Η μετάφραση ενός αρχαιοελληνικού δραματικού έργου δεν ενδιαφέρει μόνο τους φιλολόγους και τους φιλομαθείς αλλά και τους επαγγελματίες των παραστάσεων αρχαίου δράματος. Δυστυχώς ο χώρος αυτός τα τελευταία χρόνια δεν βρίσκεται στην επιθυμητή κατάσταση. Οι παραστάσεις κωμωδίας έχουν μεταβληθεί σε επιθεωρήσεις, ενώ οι παραστάσεις τραγωδίας κακοποιούνται από σκηνοθέτες που δεν γνωρίζουν επαρκώς τα έργα που ανεβάζουν, ούτε ενδιαφέρονται να τα μάθουν. Αφήνοντας κατά μέρος τα σύγχρονα σκηνοθετικά «ευρήματα», που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με το αρχαίο θέατρο και αποσπούν την προσοχή του θεατή από τα ουσιώδη συστατικά της παράστασης, δηλαδή τον λόγο και τη δράση, περιορίζομαι στις μεταφράσεις. Οι σκηνοθέτες δουλεύουν κατά κανόνα με μεταφράσεις, που όχι σπάνια εκπονούνται από ανίδεους μεταφραστές ή υφίστανται  επεμβάσεις εκ των υστέρων, ενώ θα έπρεπε να μελετούν σε βάθος – και γιατί όχι, με τη βοήθεια ειδικών, αν δεν γνωρίζουν τη γλώσσα – το έργο που προτίθενται να ανεβάσουν και τα δραματικά συμφραζόμενά του.

Η έμμετρη μετάφραση του σατυρικού δράματος Κύκλωψ του Ευριπίδη, που εκπόνησε ο Βάιος Λιαπής, καθηγητής στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Θεατρικές Σπουδές» του Ανοιχτού Πανεπιστημίου της Κύπρου, απέσπασε (εξ ημισείας) το κρατικό βραβείο απόδοσης έργου της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στα νέα ελληνικά. Η μετάφραση δημοσιεύτηκε το 2016 από τις εκδόσεις «Κίχλη» και περιλαμβάνει επιπλέον σύντομη εισαγωγή και σχόλια (ερμηνευτικά και θεατρολογικά). Συνοδεύεται, με τη μορφή ένθετου φυλλαδίου, από το αρχαίο κείμενο στην έκδοση του James Diggle (Οξφόρδη 1984, με κάποιες αποκλίσεις που παρατίθενται στο τέλος του φυλλαδίου). Ετσι ο ενδιαφερόμενος έχει τη δυνατότητα να ανατρέξει, εφόσον και όπου το επιθυμεί, στο πρωτότυπο, για να διαπιστώσει την αντιστοιχία με τη μετάφραση.

Η μετάφραση ακολουθεί άλλοτε ήρεμο ιαμβικό ρυθμό (σε δεκαπεντασύλλαβους στίχους) και άλλοτε ζωηρότερο τροχαϊκό ρυθμό (σε δεκαεξασύλλαβους ή μικρότερους στίχους). Η διάκριση αυτή δεν εφαρμόζεται αντίστοιχα στα επεισόδια και τα χορικά, αλλά υπάρχει εναλλαγή ρυθμού και στα διαλογικά μέρη. Η μετάφραση ακολουθεί από κοντά το αρχαίο κείμενο και παράλληλα διαθέτει εκείνες τις αρετές που την κάνουν ευχάριστη στην ανάγνωση και κυρίως την καθιστούν κατάλληλη για παράσταση (έχει ήδη παρασταθεί από το Θέατρο Αμφίκτιο, σε σκηνοθεσία του Νίκου Χαραλάμπους, το καλοκαίρι του 2011).

Η δομή του έργου είναι «τραγική», με την έννοια ότι συγκροτείται από πρόλογο, πάροδο, τέσσαρα επεισόδια και ισάριθμα στάσιμα, και έξοδο. Στην εισαγωγή ο Λιαπής εξηγεί ότι, από άποψη δραματικού ήθους και λογοτεχνικού ύφους, το σατυρικό δράμα είναι είδος που βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ τραγωδίας και κωμωδίας, ότι σατυρικά δράματα έγραφαν μόνον οι τραγικοί ποιητές, οι οποίοι συμμετείχαν στους δραματικούς αγώνες των Διονυσίων με τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα, και ότι τα σατυρικά δράματα πραγματεύονταν μύθους όπως αυτοί των τραγικών αλλά με διάθεση παιγνιώδη, αναδεικνύοντας (ή εφευρίσκοντας) τις λιγότερο σοβαρές πλευρές του. Εν προκειμένω έχουμε να κάνουμε με «παρωδία» της ομηρικής αφήγησης για την περιπέτεια του Οδυσσέα στη σπηλιά του Κύκλωπα Πολύφημου – που εξελίσσεται όμως, όπως και το επεισόδιο των Κυκλώπων στο 3ο βιβλίο της Αινειάδας, στους πρόποδες της Αίτνας και μάλιστα ο Οδυσσέας καλεί τον θεό της Αίτνας Ηφαιστο να βοηθήσει στην τύφλωση του Πολύφημου με το πυρωμένο ξύλο.

Το κωμικό στοιχείο

Πώς διασφαλίζονται, όμως, στη μετάφραση τα στοιχεία του ήθους και του ύφους που διακρίνουν τον σατυρικό Κύκλωπα από μια αριστοφανική κωμωδία; Η τάση του μεταφραστή είναι να ενισχύει το κωμικό στοιχείο, ακόμη και στην περίπτωση του Οδυσσέα, που δεν μιλάει «την ίδια γλώσσα» με τους Σατύρους και τον Κύκλωπα. Ο Οράτιος συμβουλεύει να μην υποβιβάζεται ο ήρωας, στο σατυρικό δράμα, από το χρυσό και την πορφύρα της τραγωδίας στα «χαμόσπιτα» και συνεπώς να μιλά την καθομιλουμένη («humili sermone», Ποιητική τέχνη, 227-229). Ομως σε αρκετά σημεία η μετάφραση «αλλοιώνει» τον πρωτότυπο λόγο του Οδυσσέα προς αυτή την κατεύθυνση, όπως στο παρακάτω παράδειγμα: «Καλύτερα ν’ αφήσει / τούτος εδώ τα φούμαρα και τα κουλά που λέει / στα πράσα τον ετσάκωσες να ξεπουλά το βιος σου!» (263-265). Ακόμη στη μετάφραση απαλείφονται τα περισσότερα μυθολογικά στοιχεία ή αντικαθίστανται με ανάλογα αντλημένα από τον σύγχρονο κόσμο, όπως όταν ο κριτής των νεκρών «Ραδάμανθυς» (273) γίνεται «Αρεοπαγίτης» (278). Βέβαια στις σημειώσεις παρέχονται οι πληροφορίες του πρωτοτύπου, αλλά η πρακτική της απάλειψης και της «επικαιροποίησης» στοιχείων του αρχαίου κόσμου θυμίζει περισσότερο τις μεταφράσεις κωμωδιών. Μάλιστα, δεδομένου ότι ο Κύκλωψ είναι, μαζί με τις Βάκχες, το μόνο άλλο σωζόμενο δράμα με διονυσιακό χορό και διονυσιακά θέματα, θα έπρεπε ίσως να διατηρηθούν στη μετάφραση όλα τα στοιχεία του διονυσιακού μύθου (όπως η αρπαγή από τους Τυρρηνούς πειρατές και η αναφορά στο όρος Νύσα όπου γεννήθηκε και ανατράφηκε ο Διόνυσος), και να αναδειχθούν τα στοιχεία της διονυσιακής λατρείας. Ανεξάρτητα από τις παραπάνω παρατηρήσεις, η μετάφραση του Λιαπή διαθέτει ποιοτικά στοιχεία ικανά να την κατατάξουν μεταξύ των καλύτερων νεοελληνικών μεταφράσεων έργων της αρχαίας δραματουργίας.

Ο Μιχαήλ Πασχάλης είναι ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης

Ευριπίδης

Κύκλωψ

Μτφ. Βάιος Λιαπής, Κίχλη, 2016, σελ. 92

Τιμή: 14 ευρώ