Ας μου συγχωρεθεί το βιωματικό αυτού του κειμένου αλλά και η σχέση μας με την ώρα βιωματική είναι; Οχι με τον χρόνο γενικά αλλά με εκείνο το «τι ώρα είναι;», το μαγγανοπήγαδο της καθημερινότητάς μας. Αλλωστε το έχει πει και ο Αϊνστάιν ότι ο χρόνος δεν υπάρχει και ότι πρόκειται για μια επινόηση του ανθρώπου προς εξυπηρέτηση των αναγκών του. Πόσω μάλλον η ταξιθέτησή του στα 24 «κουτάκια» της ημέρας.

Οι περισσότεροι έχουμε ανάμνηση της χαράς που μας έδωσε η αίσθηση εισβολής στον κόσμο (και τον χρόνο) των μεγάλων όταν μάθαμε να «διαβάζουμε» το ρολόι και σταματήσαμε να ρωτάμε «πόση ώρα είναι η μία ώρα;». Θυμάμαι ότι έμαθα τις ώρες βλέποντας, από το μπαλκόνι της γιαγιάς μου, τα πλοία να μπαίνουν στο λιμάνι. Εβλεπα, για παράδειγμα, το «Καραϊσκάκης» που ήξερα ότι έρχεται στις τέσσερις και έτρεχα να δω το ρόλοϊ για να διαπιστώσω πώς καταγράφουν οι δείκτες του αυτές τις ρημαδοτέσσερις. Οπως επίσης θυμάμαι την έκστασή μου όταν άλλαξε για πρώτη φορά η ώρα στην Ελλάδα. Οταν συνειδητοποίησα ότι δεν υπάρχει ούτε καν αυτό το αδιαπραγμάτευτο.

Από εκεί και πέρα, το αν στις οκτώ ο ήλιος έχει χαμηλώσει ή αν είναι ακόμη ντάλα, το πότε και κατά πόσον οι νύχτες μας είναι πιο μεγάλες από τις μέρες μας (ή το αντίστροφο) «μεταφράζεται» με διαφορετικό τρόπο για τον καθένα. Και διαφοροποιείται με τα χρόνια. «Χαράματα η ώρα τρεις» τραγουδά ο Μάρκος Βαμβακάρης. Για μας, η ώρα τρεις είναι αργά τη νύχτα. Και για τον Σαρτρ πολύ νωρίς αλλά και πολύ αργά για οτιδήποτε. Το «κίτρινο το σούρουπο η ώρα έξι και μισή» για μας σηματοδοτεί τη μελαγχολία της ανοιξιάτικης δύσης αλλά για τον Παύλο Σιδηρόπουλο που το έγραψε τον σπαραγμό της εξάρτησης. Και η μοναξιά του επαρχιώτη στην Ομόνοια, όπως την περιγράφει ο Σαββόπουλος στο «Τσάμικο» την ώρα μετράει.«Κάπου εδώ έχω γνωστούς αλλά, τέτοια ώρα, μη βαρύνω τους».

Vidcast: Face2Face