Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισαν. Και έδωσαν το πολυπόθητο «δαχτυλίδι» για την εκκίνηση της επόμενης ημέρας. Μέχρι τη χθεσινή κομβική στιγμή τα δείγματα γραφής που είχαν στα χέρια τους ήταν σαφή. Η υποψήφια με τη μεγαλύτερη αρχικά δυναμική και ο αουτσάιντερ κατήλθαν στον στίβο με περιώνυμες περγαμηνές, αλλά εκείνη που επέλεξαν και οι δύο να πριμοδοτήσουν ήταν το «νέο». Ακριβώς εκείνη που είχε λανσάρει ο προηγούμενος ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ, αρχής γενομένης με το προσκύνημα στην Καισαριανή. Σε τι συνίσταται, αλήθεια, αυτό το «νέο»;

Εχουν περάσει λίγες ημέρες από την εμφάνιση του Στέφανου Κασσελάκη, κατά την οποία μπροστά στο έκθαμβο πλήθος εκσφενδόνισε το «γουστάρω» στην προτροπή μιας γυναίκας για ξεδόντιασμα των δικαστικών και των δημοσιογράφων. Πόσο νέα είναι η ρίψη επαγγελματικών κατηγοριών στην αρένα; Η κοινωνική μνησικακία την οποία εξέθρεψαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ το 2015 βασιζόταν ακριβώς στην τοξικότητα με συγκεκριμένη στόχευση. Οι εκπρόσωποι της τρίτης εξουσίας, καθώς και τα μέσα ενημέρωσης, δεν έλειψαν ποτέ από τον αγώνα για ανακατάληψη των «αρμών της εξουσίας». Προκαλεί μάλιστα εντύπωση η ρητορική του κατάφωτου Κασσελάκη, καθώς εναρμονίζεται με τη φαιά εξοχότητα του άτυπου προστάτη του, Παύλου Πολάκη. Την επιβεβαιώνει το ειρωνικό μήνυμα για το συνδικαλιστικό όργανο των δικαστικών, με το οποίο επανήλθε την περασμένη εβδομάδα. «Νόμιζα ότι είχε αυτοκαταργηθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια».

Τοξικό χιούμορ, αλλά με φωτογένεια…

Πιο πριν ήταν η επίσκεψη στον τόπο του μαρτυρίου, στον οποίο ανέμενε ότι θα εμβαπτιζόταν. Η Μακρόνησος, δηλαδή, ως ταμπλό βιβάν για τα πάθη της Αριστεράς. Αντ’ αυτού, το βίντεο φωτιζόταν όσο λίγα Insta stories της εποχής, τα κύματα αργοσάλευαν στο βάθος, ο υποψήφιος ανέβαινε κι ολοένα ανέβαινε, οι θίνες και οι θάμνοι του τοπίου πρόσφεραν τα πατήματα. Τόπος μνήμης ή ντεκόρ ανυτοανάδειξης; Εθελούσιο προσκύνημα ή εργαλειοποίηση σκηνικού; Μετά τον Καζαντζάκη – μόνιμη δεξαμενή απ’ όπου οι πολιτικοί αντλούν τσιτάτα ανέξοδου ηρωισμού – είχε έρθει η ώρα του Ρίτσου. Η αντιγραφή ατάκτως ερριμμένων στίχων, απομακρυσμένων από το περιβάλλον που τους γέννησε, για να γεμίζουν οι «κάρτες» σε νεόκοπα βιντεοκλίπ. Επικολυρικό new age.

Το ίδιο ιστορικό – και ταυτόχρονα ηθικό – πλεονέκτημα είχε επικαλεστεί η Εφη Αχτσιόγλου στην παρουσίαση των δικών της προτάσεων στο Διαρκές Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ (αν μη τι άλλο, πιο οργανωμένες από το σάρωμα του παλαιού καθεστώτος που επιχειρεί διά βοής ο Στέφανος Κασσελάκης): «Ερχόμαστε από πολύ μακριά. Από τον αγώνα για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση του ΕΑΜ, απ’ το μέταλλο της Αντίστασης, τον συνταγματικό πατριωτισμό του 114, τη δημοκρατική πανστρατιά ενάντια στη δικτατορία, το ριζοσπαστικό φορτίο της Μεταπολίτευσης». Με άλλα λόγια, έρχονται από πολύ μακριά και υπόσχονται τον νεωτερισμό.

Η Εφη Αχτσιόγλου δεν απεμπολεί τις κομμουνιστογενείς ρίζες του «κινήματος». Ο Στέφανος Κασσελάκης στρέφει τα φώτα στο one man show. Δεν απέχουν κατ’ ανάγκη από το μοντέλο που δοκιμάστηκε την προηγούμενη περίοδο στον ΣΥΡΙΖΑ, μετρήθηκε και, σε βάθος χρόνου, βρέθηκε λιποβαρές. Η συνταγματική πολιτική τάξη χρειάζεται την αντιπολίτευση που μπορεί να απαντήσει στις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης, της ακρίβειας, του νέου αναπτυξιακού μοντέλου, της επόμενης ημέρας στον άναρχο τουρισμό. Και, ναι, της κοινωνικής ισότητας αφού αυτό ανάγεται σε ιερό δισκοπότηρο από τους ίδιους τους κήρυκες της αλλαγής. Αν η απάντηση ξεκινάει από τη Μακρόνησο και περιέχει «δημοσιογράφους στην αρένα» – ελέω του διάχυτου πολακισμού –, θα παρακολουθήσουμε ένα επεισόδιο απ’ τα παλιά. Απλώς έχουν αλλάξει εν τω μεταξύ οι φωτισμοί και η επιμέλεια ενδυματολογίας.