Τα ιδανικά και οι αξίες μιας ηπείρου που οραματιζόταν τη σύνδεση των λαών της μέσω της αλληλεγγύης πολιτισμού και κοινού οράματος μοιάζουν σήμερα να υποχωρούν μπροστά στη σκληρή λογική των οικονομικών δεικτών. Αυτό είναι ένα μόνο σημείο της κοινής παραδοχής που διαπερνά συνειδήσεις σε όλη την Ευρώπη και ανατέμνει ο Κώστας Παπακωστόπουλος στην Εναλλακτική Σκηνή. Ο σημαντικός σκηνοθέτης καταθέτει την κραυγή ενός πλανήτη που δοκιμάζεται με το έργο «Ο ομφαλός της γης», βασισμένο στο ομώνυμο κείμενο του γερμανού συγγραφέα Φινκ Κλάιντχοϊ. Το νήμα της αφήγησης κρατάει η Πυθία την οποία ερμηνεύει η γερμανίδα ηθοποιός Λίζα Ζοφί Κουστς που δίνει στο μυθικό αυτό πρόσωπο μια σύγχρονη φωνή. Ο Κώστας Παπακωστόπουλος μιλά για το εγχείρημά του το οποίο συντάσσεται μέσα από έναν πολυδιάστατο λόγο, μουσική, βίντεο και μετατρέπεται σε σύγχρονη προφητεία για την οικολογική και ανθρώπινη επιβίωση.
Το κείμενο του Φινκ Κλάιντχοϊ το διαβάσατε ως οικολογική αλληγορία, ως προφητεία ή ως προσωπική εξομολόγηση; Πώς αυτή η ανάγνωση διαμόρφωσε τη σκηνοθετική σας ματιά;
Θα έλεγα πως το κείμενο μοιάζει με μια εξομολόγηση του συγγραφέα, ο οποίος επιλέγει να μιλήσει μέσα από τη φωνή της Πυθίας για να αποκαλύψει τους δικούς του φόβους, τις δικές του αγωνίες. Ηδη όμως είχε προηγηθεί η δική μου εσωτερική ανάγκη να στραφώ στο ζήτημα της κλιματικής κρίσης από τον Αύγουστο του 2023, όταν ξέσπασαν οι μεγάλες πυρκαγιές στη Ρόδο, στην Πάρνηθα, στον Εβρο και στο δάσος της Δαδιάς. Την ίδια εκείνη περίοδο ο εκδοτικός οίκος Kaiser μου έστειλε το κείμενο του Φινκ Κλάιντχοϊ, σαν να ερχόταν να συναντήσει τις σκέψεις μου. Ηταν μια παράξενη συγκυρία.
Ο τίτλος «Ο ομφαλός της γης» παραπέμπει σε ένα μυθικό κέντρο, εκεί όπου ο άνθρωπος συναντά το θείο και τη φύση. Αν αυτό το κέντρο υπήρχε σήμερα, πού θα το αναζητούσατε;
Στην ενοχή μας για όσα αφήνουμε να χαθούν. Μεταθέτουμε εύκολα το βάρος στις επόμενες γενιές. Μας συγκλονίζουν οι πυρκαγιές ή οι πλημμύρες που μας πλήττουν και έπειτα, μέσα στην καθημερινότητά μας, ξεχνάμε τα πάντα. Αυτό είναι που με τρομάζει περισσότερο: η ικανότητά μας να ξεχνάμε, να απωθούμε τόσο γρήγορα την πραγματικότητα.
Επιστρέφετε στην Εναλλακτική Σκηνή, πέντε χρόνια μετά το «Europa», με ένα έργο που και πάλι κοιτάζει την Ευρώπη μέσα από την κρίση της. Πιστεύετε ότι η Ευρώπη μπορεί να μιλήσει για το μέλλον ή πλέον μιλά μόνο για τις απώλειές της;
Από το ξεκίνημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης τα οικονομικά συμφέροντα ήταν αυτά που έπαιζαν τον βασικό ρόλο στη λειτουργία της. Τα ιδανικά και οι αξίες μιας ενωμένης Ευρώπης – εκείνης που θα ένωνε τους λαούς της με δεσμούς αλληλεγγύης, πολιτισμού και κοινού οράματος – υποχώρησαν μπροστά στη λογική των οικονομικών δεικτών. Αν καταφέρουμε να αντιστρέψουμε αυτή την πορεία, τότε πιστεύω ότι η ΕΕ μπορεί να έχει μέλλον, διαφορετικά φοβάμαι πως το παιχνίδι είναι χαμένο. Βέβαια το ζήτημα της οικολογικής κρίσης δεν περιορίζεται στα ευρωπαϊκά σύνορα. Είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα που μας αφορά όλους.
Πώς αντιμετωπίσατε σκηνοθετικά τον μύθο της Πυθίας; Σας ενδιέφερε περισσότερο η προφητική της διάσταση ή η ανθρώπινη;
Η ιδέα της Πυθίας ως κλιματικής πρόσφυγος – δηλαδή μιας γυναίκας με βαθιά ανθρώπινη διάσταση – υπήρχε ήδη στο έργο του Φινκ Κλάιντχοϊ, μια σύλληψη που βρήκα εξαιρετικά ευφυή. Εγώ επέλεξα να συνδέσω τα μυθικά στοιχεία της μορφής της – τον τρίποδα, τη μέθη από τις αναθυμιάσεις, τη μυστικιστική απομόνωση – με τη σύγχρονη εικόνα μιας γυναίκας αποκομμένης από τον κόσμο, που ζει σαν αγρίμι στα βουνά. Ετσι γεννήθηκε μια νέα Πυθία: μια ασκητική, περιπλανώμενη μορφή, κάτι ανάμεσα σε μάντισσα και ζητιάνα, που εγκαταλείπει παράνομα τη Μεσόγειο, για να φτάσει ως την Ισλανδία. Κατά τη διαδρομή της σταματά στη Γερμανία, όπου βρίσκει καταφύγιο στη σκηνή ενός θεάτρου. Εκεί, μέσα από μια απρόσμενη συνάντηση με το κοινό, μιλά για την εξάντληση της Μητέρας Γης και για την ανάγκη ενός νέου κόσμου, απαλλαγμένου από τις πατριαρχικές δομές που τον οδήγησαν στην καταστροφή.
Το έργο είναι ταυτόχρονα πολιτικό και ποιητικό. Πώς κρατάτε αυτή την ισορροπία χωρίς να χαθεί η ευαισθησία μέσα στη διακήρυξη ή η οργή μέσα στην ομορφιά;
Πράγματι το εγχείρημα δεν ήταν καθόλου απλό. Η σκηνοθεσία κινδυνεύει εύκολα να μετατραπεί σε μια διδακτική διαδικασία, κάτι που εγώ προσωπικά θέλω να αποφεύγω στο θέατρο. Ενα από τα πιο δυνατά αισθητικά «όπλα» είναι η ελαφρότητα και το χιούμορ. Με αυτά μπορεί κανείς να παρουσιάσει μια τρομερή και αμείλικτη πραγματικότητα, χωρίς όμως να πνίγεται μέσα σε μια αβάσταχτη σοβαροφάνεια.
Το έργο γεννήθηκε από ένα ταξίδι στη Δαδιά – έναν τόπο που κυριολεκτικά κάηκε. Πώς μετατρέπεται μια τόσο τραυματική εμπειρία σε σκηνική πράξη χωρίς να γίνει μελόδραμα ή καταγγελία;
Η ανάγκη μου για τη δημιουργία της παράστασης είχε ήδη γεννηθεί τον Αύγουστο του 2023, όταν ξέσπασαν οι μεγάλες πυρκαγιές: στη Ρόδο, στην Πάρνηθα, στον Εβρο και στο δάσος της Δαδιάς. Ηταν το έναυσμα για να ασχοληθώ με τον «Ομφαλό της γης». Ακολούθησε το ταξίδι μου, τον Φεβρουάριο του 2024, στη Δαδιά, όπου μπόρεσα να βιώσω άμεσα τα απίστευτα αποτελέσματα της φωτιάς – την καταστροφή ενός μοναδικού βιότοπου και τις συνέπειες στη ζωή των ανθρώπων. Σε συνεργασία με το WWF Greece, συνέλεξα βιντεοληπτικό και ηχητικό υλικό από την κατεστραμμένη περιοχή, ενώ είχα την ευκαιρία να μιλήσω με κατοίκους για τις τραγικές εμπειρίες τους. Αυτό το υλικό, σε συνδυασμό με το κείμενο του Φινκ Κλάιντχοϊ, αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία του νέου έργου. Ολα αυτά μεταφέρθηκαν στη σκηνή χωρίς μελοδραματισμό ή καταγγελτικό τόνο.
Η Πυθία στο έργο είναι κλιματική πρόσφυγας. Πιστεύετε ότι βρισκόμαστε ήδη σε μια εποχή όπου η μετακίνηση ανθρώπων δεν ορίζεται πια από τον πόλεμο αλλά από την κλιματική απελπισία;
Οπωσδήποτε η κλιματική κρίση είναι, μετά τους πολέμους, η σημαντικότερη αιτία για τη μετακίνηση των ανθρώπων. Ας σκεφτούμε ποιες μετακινήσεις ανθρώπων μπορεί να προκαλέσει η λειψυδρία τα επόμενα χρόνια, ακόμα και στη μικρή μας χώρα.







