραίου διχασμού που σήμερα αναπτύσσεται στις ΗΠΑ. Ως εκ τούτου, δύσκολα μπορεί να μεταφυτευθεί σε πολιτικά πολυκερματισμένα περιβάλλοντα, όπως είναι αυτά που επικρατούν στις σημερινές πολιτικά κατακερματισμένες ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι χρόνια τώρα οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές μοιάζουν να πιστεύουν περισσότερο στα επικοινωνιακά θαύματα παρά στον εαυτό τους και στην ικανότητά τους να αναλύουν την πραγματικότητα με τρόπο που να συλλαμβάνει στην ολότητά τους τις πολλαπλές διαστάσεις που καθορίζουν τις πολιτικές προτιμήσεις και διαφοροποιούν τις εκλογικές συμπεριφορές των επιμέρους κοινωνικών ομάδων.
Κάπως έτσι άλλωστε τους διέφυγαν οι επιπτώσεις μιας σειράς φαινομένων όπως ήταν η αύξηση των μεταναστευτικών ροών, η επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής, η μετατόπιση των ενδιαφερόντων των νεότερων ηλικιών σε θέματα και αντιθέσεις εκτός συμβατικής πολιτικής ή η μαζική υποκατάσταση των παραδοσιακών ΜΜΕ από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ετσι σήμερα φαίνεται να τους διαφεύγει το γεγονός ότι δεν είναι ούτε «το τέλος των ιδεολογιών» ούτε η απόσβεση των διαχωριστικών γραμμών που χάραξαν τις διαιρετικές τομές μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς που καθιστούν πιο πολυπαραμετρική τη διαμόρφωση της πολιτικής κοινής γνώμης και την έκβαση του κομματικού ανταγωνισμού.
Είναι πολύ περισσότερο η έξαρση μιας σειράς νέου τύπου αντιθέσεων, όπως είναι για παράδειγμα αυτές που επανέρχονται μεταξύ πόλεων και υπαίθρου ή αυτές που εκδηλώνονται μεταξύ των εκτός και εντός των τειχών πολιτών. Ενίοτε μάλιστα είναι ακόμα σημαντικότερες οι πολύ συχνές συγκρούσεις ανάμεσα στον υποκειμενισμό των ατομικών πεποιθήσεων και στον ορθολογισμό των οικονομικών συμφερόντων που περιπλέκει τους υπολογισμούς των στρατηγικά σκεπτόμενων πολιτών.
Σε κάθε πάντως περίπτωση, άλλες είναι οι εκλογικές δυναμικές που αναπτύσσονται υπό συνθήκες διπολικών συγκρούσεων και άλλες αυτές που υφίστανται υπό το καθεστώς της μεταβλητής γεωμετρίας των τρικομματικών ή των πολυκομματικών αναμετρήσεων.
Ισως γι’ αυτό είναι καιρός να θυμηθούν οι ευρωσοσιαλιστές πόσο δίκιο είχε ο πρόγονός τους Ζαν Ζωρές όταν στις αρχές του προηγουμένου αιώνα επισήμαινε τη νοσηρότητα, τη σύγχυση και την αστάθεια που δημιουργεί η έλλειψη ενός ισχυρού δικομματισμού. Τα βάσανα της χωρισμένης σε τρία ισοδύναμα ιδεολογικοπολιτικά μπλοκ πατρίδας του, της Γαλλίας, επιβεβαιώνουν την οξυδέρκειά του. Πού να ήξερε τον νόθο ελληνικό οιωνεί μονοκομματισμό.
Ευτυχώς, ιστορικά αποδεικνύεται ότι μόνο η δικομματική πολιτική αρχιτεκτονική αντέχει στον χρόνο. Ευτυχώς γιατί είναι η μόνη που αποτρέπει τη μετατροπή του κομματικού ανταγωνισμό σε τυχοδιωκτικό παίγνιο.
O Γιώργος Σεφερτζής είναι πολιτικός
επιστήμονας – αναλυτής







