Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ενθαρρύνει ιδιωτικά την ουκρανική ηγεσία να εντείνει τις επιθέσεις βαθιά σε ρωσικό έδαφος, ρωτώντας μάλιστα τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι αν θα μπορούσε να χτυπήσει τη Μόσχα στην περίπτωση που οι ΗΠΑ παρείχαν όπλα μεγάλου βεληνεκούς. Αυτή την τηλεφωνική συνομιλία που πραγματοποιήθηκε στις 4 Ιουλίου μεταξύ των προέδρων των ΗΠΑ και της Ουκρανίας αποκάλυψαν οι “Financial Times”, δείχνοντας μια απότομη απόκλιση από την προηγούμενη στάση του Τραμπ έναντι του Κρεμλίνου. Ομως οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν στη Μόσχα ήταν έντονες και χθες το βράδυ ο αμερικανός πρόεδρος ανέκρουσε πρύμναν, λέγοντας ότι «ο πρόεδρος Ζελένσκι δεν πρέπει να στοχεύσει τη Μόσχα». Ο Τραμπ πρόσθεσε ότι στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας «δεν είμαι με το μέρος κανενός, απλώς θέλω να σταματήσουν οι σκοτωμοί. Θα δούμε τι θα συμβεί με τον πρόεδρο Πούτιν».
Μία ημέρα πριν από το τηλεφώνημα με τον Ζελένσκι, δηλαδή στις 3 Ιουλίου, ο Τραμπ είχε μιλήσει τηλεφωνικά με τον ρώσο ηγέτη Βλαντίμιρ Πούτιν, χωρίς να βγει κανένα αποτέλεσμα. Ενοχλημένος ο αμερικανός πρόεδρος, ο οποίος προεκλογικά έλεγε πως θα σταματούσε τον πόλεμο σε μία ημέρα, ρώτησε την επομένη τον Ζελένσκι: «Βολοντίμιρ, μπορείτε να χτυπήσετε τη Μόσχα;… Μπορείτε να χτυπήσετε και την Αγία Πετρούπολη;». Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο ουκρανός πρόεδρος απάντησε: «Απολύτως. Μπορούμε, αν μας δώσετε τα όπλα». Ο Τραμπ αναφέρθηκε στην πιθανότητα αυτή λέγοντας πως θέλει να κάνει τους Ρώσους «να νιώσουν τον πόνο» και να αναγκάσει το Κρεμλίνο να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Δυτικός αξιωματούχος δήλωσε ότι η συνομιλία αντανακλούσε την αυξανόμενη επιθυμία μεταξύ των δυτικών εταίρων της Ουκρανίας να προμηθεύσουν όπλα μεγάλου βεληνεκούς ικανά να «φέρουν τον πόλεμο στους Μοσχοβίτες» – κάτι που επαναλαμβάνουν κατ’ ιδίαν αμερικανοί αξιωματούχοι τις τελευταίες εβδομάδες. Η αποκάλυψη της στιχομυθίας Τραμπ – Ζελένσκι γίνεται μία ημέρα αφότου ο αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε σχέδιο για τον επανεξοπλισμό της Ουκρανίας με αντιπυραυλικά συστήματα Patriot και άλλα προηγμένα όπλα, ενώ απείλησε τη Μόσχα με αυστηρούς δασμούς σε 50 ημέρες εάν δεν τερματίσει τον πόλεμο.
Η αντίδραση της Μόσχας σε όλα αυτά ήταν ψυχρή. Μάλιστα, χθες ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ δήλωσε, σχεδόν ειρωνικά, ότι προσπαθεί να κατανοήσει γιατί ο Τραμπ έκανε λόγο για «50 ημέρες». Ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ, νυν αναπληρωτής πρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας της χώρας, είπε ότι η Μόσχα δεν ενδιαφέρεται για το «θεατρικό τελεσίγραφο» του Τραμπ, ενώ, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ, πηγές στο Κρεμλίνο ανέφεραν ότι «ο Πούτιν θεωρεί πως κανείς δεν έχει ασχοληθεί σοβαρά με τις λεπτομέρειες μιας ειρηνευτικής συμφωνίας – ούτε οι ίδιοι οι Αμερικανοί –, οπότε θα συνεχίσει μέχρι να πάρει αυτό που θέλει», και ότι πιστεύει «πως η εξυπηρέτηση των ρωσικών συμφερόντων υπερτερεί κάθε προσωπικής σχέσης».
Η συζήτηση μεταξύ Τραμπ και Ζελένσκι, που αποκάλυψαν οι “FT”, οδήγησε στο να στείλει η Ουάσιγκτον στο Κίεβο μια λίστα με οπλικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς που, ενδεχομένως, θα μπορούσαν να διατεθούν στην Ουκρανία μέσω τρίτων. Για παράδειγμα, η Γερμανία θα δώσει συστοιχίες Patriot στην Ουκρανία και κατόπιν θα αγοράσει αντίστοιχα συστήματα από τις ΗΠΑ, κάτι που είναι πολύ πιο εύκολο να εγκριθεί από το αμερικανικό Κογκρέσο.
Αμφιβολίες και κενά
Το νέο σχέδιο του προέδρου Τραμπ για την αποστολή όπλων στην Ουκρανία και η ταυτόχρονη απειλή του με αυστηρές κυρώσεις στους εμπορικούς εταίρους της Ρωσίας αντικατοπτρίζουν μια δραματική αλλαγή στη θέση του για τον πόλεμο, σημειώνουν οι “New York Times”, αλλά οι προτάσεις του αφήνουν αδιευκρίνιστες βασικές λεπτομέρειες. Επίσης, οι ειδικοί αμφισβητούν την αξιοπιστία της απειλής του Τραμπ να επιβάλει δασμούς 100% στους εμπορικούς εταίρους της Μόσχας εάν ο πρόεδρος Πούτιν δεν συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός εντός 50 ημερών.
Η κλίμακα του αμοιβαίου εμπορίου της Κίνας με τη Ρωσία – σχεδόν 250 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, συμπεριλαμβανομένων των τεράστιων εισαγωγών πετρελαίου – σημαίνει ότι η υλοποίηση της απειλής θα έφερνε τον Τραμπ σε αντιπαράθεση με το Πεκίνο. Μιλώντας στους “ΝΥΤ”, πολλοί αναλυτές θεωρούν απίθανο να διακινδυνεύσει ο αμερικανός πρόεδρος μια νέα σύγκρουση με τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο για το θέμα της Ουκρανίας, μιας χώρας της οποίας η μοίρα, όπως λέει εδώ και καιρό, δεν είναι ζωτικής σημασίας για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Τραμπ είναι επίσης γνωστός για τον καθορισμό προθεσμιών που δεν εφαρμόζει, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με το αν θα ενεργήσει όταν λήξει το χρονοδιάγραμμα των 50 ημερών που έχει ορίσει.
Η προσέγγιση, την οποία σκέφτηκαν οι ηγέτες του ΝΑΤΟ και πρότειναν στον Τραμπ την περασμένη εβδομάδα, καταδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο ο γ.γ. της Συμμαχίας Μαρκ Ρούτε και οι συνάδελφοί του έσπασαν τον «κώδικα Τραμπ» και βρήκαν έναν τρόπο να συνεργαστούν παραγωγικά μαζί του. Κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας, ο Τραμπ επέκρινε επανειλημμένα το ΝΑΤΟ, και μάλιστα είχε μιλήσει για την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη στρατιωτική συμμαχία. «Πρέπει να πω ότι η Ευρώπη έχει πάθος για αυτόν τον πόλεμο», δήλωσε τη Δευτέρα. «Οταν πρωτοεμφανίστηκα, πραγματικά δεν πίστευα ότι θα το έκαναν, αλλά το κάνουν».
Το σχέδιο των Ευρωπαίων
Το σχέδιο υποδηλώνει επίσης ότι μια συντονισμένη ευρωπαϊκή προσπάθεια να αλλάξει η στάση του Τραμπ απέναντι στην Ουκρανία και τον πρόεδρό της έχει κερδίσει έδαφος. Οπως και η συμφωνία με το Κίεβο για την κοινή χρήση των ορυκτών της Ουκρανίας, το σχέδιο που ανακοίνωσε ο Τραμπ τη Δευτέρα υπόσχεται απροσδόκητα κέρδη για τις Ηνωμένες Πολιτείες από την αγορά αμερικανικών όπλων, αξίας πολλών δισ., από την Ευρώπη. Προστατεύει επίσης έναν πρόεδρο, που αμφισβητούσε εδώ και καιρό τις πολλές μεταφορές όπλων και χρημάτων της κυβέρνησης Μπάιντεν στην Ουκρανία, από κατηγορίες ότι αλλάζει πορεία και ρίχνει περισσότερα χρήματα στον πόλεμο.
Πάντως, τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης προσπάθησαν γρήγορα να προωθήσουν την ιδέα του πολιτικού κινδύνου για τον πρόεδρο των ΗΠΑ: «Αν ο Τραμπ γίνει νεοσυντηρητικός στην Ουκρανία, η βάση MAGA θα τον θάψει ως Biden 2.0», ήταν ο τίτλος στην ιστοσελίδα Sputnik που χρηματοδοτείται από το Κρεμλίνο.







