Στις 15 Οκτωβρίου 1912, οι πόρτες του Αστεροσκοπείου στο Παρίσι άνοιξαν για να εισέλθουν στην κεντρική αίθουσα εκπρόσωποι κρατών, προκειμένου να αποφασίσουν από κοινού την ενοποίηση προσδιορισμού του χρόνου και την άμεση εφαρμογή της. Ώς τότε, οι μετρήσεις και η διάρκεια του χρόνου ορίζονταν από κωδωνοκρουσίες, την κίνηση του Ηλιου, τελάληδες, τοπικές συνήθειες για το φαγητό και τον ύπνο, εκκλησιαστικά ημερολόγια. Με λίγα λόγια, κάθε τόπος είχε τον δικό του χρόνο. Τα ρολόγια δεν έλειπαν: τοποθετημένα σε κεντρικά σημεία πόλεων σήμαιναν επισήμως τα ημίωρα και τις ώρες ώς εκεί όπου έφτανε ο ήχος τους. Πιο πέρα, ο χρόνος ήταν άλλος. Σε σπίτια ευγενών και αστών, κρεμασμένα σε τοίχους ή όρθια, έργα μαστόρων που κληρονομούσαν την τέχνη στους απογόνους τους, τα ρολόγια χτυπούσαν περίπου όπως οι καρδιές και σταματούσαν όπως οι καρδιές που είχαν ξεχάσει ότι χρειάζονταν κούρδισμα. Μία τουλάχιστον γέννηση μεγάλου συγγραφέα έχει σχέση με το οικογενειακό ρολόι. Ο Λόρενς Στερν (1713-1768) στο έργο του «Βίος και γνώμες του Τρίστραμ Σάντυ» αρχίζει την εξιστόρηση του βίου και της πολιτείας του ήρωά του γράφοντας πως, κατά την ερωτική πράξη, η μητέρα του αγέννητου Τρίστραμ ρώτησε τον σύζυγό της αν είχε κουρδίσει το ρολόι, μειώνοντας έτσι την ισχύ της ανδρικής ορμής, με αποτέλεσμα να έρθει στον κόσμο ένα «ανθρωπάριο». Επρόκειτο για ένα γεγονός σε λάθος χρόνο.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ