Ο Ζοράν Μαμντάνι, που κέρδισε τις δημοτικές εκλογές της Νέας Υόρκης, είναι ένας άγνωστος. Κατάφερε να γίνει γνωστός με την καμπάνια του, την εικόνα του και τις πολιτικές προτάσεις του, που επικεντρώθηκαν στις δύσκολες συνθήκες ζωής της πόλης. Υποσχέθηκε μέτρα για τα χαμηλότερα εισοδήματα, δωρεάν δημόσιες συγκοινωνίες, φτηνότερο σουπερμάρκετ, πάγωμα των ενοικίων – και κέρδισε επειδή ενσάρκωσε για πολλούς ψηφοφόρους μια ελπίδα ότι η ζωή τους θα γίνει καλύτερη.

Τηρουμένων των αναλογιών, δηλαδή, εκλέχτηκε περίπου για τα θέματα που είχαν φέρει τον Τσίπρα στην εξουσία. Υποσχόμενος ότι θα σκίσει τα Μνημόνια, ο έλληνας μαθητευόμενος μάγος βεβαίωνε ακόμα ότι θα επαναφέρει το επίπεδο της ζωής που είχε εξανεμίσει η χρεοκοπία, ότι θα ζούμε όπως παλιά – θα πλήρωναν οι Ευρωπαίοι και οι πλούσιοι. Εκτοτε, ο ταξιδιώτης με κότερο μιας πλούσιας στην Ιθάκη μετά την τραγωδία στο Μάτι ψάχνει να βρει πρόσωπα που του μοιάζουν στην άνοδο: γι’ αυτό βλέπει στον Μαμντάνι τον εαυτό του.

Ως εκ τούτου, βιάστηκε να μας εξηγήσει και το νόημα της νίκης του. Οτι είναι «νίκη απέναντι στην ολιγαρχία, στην κλεπτοκρατία, στις πολιτικές δυναστείες και στο ακριβοπληρωμένο μιντιακό σύστημα που προπαγανδίζει τα συμφέροντά τους». Συμπέρανε μάλιστα ότι «ο απάνθρωπος καπιταλισμός, η υποταγή της ελευθερίας στα κέρδη της ολιγαρχίας, το σκοτάδι της τρομακτικής κοινωνικής αδικίας, η περιφρόνηση της δημοκρατίας δεν είναι μονόδρομος».

Παρά την προχειρότητα της ανάλυσης του Τσίπρα, κάποιες αναλογίες υπάρχουν. Οπως και εκείνος το 2010-2015, ο Μαμντάνι είναι νέος, άφθαρτος και επαναστάτης, δηλώνει μαρξιστής, ως μουσουλμάνος απευθύνεται ευκολότερα στις μειονότητες και στον ακτιβισμό των ταυτοτήτων, είναι «φρι Παλεστάιν» και χειρίζεται άψογα τα σόσιαλ μίντια και τη δική του δημόσια εικόνα. Είναι νέος, έχει σπουδές, αλλά όχι τις λαμπερές σπουδές επαγγελματιών της πολιτικής, δεν έχει παρελθόν και η απήχησή του οφείλεται στο ότι θέτει στο επίκεντρο της πολιτικής του πρότασης τα προβλήματα της Νέας Υόρκης, μιας πόλης που έχει γίνει πανάκριβη. Υπόσχεται καλύτερη ζωή στους λιγότερο εύπορους, ισχυριζόμενος ότι για να το καταφέρει θα φορολογήσει παραπάνω τους πλούσιους – που είναι πολλοί στην πόλη.

Το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών και στη Νέα Υόρκη και η ανάλυση των ψήφων δείχνουν ένα πράγμα: ότι οι ψηφοφόροι αναζητούν μετριοπαθείς πολιτικούς οι οποίοι υπόσχονται λύσεις στο ζωτικό πρόβλημα της ακρίβειας, που είναι ο βασικότερος λόγος περιθωριοποίησης και κοινωνικού αποκλεισμού. Θα μπορέσει ο Μαμντάνι να υλοποιήσει έστω κάποιες από τις υποσχέσεις του; Δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα επιτύχει φτηνότερα ενοίκια σε μια πόλη όπου είναι θέσφατο οι κανόνες της αγοράς. Ούτε πώς, λογικά, μπορεί να επιβάλει σοσιαλδημοκρατική ατζέντα.

Η δυσκολία του να δρομολογήσει αλλαγές τις οποίες έχει υποσχεθεί ίσως να εξηγούν και τη σπουδή του Μαμντάνι να ιδεολογικοποιήσει τη νίκη του, δίνοντας αντι-Τραμπ χαρακτηριστικά στην παρουσία του – κάτι που άρεσε και στον ίδιο τον Τραμπ, στον οποίο αρέσουν οι πολώσεις. Η πόλωση για τον Τραμπ είναι το οξυγόνο του. Γιατί να μη μιμηθεί τον τρόπο του, από τη δική του σκοπιά, ο Μαμντάνι;

Οντως, μπορεί να σαλπίσει ιδεολογική επίθεση. Μπορεί δηλαδή να διαχειριστεί συμβολισμούς, να δώσει έμφαση στο ακτιβιστικό πλαίσιο του λόγου του και να προωθήσει πολιτικές τής ταυτότητας. Αλλά η αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων που έχουν δοθεί με έμφαση από τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του θα μετρηθούν ως αποτυχία. Αν συμβεί αυτό, εκεί η πτώση θα είναι απόλυτη, δεν υπάρχουν περιθώρια για επιστροφές και επαναλανσαρίσματα.

Το τσάμπα πέθανε

«Ο νέος ποινικός κώδικας έστειλε στη φυλακή δύο νεαρούς για ρίψη μολότοφ», διαβάζω τον τίτλο του ειδησαρίου στο σάιτ εφημερίδας προσκείμενης στον ΣΥΡΙΖΑ. Η πλήρης είδηση περιγράφεται παρακάτω: «Προφυλακιστέοι κρίθηκαν δυο νεαροί που κατηγορούνται ότι επιτέθηκαν με βόμβες μολότοφ στο τμήμα Τροχαίας Πειραιά. Μετά τις απολογίες τους ανακριτής και εισαγγελέας αποφάσισαν την προσωρινή τους κράτηση. Πρόκειται για έναν  24χρονο και έναν 20χρονο που είχαν συλληφθεί την περασμένη Κυριακή από αστυνομικούς της ομάδας ΔΙΑΣ».

Η καλή εφημερίδα σχολιάζει απαξιωτικά την είδηση τονίζοντας ότι, πλέον, η νομοθεσία για τις μολότοφ άλλαξε. «Θυμίζουμε πως ο νέος Ποινικός Κώδικας καθιστά πλέον κακουργηματική πράξη ακόμα και την κατοχή μολότοφ», εξηγεί σχολιαστικά στο τέλος του ειδησαρίου ο συντάκτης του. Είναι εμφανής η μικρή αποδοκιμασία του νόμου και της εφαρμογής του από το δημοσίευμα, είναι πάντως συγκρατημένη.

Η εποχή που η κομματική «Αυγή» εξεθείαζε τις μολότοφ και το αποτέλεσμα της χρήσης τους με το ποιηματάκι «Ω έλατο, ω έλατο, τι ωραία που αρπάζεις…» τελείωσε. Επιτέλους, η μολότοφ, όπλο στα χέρια όσων επί πολλά συνέβαλλαν στη διάλυση της κοινωνικής ζωής και στην υπονόμευση της ομαλότητας, δεν είναι παίξε γέλασε. Οποιοι τη χρησιμοποιούν, πλέον, πληρώνουν – με την προσωπική ελευθερία τους. Το τσάμπα πέθανε.