Η Παρασκευή ήταν η πρώτη από τις πολλές παρόμοιες μέρες που έχει ονειρευτεί ο Ντόναλντ Τραμπ. Ηταν φανερό, άλλωστε, ότι δεν μπορούσε να κρύψει την ικανοποίησή του όταν ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν και ο πρωθυπουργός της Αρμενίας, Ιλχάμ Αλίεφ και Νικόλ Πασινιάν, οι οποίοι κάθονταν εκ δεξιών και εξ ευωνύμων του στον Λευκό Οίκο, υπέγραψαν τη συνθήκη ειρήνης ανάμεσα στις δύο χώρες του Καυκάσου που επί δεκαετίες ήταν ορκισμένες εχθροί. Αμφότεροι, μάλιστα, δεσμεύτηκαν να προτείνουν τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών για το επόμενο Νομπέλ Ειρήνης – με αρκετούς, μάλιστα, να θεωρούν ότι θα το «κλειδώσει» εάν καταφέρει να πετύχει έστω και μια μακρόχρονη κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία.
«Πολεμούσαν μεταξύ τους επί 35 χρόνια και τώρα έγιναν φίλοι και θα παραμείνουν φίλοι για πολύ μεγάλο διάστημα», δήλωσε ο Τραμπ μετά την υπογραφή της συνθήκης. Μιας συνθήκης η οποία, ουσιαστικά, ήταν αναμενόμενη εδώ και χρόνια, μετά την πλήρη στρατιωτική επικράτηση των Αζέρων, την αποχώρηση του συνόλου σχεδόν των 120.000 Αρμενίων από τον θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ, που αποτελούσε τη βασική αιτία της διαμάχης ανάμεσα στις δύο χώρες και την οριστική διάλυση της αυτόνομης Δημοκρατίας του Αρτσάχ.
Η εξέλιξη αυτή, ωστόσο, έχει και χαμένους, οι οποίοι «προδόθηκαν» ευθέως από τις αντιδράσεις τους. Πρόκειται για τη Μόσχα και την Τεχεράνη, που βλέπουν τον νότιο Καύκασο να περνά οριστικά στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ, γεγονός που σφραγίζεται και από τις συμφωνίες που συνήψε ο Τραμπ με τον Αλίεφ και τον Πασινιάν. Κυρίως δε, με την εκχώρηση σε αμερικανικά συμφέροντα ενός ζωτικής σημασίας διαδρόμου ο οποίος καλύπτει τα σύνορα της Αρμενίας με το Ιράν και ενώνει το Αζερμπαϊτζάν με την ελεγχόμενη από το ίδιο περιοχή του Ναχιτσεβάν.

Οργή Μόσχας και Τεχεράνης
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αλί Ακμπάρ Βελαγιατί, σύμβουλος του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη του Ιράν, αγιατολάχ Χαμενεΐ, προχώρησε σε μια εξαιρετικά επιθετική και απειλητική δήλωση: «Αυτός ο διάδρομος δεν θα γίνει μία δίοδος την οποία θα ελέγχει ο Τραμπ, αλλά θα μετατραπεί σε νεκροταφείο για τους μισθοφόρους του». Από την πλευρά της, η Ρωσία αντέδρασε πιο συγκρατημένα, αλλά όχι με λιγότερη δυσαρέσκεια.
Αν και τυπικά στήριξε τη συνθήκη ειρήνευσης ανάμεσα στις δύο γειτονικές χώρες, πρόκρινε την «εφαρμογή λύσεων οι οποίες θα είναι αποτέλεσμα επεξεργασίας από τις ίδιες τις χώρες της περιοχής, με τη στήριξη των άμεσων γειτόνων τους – Ρωσίας, Ιράν και Τουρκίας», έτσι ώστε να μην επαναληφθούν οι «πικρές εμπειρίες» από την «παρέμβαση της Δύσης».
Η αλήθεια, πάντως, είναι πως το Κρεμλίνο έχει σοβαρούς λόγους να αισθάνεται ηττημένο. Κι αυτό διότι μέχρι πρόσφατα, ήταν αυτό που εγγυούνταν τις εύθραυστες ισορροπίες στην περιοχή.
Ως τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, συγκεκριμένα, ήταν αυτό που στήριζε τους Αρμένιους διπλωματικά και στρατιωτικά, ενώ όταν στη συνέχεια τους εγκατέλειψε, επιτρέποντας ουσιαστικά την κατάληψη του Ναγκόρνο Καραμπάχ από τους Αζέρους, θεώρησε ότι είχε αποκτήσει προνομιακή πρόσβαση στο καθεστώς του Μπακού. Τελικά, όμως, διαψεύστηκε και είδε τις ΗΠΑ του Τραμπ να μπαίνουν σφήνα και να κερδίζουν όλο το «χαρτί» στη συγκεκριμένη παρτίδα.
Δεν αποκλείεται, λοιπόν, ο Καύκασος να ρίξει τη σκιά του και στην Αλάσκα, όπου την ερχόμενη Παρασκευή θα συναντηθούν Τραμπ και Πούτιν.







