Η Εθνική Ελλάδος έχει μπροστά της μια κομβική χρονιά. Προέρχεται από τρεις αποτυχίες: τον αποκλεισμό από τα τελικά του Euro του 2016, τον αποκλεισμό από το Μουντιάλ του 2018 και την απώλεια της πρώτης θέσης στον βατό όμιλο του UEFA Nations League, στον οποίο τερμάτισε τρίτη (!) πίσω από τη Φινλανδία και την Ουγγαρία. Από την κληρωτίδα των προκριματικών του Euro 2020 της προέκυψαν πέντε αντίπαλοι – σχεδόν κατά παραγγελία. Οι Ιταλοί είναι δυνατοί, αλλά όχι πανίσχυροι κι ο αποκλεισμός τους από το Μουντιάλ της Ρωσίας το αποδεικνύει. Τους Βόσνιους η Εθνική μας τους άφησε πίσω της στον όμιλο των προκριματικών του Μουντιάλ του 2018, όταν και τους ξαναείχε αντιπάλους. Στους Φινλανδούς, που ουσιαστικά της στέρησαν την πρωτιά στον όμιλο του UΕFA Nations League, κάτι χρωστάει. H Aρμενία και το Λίχτενσταϊν απλά συμπληρώνουν τον όμιλο. Αλλά η μεγάλη ερώτηση αφορά πλέον τη δική μας ομάδα και τις δυνατότητές της.

Πολλές συζητήσεις. Το 2018 τελείωσε με πάρα πολλές συζητήσεις που είχαν ως πρωταγωνιστή τον νέο ομοσπονδιακό τεχνικό, τον Αγγελο Αναστασιάδη – τον πρώτο έλληνα ομοσπονδιακό από τον καιρό του Βασίλη Δανιήλ. Πολλοί είδαν την πρόσληψή του ως πιστοποίηση του πισωγυρίσματος της Εθνικής, άλλοι πιστεύουν πως ο Αναστασιάδης δεν θα έφτανε ποτέ στην Εθνική αν την ΕΠΟ δεν τη διοικούσε η φίλα προσκείμενη στον ΠΑΟΚ διοίκηση του Βαγγέλη Γραμμένου. Ολα αυτά, όση βάση αλήθειας κι αν περιέχουν, είναι άδικα για τον Αναστασιάδη. Ο οποίος κουβαλά, είναι αλήθεια, πολλές ιστορίες που προκαλούν χαμόγελα στο ποδοσφαιρικό του βιογραφικό, αλλά είναι ένας ικανός άνθρωπος. Ο οποίος πρέπει να έχει τη δυνατότητα να δουλέψει όπως θέλει.

Ο Αναστασιάδης είναι καλός προπονητής – ίσως όχι τόσο καλός όσο τον παρουσιάζουν οι ορκισμένοι φίλοι του, αλλά ικανός. Εχει επίσης αρκετά στοιχεία που μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμα στην Εθνική σήμερα. Είναι πεισματάρης, πιστεύει στον έλληνα ποδοσφαιριστή, είναι σπουδαίος εμψυχωτής – τουλάχιστον όταν δουλεύει με ποδοσφαιριστές που τη γλώσσα του την καταλαβαίνουν. Οι παίκτες της Εθνικής μοιάζουν να έχουν ανάγκη από κάποιον που θα τους βάλει στο μυαλό την ιδέα ότι η πρόκριση στα τελικά του Euro του 2020 είναι αποστολή και συγχρόνως υποχρέωση: αρκετοί από τους μικρότερους, που δεν πρόλαβαν τα χρόνια του Καραγκούνη και του Κατσουράνη, έχουν την ανάγκη να δουλέψουν με κάποιον που θα τους πιέσει για να κάνουν μια υπέρβαση. Ο Αναστασιάδης αυτό το χάρισμα το είχε. Η ερώτηση που τον συνοδεύει είναι κατά πόσο θα καταφέρει να επικοινωνήσει με παιδιά που δεν τον βλέπουν ως έναν ιδιοφυή ποδοσφαιράνθρωπο, όπως κάποτε οι παίκτες του ΠΑΟΚ και του Παναθηναϊκού, που για το χατίρι του ακόμα και τώρα πέφτουν στη φωτιά – τουλάχιστον οι περισσότεροι.

Η χαμένη ιεραρχία. Κακά τα ψέματα, για να καταφέρει η Εθνική μας να διεκδικήσει την πρόκριση πρέπει να ξαναβρεί το είδος της χαμένης ιεραρχίας που της λείπει. Τα τελευταία χρόνια δεν έχει αλλάξει μόνο προπονητές (πέντε τον αριθμό), αλλά και ισάριθμους τεχνικούς διευθυντές. Εχει επίσης μια δραματική ανάγκη να αναδείξει νέους ηγέτες: αυτοί που έχει (ο Παπασταθόπουλος, ο Μανωλάς, ο Τοροσίδης) είναι σπουδαίοι αμυντικοί όμως η Εθνική μας έχει μια τρομερή δυσκολία στο γκολ κι αυτό έχει πληρώσει στους τελευταίους της αποκλεισμούς: τα γκολ του Μήτρογλου, που τελευταία είναι ολοένα και λιγότερα, δεν αρκούν. Στη διαδικασία των προκριματικών ο Αναστασιάδης πρέπει να αναδείξει νέους ήρωες – κι αυτό, όπως έχει φανεί μέχρι τώρα, δεν είναι απλό. Η συνύπαρξη του Μάνταλου, του Πέλκα, του Μπακασέτα και του Φορτούνη στη μεσαία γραμμή είναι δύσκολη υπόθεση. Ο Κουλούρης, ο μόνος φορ πίσω από τον Μήτρογλου, δεν έχει ευρωπαϊκές εμπειρίες. Οι ακραίοι απουσιάζουν κι ένας Δώνης δεν φέρνει την άνοιξη. Η Εθνική μας δεν έχει πολυτέλειες: ακόμα και στη θέση του δεξιού μπακ οι επιλογές του Αναστασιάδη είναι λίγες. Αλλά δεν είναι και χαμένη από χέρι: αυτή η ομάδα που τέσσερα χρόνια τώρα δεν έχει καταφέρει να πιάσει τους στόχους της έφερε ισοπαλία με το πανίσχυρο Βέλγιο στις Βρυξέλλες, παραλίγο να κερδίσει την υπέροχη Κροατία στο Γεώργιος Καραϊσκάκης και δεν έχασε δυο φορές από τη Βοσνία, που είναι και πάλι ο μεγάλος μας αντίπαλος. Ο Αναστασιάδης περιμένει να πάρει στη διαδικασία των προκριματικών περισσότερα από τα παιδιά της κάποτε καταπληκτικής ομάδας των Νέων του Κώστα Τσάνα – της πρώτης που έπαιξε σε τελικά Παγκοσμίου Κυπέλλου. Μέλη εκείνης της ομάδας ήταν ο Κουρμπέλης, ο Μπουχαλάκης, ο Σταφυλίδης – αυτοί με κάποιους ακόμα πιο νέους (τον Ρέτσο, τον Δώνη, τον Κουλούρη, τον Καρέλη κ.ά.) θα πρέπει στα προκριματικά να δείξουν προσωπικότητα. Και να «δέσουν» και με τον προπονητή τους.

Χωρίς φιλικά και με δύσκολο πρόγραμμα. Η Εθνική δεν έχει τη δυνατότητα να δώσει φιλικά ματς: θα πρέπει να γίνει ομάδα διά μέσου επίσημων παιχνιδιών, πράγμα καθόλου εύκολο. Το πρόγραμμα δεν επιτρέπει εσωστρέφεια. Στις 23 Μαρτίου ξεκινά στο Λίχτενσταϊν, στις 26 Μαρτίου ταξιδεύει στη Βοσνία. Στις 8 Ιουνίου θα υποδεχθεί την Ιταλία – πιθανότατα στο ΟΑΚΑ. Στις 11 Ιουνίου παίζει με την Αρμενία του Μιχιταριάν και στις 5 Σεπτεμβρίου ταξιδεύει στη Φινλανδία, όπου δεν έχει κερδίσει ποτέ. Μετά τα ματς αυτά θα μπορούμε να έχουμε εικόνα για το αν ο κατήφορος θα έχει σταματήσει και θα μπορούμε να συζητάμε για τις πιθανότητες πρόκρισής της. Για τον Αναστασιάδη είπαμε αρκετά. Φτάνει.

Αντιφατικά δείγματα γραφής

Τα πρώτα δείγματα γραφής του Αναστασιάδη ήταν αντιφατικά – στην πραγματικότητα δεν αποτελούν λόγο ούτε για να ενθουσιαζόμαστε μαζί του, αλλά ούτε και για να θεωρούμε τον ερχομό του στην Εθνική καταστροφικό. Στην πρεμιέρα του, στο ματς με τη Φινλανδία, η Εθνική μας έδειξε αμέσως μια άλλη διάθεση: κέρδισε με το φτωχό 1-0 στο άδειο ΟΑΚΑ δείχνοντας θέληση να παίξει ποδόσφαιρο. Με την Εσθονία οι δοκιμές και οι αλλαγές στοίχισαν: η ήττα ήρθε ως συνέπεια ενός εντελώς ανοργάνωτου παιχνιδιού – σίγουρα δεν έφταιγε ο κυριακάτικος εκκλησιασμός, άλλωστε σε αυτόν τον ακολούθησαν μόνο επτά παίκτες. Νομίζω ότι μετά την κλήρωση (που δικαίως θεωρήθηκε βατή) θα τελειώσουν σιγά σιγά και οι συζητήσεις για τον ομοσπονδιακό και όλοι θα επικεντρωθούν στους αντιπάλους. Αλλωστε αν προσλάβεις τον Αναστασιάδη, τον δέχεσαι με όλες τις ιδιοτροπίες του. Του δίνεις λευκή επιταγή, τον στηρίζεις όσο μπορείς. Εξηγείς στους παίκτες ότι αυτός και μόνο θα είναι το αφεντικό, κλείνεις τα αφτιά σου στις όποιες κριτικές, ζεις και πεθαίνεις μαζί του. Είναι δεδομένο ότι θα εμφανίσει ιδιοτροπίες. Οταν ήταν στον Ηρακλή του Βαγγέλη Μυτιληναίου φώναζε τους παίκτες και τους ζητούσε να σφίξουν τα δόντια και να μάθουν να ζουν με τα προβλήματα. Ο Μυτιληναίος τον φώναξε και τον ρώτησε ποια είναι τα προβλήματα αυτά. Ο Αναστασιάδης του απάντησε ότι δεν ξέρει και δεν καταλαβαίνει – η σχέση χάλασε, αλλά χαμένος βγήκε ο Ηρακλής. Τι θέλω να πω; Πως αν ο Αναστασιάδης θέλει να πωρώνεται πιστεύοντας ότι όλοι τον κυνηγάνε, ας τον αφήσουν να το πιστεύει. Αν θέλει να φωνάζει στους παίκτες πως «ή τον ακούν ή θάνατος», ας τον αφήσουν να το κάνει. Αν οι παίκτες γκρινιάζουν γιατί τους κάνει τρεις ώρες θεωρία μιλώντας για την Μπαρτσελόνα, ας βάλουν τις φωνές στους παίκτες και ας μην τους δείξουν κατανόηση. Αλλιώς η Εθνική είναι χαμένη από χέρι.