Τρία 24ωρα μετά τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές της Ισπανίας, και τη μεγάλη ήττα που υπέστησαν σε αυτές οι κυβερνώντες Σοσιαλιστές του Πέδρο Σάντσεθ, μετασεισμοί εξακολουθούν να καταγράφονται στην Ισπανία: το κεντροδεξιό κόμμα Ciudadanos ανακοίνωσε χθες πως δεν θα συμμετάσχει στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές της 23ης Ιουλίου, ούτε θα υποστηρίξει κάποιο άλλο κόμμα. Οι Ciudadanos είχαν εξασφαλίσει το 2019 1,7 εκατομμύριο ψήφους και 10 έδρες στην ισπανική Βουλή, πλέον όμως έχουν καταρρεύσει, με τις περισσότερες ψήφους τους να ανακατευθύνονται στο συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα, τον μεγάλο νικητή (μαζί με το ακροδεξιό Vox…) των εκλογών της Κυριακής. «Δεν συμμετέχουμε σε αυτόν τον εκλογικό κύκλο, αλλά δεν εγκαταλείπουμε», ξεκαθάρισε πάντως ο γ.γ. του κόμματος, Αντριάν Βαθκέθ.

Το Συμβούλιο της ΕΕ

Η απόφαση του Σάντσεθ να επισπεύσει τις κοινοβουλευτικές εκλογές του φθινοπώρου, προκειμένου να ανακτήσει την πρωτοβουλία και να αποτρέψει έξι μήνες περαιτέρω φθοράς, αιφνιδίασε ακόμα και υπουργούς του. Παράλληλα, έκανε άνω – κάτω τις Βρυξέλλες: η Ισπανία πρόκειται να αναλάβει κανονικά την 1η Ιουλίου την κυλιόμενη προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ. Εκπρόσωπος του Σάντσεθ διαβεβαίωσε το Politico πως τα σχέδια θα τηρηθούν. Oπως όμως δήλωσε χαρακτηριστικά διπλωμάτης άλλης ευρωπαϊκής χώρας, «επιμελητειακά και πολιτικά, η διεξαγωγή εθνικών εκλογών στο ξεκίνημα μίας προεδρίας αποτελεί συνταγή χάους». Διότι, στη διάρκεια της προεδρίας, η χώρα κρατά στα χέρια της τους ευρωπαϊκούς προβολείς: προγραμματίζει και προεδρεύει στις συνόδους των διαφόρων συνθέσεων του Συμβουλίου και στις συνεδριάσεις των προπαρασκευαστικών του οργάνων, εκπροσωπεί το Συμβούλιο στις σχέσεις με τα άλλα θεσμικά όργανα της ΕΕ… Μια αλλαγή κυβέρνησης στη διάρκεια αυτών των κρίσιμων έξι μηνών – για τους οποίους οι χώρες προετοιμάζονται χρόνια – δεν είναι πρωτοφανής, τρομοκρατεί όμως ως ιδέα τους αξιωματούχους που έχουν αναλάβει τις προετοιμασίες. Αν και υπάρχει ένα σενάριο που τους τρομοκρατεί ακόμα περισσότερο: το ενδεχόμενο αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης, και πολιτικού αδιεξόδου.

Ουγγαρία και Πολωνία

Από μία συγκυρία της τύχης, σε κάθε περίπτωση, το θέμα «Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ» προκαλεί πολλαπλούς πονοκεφάλους τελευταία στις Βρυξέλλες. Διότι η ΕΕ μοιάζει μόλις να συνειδητοποίησε πως, αν δεν κάνει κάτι, το δεύτερο εξάμηνο του 2024 και το πρώτο εξάμηνο του 2025, που σημαίνει αμέσως μετά τις ευρωεκλογές και στη διάρκεια της κρίσιμης πρώτης χρονιάς της νέας Κομισιόν, θα αναλάβουν διαδοχικά την προεδρία αυτή… η Ουγγαρία και η Πολωνία. Προτεραιοποιώντας τα προβλήματα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ετοιμάζεται να ψηφίσει σήμερα επί απόφασης όπου αναρωτιέται «πώς μπορεί η Ουγγαρία να εκπληρώσει με αξιόπιστο τρόπο το καθήκον της, με δεδομένη την έλλειψη σεβασμού προς το δίκαιο και τις αξίες της ΕΕ», και καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «να βρει λύση το συντομότερο δυνατό» – ειδάλλως, προειδοποιεί, θα λάβει το ίδιο τα «κατάλληλα μέτρα».

Οι τρεις εναλλακτικές

Το θέμα απασχόλησε χθες τη Σύνοδο των ευρωπαίων υπουργών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων στις Βρυξέλλες, με τη γερμανίδα καθώς και τον ολλανδό υπουργό να ξεκαθαρίζουν πως η προοπτική να αναλάβει η ανελεύθερη, φιλορωσική Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν την προεδρία της ΕΕ τούς κάνει να νοιώθουν «άβολα». Εγγραφο της Επιτροπής Meijers, μιας ολλανδικής ομάδας νομικών, παρουσίασε πρόσφατα τις τρεις εναλλακτικές που έχει η ΕΕ: να αναλάβουν κανονικά την προεδρία Ουγγαρία και Πολωνία αλλά να μεταβιβαστούν οι πιο ευαίσθητοι φάκελοι στις υπόλοιπες χώρες των «τριάδων» τους, Ισπανία και Βέλγιο για την Ουγγαρία, Κύπρο και Δανία και την Ουγγαρία· να αναβληθεί η προεδρία της Ουγγαρίας και / ή της Πολωνίας, με απόφαση του Συμβουλίου· να τους απαγορευτεί η ανάληψη της προεδρίας μέσω νέου νόμου που θα το προβλέπει όσο υπάρχει εκκρεμής διαδικασία επί παραβάσει. Περιττό να σημειωθεί, πάντως, πως και οι τρεις προτάσεις είναι από δύσκολες έως αδύνατες.