Οι πολιτικές οργανώσεις βίας της μεταπολιτευτικής περιόδου στην Ελλάδα διακατέχονται από ιδεολογικά εφαλτήρια προερχόμενα από τον διεθνώς ονομαζόμενο «ακροαριστερό» και από τον «ακροδεξιό» πολιτικό χώρο. Πράξεις τρομοκρατίας προερχόμενες από θρησκευτικού τύπου εξτρεμιστικές οργανώσεις δεν έχουν ακόμη αναφερθεί στην ελληνική επικράτεια. Το κεφάλαιο των μεγάλων τρομοκρατικών οργανώσεων, της μεταπολιτευτικής περιόδου της χώρας, φαίνεται πως έκλεισε με συλλήψεις μελών το 2002. Οι καταθέσεις και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των συλληφθέντων άφησαν αναπάντητα πολλά ερωτήματα και την αίσθηση πως ορισμένα μέλη της λειτουργούσαν στην επαγγελματική λογική της σχέσης με μία μισθοφορικού τύπου εταιρεία και όχι με μία οργάνωση ενόπλου αντάρτικου πόλεως. Οι οργανώσεις αυτές έδωσαν τη θέση τους σε μία νέα γενιά ιδεολογικά συγχυσμένων και οργανωτικά χαλαρών οργανώσεων με διαφορετικά χαρακτηριστικά και μεθόδους δράσης, οι οποίες υποστήριξαν, μεταξύ άλλων, την άποψη ότι οι πολίτες είναι επίσης εχθροί, «επειδή ψηφίζουν, δεν διαμαρτύρονται και στηρίζουν το κράτος». Πρόκειται για πολιτική μετάλλαξη αυτού του είδους βίας, η οποία στοχοποίησε βίαια και ανοιχτά τον απλό πολίτη. Η ασάφεια της σκέψης και του λόγου σε συνδυασμό με τις σχέσεις με εγκληματικές οργανώσεις και την ικανότητα χρήσης όπλων τις κατέστησε ιδιαίτερα επικίνδυνες. Ενώ στις παλαιότερες οργανώσεις τμήμα του στόχου ήταν η δημοσιοποίηση του μηνύματος, στις νεότερες φάνηκε πως ήταν το μέγεθος της βίας. Ο τρόπος γραφής των προκηρύξεων περισσότερο θόλωσε το τοπίο, γύρω από το προφίλ των οργανώσεων αυτών, παρά το ξεκαθάρισε. Η μετάλλαξη της βίας προς αυτή την κατεύθυνση έδωσε γενικότερα δείγματα αδιάκριτης επιλογής στόχων όπως το περιστατικό της Marfin Bank με θύματα τρεις εργαζομένους και ένα αγέννητο βρέφος. Η Τράπεζα, ως σύμβολο, δεν είχε την προσεκτική προσέγγιση επιλογής πολιτικού στόχου που είδαμε στο παρελθόν. Επίσης, καταγράφονται επιθέσεις με τραυματισμούς πολιτών οι οποίοι τυχαία βρέθηκαν στο σημείο των επιθέσεων όπως ο θάνατος της οικογένειας των μεταναστών από το Πακιστάν όταν πήγαν να πάρουν ένα δέμα πιστεύοντας ότι ήταν τρόφιμα.

Η «απρόσεχτη» χρήση βίας έχει προκαλέσει έντονες διαμάχες στον πολιτικό χώρο που τις χρησιμοποιεί φέρνοντας στον αντίποδα την εμφάνιση οργανώσεων χαμηλής έντασης βίας. Αυτό το είδος βίαιης κοινωνικής παρέμβασης δεν μπορεί να εξεταστεί υπό το πρίσμα της κλασικής τρομοκρατίας. Οι μέχρι στιγμής συμβολικές δράσεις περιορίζονται σε καταστροφή περιουσίας, έντονων λεκτικών επιθέσεων και βανδαλισμών, ενώ προβάλλονται ως ιδιαίτερα προσεχτικές σε ό,τι αφορά στην προστασία της ανθρώπινης ζωής. Χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός της τάσης για προσφορά προστασίας σε «αδύναμους» πολίτες και δημόσιο κάλεσμα συστράτευσης νέων μελών, αναλαμβάνοντας με τον τρόπο αυτό την κάλυψη αυτού που αντιλαμβάνονται ως «κενό ασφαλείας για τους πολίτες», χωρίς όμως να απολαμβάνουν ευρείας κοινωνικής αποδοχής.

Τα γεγονότα αυτά προσδίδουν νέα χαρακτηριστικά εξωθεσμικής παρέμβασης στα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Το αποτέλεσμα όμως που φαίνεται να επιφέρουν είναι η συντηρητικοποίηση του κράτους, οι αυστηρότερες νομοθεσίες και η επιβολή μακροχρόνιων καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης.