Ηταν το είδος της ηρωικής υποδοχής που σπάνια – αν όχι ποτέ τους τελευταίους μήνες – απολαμβάνει ο Εμανουέλ Μακρόν στην πατρίδα του. Καθώς προχωρούσε προς το βήμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών τη Δευτέρα, ο Γάλλος πρόεδρος φαινόταν χαλαρός, καθώς σταμάτησε για να αστειευτεί με τον Δανό υπουργό Εξωτερικών Λαρς Λόκε Ράσμουσεν, αναφέρει χαρακτηριστικά ανάλυση του Politico.
Και φαινόταν να απολαμβάνει το παρατεταμένο χειροκρότημα στο τέλος της περίπου 30λεπτης ομιλίας του, κατά τη διάρκει της οποίας υπερασπίστηκε με πάθος «το δίκαιο του παλαιστινιακού λαού» και τελικά ανακοίνωσε την αναγνώριση του κράτους της Παλαιστίνης.
Για τον 47χρονο ηγέτη, ο οποίος βρίσκεται σε δύσκολη θέση, βυθισμένος σε μια annus horribilis (φρικτή χρονιά) με δημοτικότητα στο ναδίρ και κυβερνήσεις που καταρρέουν, η στιγμή του στη Νέα Υόρκη ήταν κάτι περισσότερο από μια ευπρόσδεκτη διακοπή από τις συνεχείς επιθέσεις αριστερών και ακροδεξιών αντιπάλων του στην πατρίδα του.
Στη Νέα Υόρκη, είχε την ευκαιρία να ακολουθήσει τα βήματα γκωλιστών πολιτικών, που χρησιμοποίησαν τον ΟΗΕ με μεγάλη επιτυχία ως σκηνικό για τολμηρές δηλώσεις ανεξαρτησίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες (και, στην προκειμένη περίπτωση, από το Ισραήλ),
Επιπλέον, το Politico θυμίζει την ομιλία του Ντομινίκ ντε Βιλπέν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ το 2003, όταν ως υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας τότε επέκρινε την πορεία της Ουάσιγκτον προς τον πόλεμο στο Ιράκ, τονίζοντας πως το Παρίσι δεν θα συμμετείχε σε αυτόν.
Κάποιοι τότε είχαν δει στον ντε Βιλπέν το ανυπότακτο πνεύμα του στρατηγού Σαρλ ντε Γκωλ που είχε και εκείνος τολμήσει να σταθεί απέναντι σε έναν πιο ισχυρό σύμμαχο.
Κι αυτό ήταν αναμφίβολα στο μυαλό του Μακρόν και των βοηθών του, καθώς οργάνωσαν υπομονετικά τη στιγμή της Δευτέρας. Μεσολάβησαν δεκάδες διπλωματικές συναντήσεις και επαφές με πολλές χώρες και για πολλούς μήνες για τον συντονισμό της επίσημης αναγνώρισης ενός παλαιστινιακού κράτους.
Το Politico αναφέρει πως δεν έχει σημασία που η ομιλία του ντε Βιλπέν δεν έκανε την Ουάσιγκτον να αναθεωρήσει τα σχέδιά της για εισβολή στο Ιράκ. Οπως και η τωρινή κοινή προσπάθεια για την αναγνώριση ενός παλαιστινιακού κράτους είναι απίθανο να αλλάξει τα δεδομένα επί του εδάφους στη Γάζα και στη Δυτική Οχθη από τη μία στιγμή στην άλλη.
Το ζητούμενο για τη γαλλική διπλωματία ήταν να «προσφέρει μια προκλητική αντίδραση στον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος απορρίπτει τη λύση των δύο κρατών, και στον σύμμαχό του, τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου».
Σε αντίθεση με τον ντε Βιλπέν πριν από 22 χρόνια, όταν ο ΟΗΕ θεωρούταν ακόμη ένας λειτουργικός διεθνής οργανισμός, ο Μακρόν δεν επιτέθηκε με σφοδρότητα.
Η κατάληξη της αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους ήταν γεμάτη φιλικές λέξεις για το Ισραήλ και καταδίκες της τρομοκρατίας της Χαμάς. Και σε κανένα σημείο δεν ανέφερε το προφανές πρόβλημα — τον Τραμπ και την υποστήριξή του προς τον Νετανιάχου.
Αυτό όμως δεν αρκεί για να κατευνάσει τον Τραμπ, του οποίου οι στενοί συνεργάτες δεν έχουν κρύψει τη δυσαρέσκειά τους για τον Μακρόν.
Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο χαρακτήρισε «απερίσκεπτη» την προσπάθεια για την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, ενώ άλλοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης των ΗΠΑ καταδίκασαν την κίνηση ως «ανόητη» και άσκοπη. Ο Νετανιάχου ήταν πιο σκληρός, κατηγορώντας τον Μακρόν ότι επιβραβεύει την τρομοκρατία και απείλησε να κλείσει το γαλλικό προξενείο στην Ιερουσαλήμ ως αντίποινα.
Οσο μιλούσε ο Μακρόν τη Δευτέρα, η θέση του Ισραήλ παρέμεινε κενή στη Γενική Συνέλευση.
Μια «συγκεκριμένη ιδέα» για τη Γαλλία
Για έναν πρόεδρο συνηθισμένο σε αρνητικούς δημοσιογραφικούς τίτλους, η ομιλία στη Νέα Υόρκη αποτέλεσε σπάνια ανάπαυλα.
Το γαλλικό ραδιόφωνο και η τηλεόραση κάλυψαν εκτενώς τη διάσκεψη του ΟΗΕ. Η εφημερίδα Le Monde, η οικονομική εφημερίδα Les Echos και η Libération χρησιμοποίησαν πομπώδεις τίτλους για να περιγράψουν την προσπάθεια του Γάλλου προέδρου να δώσει ώθηση στην ιδέα ενός παλαιστινιακού κράτους (η τελευταία εφημερίδα έκανε μάλιστα λόγο για «ιστορική ημέρα»).
Μόνο η δεξιά εφημερίδα Le Figaro, η δεύτερη σε κυκλοφορία στη Γαλλία που ανήκει στον όμιλο Dassault, αποδοκίμασε την προσπάθεια. Τοποθέτησε το άρθρο της για τον Μακρόν πιο χαμηλά από το αφιέρωμά της στον νικητή της φετινής Χρυσής Μπάλας στο ποδόσφαιρο, Ουσμάν Ντεμπελέ.
Δυστυχώς για τον Μακρόν, αυτό μπορεί να είναι το καλύτερο δυνατό έπειτα από τρία χρόνια δεύτερης θητείας στην προεδρία.
Οι Γάλλοι απολαμβάνουν μία «αναβίωση» του φαντάσματος του Γκωλισμού. Ωστόσο, μία καλή μέρα είναι απίθανο να αναστήσει την προεδρία, η οποία έχει υποστεί ανεπανόρθωτη φθορά μετά την αλλαγή πέντε πρωθυπουργών σε 15 μήνες. Το ποσοστό δημοτικότητας του Μακρόν έχει πέσει στο θλιβερό 17%, σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε το Σαββατοκύριακο.
Πριν ανακοινώσουν το όνομα του Σεμπαστιάν Λεκορνί ως τελευταίο επικεφαλής της κυβέρνησής του, οι συνεργάτες του Μακρόν αναγκάστηκαν να διαψεύσουν ότι σκεφτόταν να παραιτηθεί από την προεδρία στα μέσα της θητείας του.
Ο ντε Βιλπέν δεν επαίνεσε τον Μακρόν για την απόδοσή του στη Νέα Υόρκη — ο πρώην υπουργός Εξωτερικών επέκρινε τον νυν πρόεδρο για την «αδράνειά» του σχετικά με τη Γάζα σε ραδιοφωνική του συνέντευξη.
Αλλά έτσι είναι ο Γκωλισμός, αναφέρει το Politico: Δεν έχει να κάνει με τη νίκη ή ακόμα και με το να είναι κάποιος δημοφιλής.
Ο ντε Βιλπέν δεν ανέκτησε ποτέ πλήρως τη λάμψη που είχε το 2003. Και ο ίδιος ο Ντε Γκωλ έφυγε από την εξουσία το 1968, αντιμέτωπος με τεράστιες φοιτητικές διαμαρτυρίες, κάτι που, όπως είχε πει τότε, ήταν το μόνο αξιοπρεπές πράγμα που μπορούσε να κάνει.
Το ίδιο ισχύει και για τον Μακρόν. Οι Γάλλοι δεν θα ερωτευτούν ξανά τον πρόεδρό τους μετά τη Νέα Υόρκη. Αλλά μπορεί να ανακτήσουν ένα μικρό μέρος από τον σεβασμό που έτρεφαν γι’ αυτόν. Ή τουλάχιστον για τη «συγκεκριμένη ιδέα» του για τη Γαλλία – φράση του Ντε Γκωλ – που ο Μακρόν ενσάρκωσε για λίγο στη Νέα Υόρκη.
Πηγή: Politico







