«Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι ελίτ της εξωτερικής πολιτικής στην Αμερική έπεισαν τους εαυτούς τους ότι η μόνιμη αμερικανική κυριαρχία σε ολόκληρο τον κόσμο θα εξυπηρετούσε καλύτερα από οτιδήποτε άλλο τα συμφέροντα της χώρας μας. Ωστόσο, οι υποθέσεις άλλων χωρών μας απασχολούν μόνο εφόσον οι δραστηριότητές τους απειλούν ευθέως τα συμφέροντάς μας».
«Οι ελίτ μας υπολόγισαν λάθος και με κακό τρόπο την προθυμία της Αμερικής να επωμιστεί για πάντα βάρη σε διεθνές επίπεδο, για τα οποία ο αμερικανικός λαός δεν έβλεπε πώς συνδέονται με τα εθνικά συμφέροντα. Υπερεκτίμησαν την ικανότητα της Αμερικής να χρηματοδοτεί, ταυτόχρονα, ένα μεγάλο κοινωνικό-ρυθμιστικό-διοικητικό κράτος και ένα τεράστιο σύμπλεγμα ενόπλων δυνάμεων, διπλωματών, υπηρεσιών πληροφοριών και ξένης βοήθειας. Στοιχημάτισαν, σε μεγάλο βαθμό παραπλανητικά και καταστροφικά, στην παγκοσμιοποίηση και το αποκαλούμενο ελεύθερο εμπόριο».
«Επέτρεψαν σε φίλους και εταίρους μας να μετατοπίσουν το κόστος της άμυνάς τους στον αμερικανικό λαό και κάποιες φορές να μας σύρουν σε συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις οι οποίες μπορεί να έχουν κεντρική θέση με βάση τα δικά τους συμφέροντα, αλλά ήταν μόνο περιφερειακές ή και άσχετες για τα δικά μας».
Τα παραπάνω αποσπάσματα προέρχονται από τη νέα Στρατηγική Εθνικής Ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών που έδωσε στη δημοσιότητα την περασμένη εβδομάδα ο Λευκός Οίκος. Αντικατοπτρίζει δε το «δόγμα» της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής – σε επίπεδο διπλωματίας, οικονομίας και ενόπλων δυνάμεων – που έχουν στο μυαλό τους ο πρόεδρος των ΗΠΑ και το επιτελείο του.
Το τέλος της παλιάς τάξης
Πρόκειται για ένα κείμενο το οποίο δεν χρειάζεται κανείς να είναι «φωστήρας» στην ιστορία και τις διπλωματικές σχέσεις για να καταλάβει ποιο είναι τοβασικό μήνυμα που επιδιώκει να στείλει: Η εποχή της Pax Americana, που οι ΗΠΑ ήταν η μοναδική παγκόσμια υπερδύναμη και ο «χωροφύλακας» σε ολόκληρο τον πλανήτη, διασφαλίζοντας ακόμη και δια της βίας την παλιά τάξη πραγμάτων, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Προφανώς, το συγκεκριμένο έγγραφο δεν είναι κάτι που αφορά αποκλειστικά ή κυρίως την Ευρώπη, όσο κι αν τα ρεπορτάζ επικεντρώνονται στο πόσο «μόνη» – αν όχι… προδομένη – αισθάνεται πλέον. Είναι μέρος μιας συνολικότερης αναπροσαρμογής, της οποίας οι Αμερικανοί επιδιώκουν να είναι ενεργοί συμμέτοχοι και όχι παθητικοί θεατές.
Επί της ουσίας, ο Τραμπ και το «δόγμα» του έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτό που γράφεται και συζητείται από τους «ειδικούς» και τα ΜΜΕ εδώ και πάνω από μία δεκαετία: ότι ο νέος αιώνας δεν θα είναι αποκλειστικά αμερικανικός, καθώς οι σφαίρες επιρροής και εξουσίας στον κόσμο θα ξαναμοιραστούν ανάμεσα στην παλιά υπερδύναμη και τις ανερχόμενες – πρώτα και κύρια την Κίνα.
Είναι η οικονομία, ανόητοι!
Οι ΗΠΑ, με άλλα λόγια, θα συνεχίσουν να αντιπροσωπεύουν μια τρομακτική δύναμη σε παγκόσμιο επίπεδο, ικανή να καταστρέψει όχι μόνο τους αντιπάλους της αλλά και ολόκληρο τον πλανήτη. Την ίδια στιγμή, όμως, αποδέχονται πως δεν είναι πια μόνες στο «παιχνίδι» και δεν μπορούν να το καθορίζουν όπως στο (σχετικά κοντινό) παρελθόν.
Πρόκειται, υπό μία έννοια και με βάση μια απολύτως ψυχρή ανάλυση, για εξέλιξη η οποία σε μεγάλο βαθμό είναι αντικειμενική, καθώς επιβάλλεται από τα δεδομένα στην οικονομική «βάση», που τελικά καθορίζουν και το (γεω)πολιτικό εποικοδόμημα. Υπό αυτή την έννοια, κάθε απόπειρα να αντιστραφεί αυτή η πορεία θα ισοδυναμούσε, πρακτικά, με προσπάθεια τετραγωνισμού του κύκλου – με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται.
Υπό αυτό το πρίσμα θα πρέπει να ερμηνευθούν και οι μέχρι σήμερα κινήσεις του Τραμπ, από τη στιγμή που επέστρεψε στον Λευκό Οίκο για τη δεύτερη προεδρική του θητεία. Τόσο σε επίπεδο δασμών, που έχουν στόχο την επιστροφή στο πάτριο έδαφος μέρους της υπεραξίας που έχει εξάγει το αμερικανικό κεφάλαιο σε άλλες χώρες. Όσο και στα μεγάλα πολεμικά μέτωπα, με πρώτο και καλύτερο αυτό της Ουκρανίας.
Ουκρανία – και μετά Ειρηνικός;
Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά, ότι οι ΗΠΑ έχουν ήδη αποκομίσει στο συγκεκριμένο μέτωπο ό,τι περισσότερο μπορούσαν: από την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της χώρας και τις χρυσές παραγγελίες για τις πολεμικές τους βιομηχανίες μέχρι τον εγκλωβισμό της Ρωσίας (δυνάμει και της Ευρώπης) σε έναν «βάλτο» από τον οποίο δεν θα μπορέσουν να ξεκολλήσουν εύκολα. Εκτιμούν, κατά συνέπεια, ότι η συνέχιση της εμπλοκής τους δεν ανταποκρίνεται στα «εθνικά συμφέροντά» τους, όπως τα ορίζει ο Τραμπ.
Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβεί σύντομα και στον Ειρηνικό. Εκεί όπου τόσο οι σύμμαχοι (Ιαπωνία, Νότιος Κορέα) όσο και οι αντίπαλοι των ΗΠΑ (Κίνα) – που αντιμετωπίζονται αδιακρίτως ως δυνάμει ανταγωνιστές – ίσως εμπλακούν σχετικά σύντομα σε έναν – έστω και ακήρυχτο – πόλεμο φθοράς, που θα τους απασχολήσει για τα πολλά επόμενα χρόνια, έτσι ώστε να μην είναι σε θέση να απειλούν την Αμερική.
Αλλά, βεβαίως, αυτό για την ώρα δεν είναι παρά ένα σενάριο. Συμβατό, ωστόσο, με αυτά που έχει στο μυαλό του ο Τραμπ και περιγράφει στο «δόγμα» του. Όσο για τους Ευρωπαίους, όχι απλώς αναζητούν ακόμη το δικό τους «δόγμα», αλλά είναι αμφίβολο εάν, από τη στιγμή που θα το βρουν, έχουν την ισχύ να το υποστηρίξουν.






