Διάβαζα πολλές αναρτήσεις (ίσως μάλιστα περισσότερες σε σχέση με άλλες περιόδους) παλαιών «συμπολεμιστών» σχετικά με το Πολυτεχνείο. Την εξέγερση του 1973, αλλά και του 1980. Για το κίνημα, την εξέλιξή του, την επιρροή που άσκησε. Δημοσιεύσεις με αναμνήσεις, συμπληρώσεις, διορθώσεις, διαφωνίες, υπερθεματισμούς.
Δημοσιεύσεις φωτογραφιών, ποιος φαίνεται, από ποια πλευρά του συγκροτήματος ξέφυγε, πού έγινε η μεγάλη σύγκρουση του 1980 (στην Οθωνος ή στην αρχή της Βασιλίσσης Σοφίας) κ.λπ. Μικρές λεπτομέρειες, μικρές εισφορές, μικρές ανανεώσεις της ιστορικής πληροφορίας, που μεγεθύνουν τη νοσταλγία, δηλαδή την κατασκευή ενός πολιτικού ονείρου, ενός δηλαδή «κόμματος» ασαφούς, προσωπικού, αχανούς.
Θα μπορούσε κανείς να βρει ίχνη μιας τέτοιας νοσταλγικής στροφής και στους δεξιούς, τους λάτρεις της καραμανλικής μεταφυσικής.
Ναι, δεν μας αρέσει η δική μας πραγματικότητα, ας αναχωρήσουμε για μια άλλη. Κάπως έτσι; Η νοσταλγία θεωρείται πολιτικά κάτι ασχημάτιστο, ηττοπαθές, μη λειτουργικό. Υποτίθεται δεν οδηγεί πουθενά. Εντούτοις φαίνεται ότι η νοσταλγία είναι η διέξοδος για το μεγάλο ποσοστό των σημερινών, μετρημένων δημοσκοπικά, απογοητευμένων, που «κατοικούν» στο σπίτι τους μέσα σε μια συμπαγή ιδιωτικότητα ή που φτερουγίζουν ανόρεχτα και περιστασιακά σε διάφορα κόμματα.
Ολη αυτή η ύλη μιας «πλάγιας» ιστορίας έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Είναι μια εξελισσόμενη ιστορία, όχι μεγάλη, αλλά εντούτοις περιέχουσα.
Π.χ. ένας «καλοτεχνίτης» που τo 1973 κρύφτηκε μέρες μετά την εξέγερση στα υπόγεια της σχολής είναι ένα μικρό, αλλά μέγα γεγονός. Πολλοί που θυμούνται και επικυρώνουν την αφήγηση εγγράφονται και αυτοί ως μέλη αυτής της «δεύτερης», της όχι ευρέως ορατής ιστορίας.
Της μικροϊστορίας. Ενας συμφοιτητής που ανακάλυψε ένα κάγκελο που έλειπε από την περίφραξη του Πολυτεχνείου προς την πλευρά της Τοσίτσα το 1979 και μπορούσε κόσμος να μπαινοβγαίνει τη περίοδο της σύγκρουσης για τον Ν. 815 και της παράλληλης εσωφοιτητικής σύγκρουσης είναι ένα μικρό περιστατικό, υπογραμμίζει όμως και την πολιτική τομή που χώριζε τις ανταγωνιζόμενες φοιτητικές παρατάξεις για την ηγεμονία.
Ενα λεπτό. Ποιος νέος καταλαβαίνει αυτό που γράφω; Πρέπει να γνωρίζει τη μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα κυρίως στην Πανσπουδαστική και τον υπόλοιπο χώρο (από «αριστερίστικες» ομάδες μέχρι ανανεωτική Αριστερά), πρέπει να γνωρίζει την τοπογραφία του ιστορικού πολυτεχνείου, τη σύγκρουση στο Χημείο, να γνωρίζει πρόσωπα των τότε φοιτητικών μικροηγετών, πρέπει να γνωρίζει τα επεισόδια των συγκρούσεων, των φραξιών, των συνελεύσεων στου Γκίνη, στο Μαχ κλπ., κλπ.
Ενα σχεδόν ακατανόητο, στον νέο αναγνώστη, νέφος μικρών αφηγήσεων, που πέρα από τον ιστορικό που πρέπει να τις ταξινομήσει και οργανώσει σε αφηγηματικό σώμα, δηλώνουν τη βαθύτερη απέχθεια για το σημερινό χάλι και όχι την ενδεχόμενη αναπόληση μιας νεότητας που είχε και την επαναστατική χροιά της, όπως είχε και την ερωτική ακμή της.
Η νοσταλγία αφορά τους μεγάλους. Η αγωνία τους μικρούς.
Οι μεγάλοι παρκάρουν τις διαψεύσεις, οι μικροί τις απολύσεις (από μια πραγματικότητα που αρνείται να τους «προσλάβει», να τους αγαπήσει). Κάθε γενιά ενθέτει τις δικές της λεπτομέρειες που θεωρεί, συχνά μάταια, ότι έπαιξαν κάποιον ρόλο στην ιστορία αυτής της χώρας. Ετσι κάθε γενιά διαμορφώνει τα «δικά της Πολυτεχνεία», όχι από πολιτικό ναρκισσισμό, αλλά εντέλει από πολιτικό πεσιμισμό.
Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, καθηγητής στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ







