Tα σενάρια είναι πολλά, αλλά οι βασικές εκδοχές είναι δύο. Η μία είναι ότι ο Πρωθυπουργός και το Μαξίμου γνώριζαν τα πάντα. Τους είχαν ζητηθεί οι συγκεκριμένες παρακολουθήσεις από ξένες υπηρεσίες, είχαν δώσει εκόντες άκοντες το πράσινο φως και με δεδομένο ότι είχαν αλλάξει τον νόμο δεν ήταν υποχρεωμένοι να ενημερώσουν τους στόχους μετά τη λήξη της παρακολούθησης. Υπολόγιζαν έτσι ότι το θέμα δεν θα ερχόταν ποτέ στην επιφάνεια. Αν ερχόταν, θα το διέψευδαν.

Η άλλη εκδοχή είναι ότι ο Πρωθυπουργός δεν είχε ενημερωθεί. Η ΕΥΠ έχει δικό της μπαϊράκι, ο μέχρι χθες διοικητής δεν είχε πολιτικό αισθητήριο, επιπλέον ήταν και ανεξέλεγκτος, θεωρούσε λοιπόν ότι από τη στιγμή που υπάρχει μια εισαγγελική εντολή για μια παρακολούθηση, αυτή μπορεί να γίνεται εν αγνοία των πολιτικών του προϊσταμένων ακόμη κι όταν ο στόχος είναι ένας διακεκριμένος πολιτικός. Ετσι δουλεύουν οι μυστικές υπηρεσίες (γι’ αυτό άλλωστε λέγονται μυστικές), έτσι γίνεται παντού, όποιος ζητάει λοιπόν διαφάνεια είναι αφελής.

Το ποια από τις δύο εκδοχές πιστεύει ο καθένας είναι προσωπικό. Ανάλογα ερωτήματα είχαν τεθεί και επί κυβέρνησης Κώστα Σημίτη: είναι δυνατόν να μην ήξερε ότι από μια στιγμή κι έπειτα γύρω του γινόταν «πάρτι»; Αυτοί που απαντούν καταφατικά δεν είναι μόνο οι πολιτικοί του φίλοι ή οι ιδεολογικοί του συνοδοιπόροι, είναι κι άνθρωποι που δεν ικανοποιούνται με τις απλουστευτικές αναγνώσεις της πολιτικής. Και αντιστρόφως, αυτοί που απαντούν αρνητικά δεν είναι μόνο οι αντίπαλοί του.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα μπορέσει εύκολα να κλονίσει τις βεβαιότητες ούτε να διαλύσει τις αμφιβολίες. Οι συγκρίσεις με τους προηγούμενους δεν έχουν πλέον νόημα. Η απαίτηση να του δείχνουν οι πολίτες τυφλή εμπιστοσύνη διότι ξέρει τι κάνει έχει έρθει επανειλημμένα σε σύγκρουση με την πραγματικότητα. Η πολιτική των «διαρροών» δεν λειτουργεί, ιδιαίτερα όταν είναι κραυγαλέες. Το σύνθημα «όλα στο φως!» είναι λόγια του αέρα. Και οι συγγνώμες κούρασαν. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να λάβει γενναία μέτρα για να πείσει ότι έχει καλές προθέσεις, ελπίζοντας ότι αυτές οι προθέσεις θα φέρουν και αποτελέσματα.

Το πρώτο από τα μέτρα αυτά ήταν η τοποθέτηση στην κορυφή της ΕΥΠ ενός έμπειρου, έντιμου και ικανού διπλωμάτη όπως ο Θεμιστοκλής Δεμίρης. Το δεύτερο θα πρέπει να είναι η θέσπιση μηχανισμών για τον έλεγχο των μυστικών υπηρεσιών: ο Νίκος Αλιβιζάτος έχει πολλές ιδέες επ’ αυτού (όπως είχε και για την αστυνομική βία, αλλά κάηκε). Ούτε αυτό φτάνει όμως, η δημοκρατική τάξη πρέπει να επικρατήσει παντού, η αποκάλυψη της Google ότι το Predator έχει πωληθεί σε κρατικούς φορείς πρέπει να ερευνηθεί εξαντλητικά και πειστικά.

Εν τέλει, το ζητούμενο είναι η επανασύναψη ενός συμφώνου εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Το χειρότερο που μπορεί να κάνει η κυβέρνηση είναι να πιστέψει ότι το θέμα των παρακολουθήσεων θα ξεχαστεί.