Ο διαγωνισμός της Γιουροβίζιον είναι ο θεσμοθετημένος ποπ διαγωνισμός μιας πλευράς της ευρωπαϊκής ελαφρότητας, της πιο αντιπνευματικής. Αλλά τα τελευταία χρόνια πήρε τα χαρακτηριστικά μιας επιθετικής έκθεσης των καλλιτεχνικών προϊόντων της κουλτούρας που υποδαυλίζει η ταυτότητα των φύλων. Σε μεγάλο βαθμό, δηλαδή, ο διαγωνισμός που διοργανώνεται από την Ευρωπαϊκή Ραδιοτηλεοπτική Ένωση (EBU), τα τελευταία χρόνια, είναι πεδίο έκθεσης ενός καλλιτεχνικού ρεύματος, με μεγάλη αφαίρεση αντίστοιχου του σοσιαλιστικού ρεαλισμού για σεξουαλικές μειονότητες.
Επειδή στον δυτικό κόσμο η έκφραση είναι über alles και επειδή στον χώρο του τηλεοπτικού θεάματος, που έχει εξελιχθεί σε οπτικοακουστικό πολυθέαμα, είναι σημαντικό να έχουν χώρο καλλιτέχνες που κιθαρωδούν και ου φονεύουν, όλα καλά με τη Γιουροβίζιον και με την εξέλιξή της. Μόνο που, τα τελευταία χρόνια, όταν οι επιμέρους ταυτότητες άρχισαν να διεκδικούν ζωτικό χώρο σε βάρος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας (διαβάστε, αν σας πέσει στα χέρια, το υπέροχο βιβλίο του Μαρκ Λίλα «Κάποτε φιλελεύθερος και πάλι φιλελεύθερος», εκδ. Επίκεντρο), η κυρίαρχη αισθητική της Γιουροβίζιον ιδεολογικοποιήθηκε επιθετικά, και μέσω της πολιτικής ορθότητας επιδιώκει να παίξει κανονιστικό ρόλο στις κοινωνίες μας. Κατασκευάζοντας, στον χώρο του λόγου όπου όλα είναι ελεύθερα, αντιθέσεις (κανένα πρόβλημα) αλλά και απαγορεύσεις.
Η Γιουροβίζιον είναι ένας διαγωνισμός που μεγάλωσε επειδή βρέθηκε στο επίκεντρο της μουσικής βιομηχανίας και επειδή η τεχνολογική επανάσταση την έκανε μια μεγάλη γιορτή της παγκοσμιοποίησης. Η δημοτικότητα του διαγωνισμού την έκανε περιζήτητη και εκτός Ευρώπης, ή μάλλον και εκτός της Δυτικής Ευρώπης (αφού τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, οι χώρες του κομμουνιστικού μπλοκ δεν συμμετείχαν), γι’ αυτό και από τη δεκαετία του 1970 συμμετείχαν στον διαγωνισμό και χώρες από τη Βόρεια Αφρική και τη Δυτική Ασία. Ανάμεσά τους, και το Ισραήλ από το 1973. Το Ισραήλ παρέμεινε και τα επόμενα χρόνια, ευλόγως: είναι η μόνη δημοκρατική χώρα της Δυτικής Ασίας με κουλτούρα ελευθερίας, ανάλογη της κουλτούρας που είναι συνώνυμη των δυτικών αξιών.
Φτάσαμε όμως στο υπέροχο 2025 – και αίφνης, διά της πολιτικής των ταυτοτήτων, επιχειρήθηκε ο αποκλεισμός του Ισραήλ από τη Γιουροβίζιον. Ο λόγος; Ο τυπικός λόγος του προοδευτισμού που τροφοδότησε το περίφημο κίνημα «Free Palestine», στην ουσία αντιδυτικό κίνημα στήριξης της Χαμάς το οποίο αντιμετώπισε τους πολίτες του Ισραήλ και συλλήβδην τους Εβραίους με τα στερεότυπα του αντισημιτισμού. Ο προοδευτισμός, δηλαδή, στοχοποίησε τους πολίτες ενός εθνικού κράτους, τους ομοεθνείς τους της διασποράς και την εθνοθρησκευτική τους ταυτότητα μόνο και μόνο επειδή είναι Εβραίοι.
Επειδή, δηλαδή, αναζωπυρώθηκε ένα παραδοσιακό αντιεβραϊκό μίσος, φτιαγμένο από στερεότυπα. Αυτό που ο καθηγητής Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ περιγράφει ως «μίσος υψηλής έντασης, μίσος λυσσώδες, διακριτό από το συνηθισμένο μίσος, το οποίο δεν διστάζει να προσφεύγει σε μύθους ή ιδεολογικοποιημένα φαντάσματα για να εξαπολύσει τις πιο φανταστικές κατηγορίες τις οποίες πιστεύουν όλο και περισσότεροι εχθροί των Εβραίων. Κυρίως, όμως, ένα μίσος χωρίς γιατί, ένα μίσος το οποίο θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε οντολογικό» («The Books’ Journal», τχ. 169).
Αυτό το μίσος η EBU το απέκλεισε. Επειδή όμως υπάρχει και διαβρώνει τις κοινωνίες μας, ήταν μια πρώτη νίκη. Εχει ιδιαίτερη σημασία ότι κερδήθηκε στην επικράτεια της ελαφρότητας, εκεί όπου η πολιτική ακολουθεί ευκολότερα τα στερεότυπα.







