Ήταν 9 Νοεμβρίου του 1931 όταν η είδηση ταξίδεψε σαν ψίθυρος ελπίδας ανάμεσα στους ξεριζωμένους Πόντιους της προσφυγιάς: η εικόνα της Παναγίας Σουμελά είχε βρεθεί. Κρυμμένη στα βουνά της Τραπεζούντας, εκεί όπου άλλοτε έστεκε το περίφημο μοναστήρι σκαρφαλωμένο στα βράχια του Μελά, η εικόνα ανακαλύφθηκε από τον μοναχό Αμβρόσιο, Έλληνα ιερωμένο που ρίσκαρε τη ζωή του για να ανασύρει ένα από τα ιερότερα κειμήλια του Ελληνισμού.
Η ιστορία της Παναγίας Σουμελά χάνεται στα βάθη των αιώνων. Σύμφωνα με την παράδοση, οι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος από την Αθήνα, οδηγημένοι από θαυματουργό όραμα, μετέφεραν τον 4ο αιώνα την εικόνα της Θεοτόκου —έργο του Ευαγγελιστή Λουκά— στα βουνά της Παφλαγονίας, όπου ίδρυσαν το μοναστήρι που έμελλε να γίνει φάρος πίστης και πολιτισμού. Για πάνω από 1.500 χρόνια, το Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά υπήρξε το πνευματικό κέντρο των Ποντίων: εκεί όπου βάφτιζαν τα παιδιά τους, έταζαν τις ελπίδες τους, και έβρισκαν παρηγοριά στις πιο σκοτεινές εποχές.
Με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών, οι Πόντιοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, παίρνοντας μαζί τους μόνο μνήμες και δάκρυα. Το μοναστήρι λεηλατήθηκε, η εικόνα χάθηκε, και το κενό της έγινε πληγή ανοιχτή στη συλλογική τους ψυχή.
Μέχρι εκείνη τη μέρα του Νοέμβρη του 1931. Με τη βοήθεια του Μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθου Φιλιππίδη και την άδεια της τουρκικής κυβέρνησης, ο μοναχός Αμβρόσιος ανέβηκε στο εγκαταλειμμένο μοναστήρι και, μέσα σε μια κρύπτη κάτω από την Αγία Τράπεζα, βρήκε ό,τι απέμενε από τον χαμένο θησαυρό: την ιερή εικόνα της Παναγίας, το Ευαγγέλιο και το ξυλόγλυπτο σταυρό του μοναστηριού. Τα κειμήλια μεταφέρθηκαν μυστικά αρχικά στην Κωνσταντινούπολη και κατόπιν, με τη μεσολάβηση της ελληνικής διπλωματίας, στην Ελλάδα, όπου το 1952 βρήκαν το νέο τους σπίτι στην Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο, κοντά στη Βέροια. Εκεί, χιλιάδες προσκυνητές —Πόντιοι αλλά και απλοί πιστοί απ’ όλη τη χώρα— συρρέουν κάθε 15 Αυγούστου για να τιμήσουν τη μνήμη και τη θαυματουργή δύναμη της Παναγίας.
Η ανακάλυψη της εικόνας δεν ήταν απλώς ένα θρησκευτικό γεγονός· ήταν μια πράξη λύτρωσης και συνέχειας. Για έναν λαό που έχασε την πατρίδα του, η Παναγία Σουμελά έγινε το σύμβολο της μνήμης, της πίστης και της ελπίδας. Έγινε η αόρατη γέφυρα που ενώνει τον Πόντο με τη νέα του γη, τη Μητέρα Ελλάδα.
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, η ιστορία εκείνης της ανακάλυψης συγκινεί ακόμα. Θυμίζει ότι μέσα στα ερείπια και τις απώλειες, ο άνθρωπος βρίσκει πάντα τρόπους να κρατήσει ζωντανό ό,τι πραγματικά τον ορίζει: την πίστη, την ταυτότητα και την ελπίδα ότι τίποτα ιερό δεν χάνεται για πάντα.