Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Γεννημένος και μεγαλωμένος σε μια οικογένεια με τόσο έντονη την επιρροή από το βόλεϊ, ο Ντράγκαν Τράβιτσα ήταν δύσκολο να μην… μπλέξει με το φιλέ.
O MVP του ευρωπαϊκού τελικού και αρχηγός του Ολυμπιακού ήταν 10 ετών (γεννημένος στις 28 Αυγούστου 1986, στο Ζάγκρεμπ) όταν ο Ολυμπιακός κατακτούσε το πρώτο του ευρωπαϊκό τρόπαιο στο βόλεϊ, ενώ στα 16 του γνώρισε την Αθήνα όταν ήρθε με τον πατέρα του Λιούμπομιρ ο οποίος ανέλαβε την τεχνική ηγεσία των Ερυθρολεύκων το καλοκαίρι του 2002.
Ο πατέρας του, πρώην αθλητής της μεγάλης Σερβίας, αλλά ο ίδιος πήρε την ιταλική υπηκοότητα μετά τα χρόνια που έμεινε στη γείτονα χώρα και εκεί μεγάλωσε (και αθλητικά) όντας δίπλα στον Λιούμπομιρ Τράβιτσα που ήταν προπονητής εκεί. Ο Ντράγκαν έμαθα τα βασικά στη… Μέκκα του βόλεϊ όπως θεωρείται η Ιταλία.
Αρχισε να ασχολείται με το βόλεϊ το 2000 σε ηλικία 14 ετών στα τμήματα υποδομής της ομάδας του Τρεβίζο (στην περίφημη Σίσλεϊ), και την περίοδο 2002-03 αγωνίστηκε στο ιταλικό πρωτάθλημα της Β1 κατηγορίας με την Παλαβόλο Φαλκονάρα. Την περίοδο 2003-04 έκανε το ντεμπούτο του στο πρωτάθλημα Ιταλίας με την ομάδα της Μόντενα (τότε Ντεϊτόνα, επίσης πόλη με μεγάλη παράδοση στο άθλημα), στην οποία παρέμεινε για δύο περιόδους.
Την περίοδο 2005-06 αγωνιζόμενος στο πρωτάθλημα Α2 με τη Ρέιμα της πόλης Κρέμα αναδείχθηκε καλύτερος παίκτης Κ23 της Α2 και η ομάδα του κέρδισε την άνοδο στην Α1.
Την επόμενη περίοδο πάλι πέτυχε άνοδο, στην Α1, αυτή τη φορά ως πρωταθλητής Α2 με τη Σπάρκλινγκ Μιλάνου.
Ομως ήδη οι σκάουτερ τον είχαν «τσεκάρει» και ήταν έτοιμος για το μεγάλο βήμα. Το έκανε και από τότε δεν ξανακοίταξε πίσω, παίζοντας πάντα σε υψηλό επίπεδο.
Ο Ντράγκαν Τράβιτσα από το 2008 έως το 2013 αγωνίστηκε σε μεγαθήρια του ιταλικού βόλεϊ, κατά σειρά στις Μόντενα Βόλεϊ, Γκαμπέκα και Λούμπε Ματσεράτα, με την οποία κατακτά το πρώτο πρωτάθλημα της καριέρας του το 2011-12, είναι φιναλίστ σε δύο τελικούς Κυπέλλου Ιταλίας και κατακτά το Σούπερ Καπ Ιταλίας το 2012.
Αμέσως ήρθε το δέλεαρ από την κορυφαία και πανίσχυρη τότε πρωταθλήτρια Ρωσίας Μπελογκόριε Μπέλγκοροντ στην οποία πήγε και κατέκτησε τους δύο μεγαλύτερους τίτλους της καριέρας του. Το Τσάμπιονς Λιγκ της περιόδου 2013-14 και ακολούθως το Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων το 2014.
Κατέκτησε και το Κύπελλο Ρωσίας τον Ιανουάριο του 2014, δύο Σούπερ Καπ Ρωσίας και τη δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα Ρωσίας 2014-15.
Στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ η ρωσική ομάδα είχε νικήσει 3-1 τη Χάλκμπανκ Αγκυρας του Δημήτρη Τζούριτς, και αυτή ήταν ο επόμενος σταθμός του Τράβιτσα (2015) με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα και το Σούπερ Καπ Τουρκίας περιόδου 2015-16.
Ακολούθησε ένα σύντομο πέρασμά του από την ιρανική Σαρδαρί της πόλης Ούρμια και τον Φεβρουάριο του 2017 ξαναβρέθηκε στην Ιταλία για λογαριασμό της Μόντενα Βόλεϊ.
Στη συνέχεια η Παλαβόλο Πάντοβα για τρεις σεζόν και η Ούμπρια της Περούτζιας (κατέκτησε το Σούπερ Καπ 2020 και το Κύπελλο Ιταλίας το 2022) πριν έρθει η πρόταση του Ολυμπιακού.
Μάλιστα ο ίδιος ο Τζουλιάνι με τον οποίο είχε συνεργαστεί στην Ιταλία, ήταν αυτός που τον έπεισε μαζί με τον πατέρα του Λιούμπομιρ, καθώς του είπαν τα καλύτερα για τον Ολυμπιακό.
Στον Ολυμπιακό ο Τράβιτσα πήρε το περιβραχιόνιο του αρχηγού, όχι μόνο λόγω της σχεδόν πλήρους ανανέωσης στο δυναμικό της ομάδας του Πειραιά αλλά και ως αναγνώριση της αξίας του και των ηγετικών του ικανοτήτων.
Από το 2011 ήταν ο βασικός πασαδόρος της Εθνικής Ιταλίας όπου διαδέχτηκε τον μεγάλο Βαλέριο Βερμίλιο. Με τους Ατζούρι κατεκτησε το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2011 και του 2013 και ενδιάμεσα οδήγησε την Εθνική Ιταλίας στο χάλκινο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου το 2012, ξεπερνώντας το επίτευγμα του πατέρα του ο οποίος ήταν 6ος στους Ολυμπιακούς της Μόσχας το 1980. Στη συλλογή του βρίσκονται ακόμα τα χάλκινα μετάλλια στα Γουόρλντ Λιγκ του 2013 και 2014 καθώς και το χάλκινο Γκραντ Τσάμπιονς Καπ το 2013.
Η εμπειρία του ήταν καθοριστική στο να οδηγήσει τον Ολυμπιακό στην κατάκτηση του ευρωπαϊκού τροπαίου (Τσάλεντζ Καπ). Λατρεύει την Ελλάδα την οποία είχε επισκεφτεί πρώτη φορά με τον πατέρα του όταν είχε έρθει μαζί του όταν αυτός ανέλαβε τους Ερυθρόλευκους.
Τρομερή εμπειρία, ηγέτης στο τάραφλεξ, εμπνέει τους συμπαίκτες του και κυρίως τους κάνει ευτυχισμένους με τις τρομερές πάσες του. Πριν από τον δεύτερο τελικό ήταν αυτός
που υπενθύμισε με τον καλύτερο τρόπο στους συμπαίκτες του
ότι πρέπει να ξεχάσουν πως υπάρχει και πλεονέκτημα από τη νίκη στον πρώτο τελικό και πως ουσιαστικά αυτός είναι ο τέλικος.