Η αμερικανική οικονομία δείχνει σημάδια κόπωσης, με την αγορά εργασίας να επιβραδύνεται αισθητά. Τα στοιχεία για την απασχόληση που δημοσιεύτηκαν από τον Ιούλιο και μετά επιβεβαίωσαν ότι η δυναμική της αγοράς εργασίας έχει αδυνατίσει, στοιχείο που ενισχύει τα επιχειρήματα για μια πιο επιθετική μείωση των επιτοκίων. Οι επενδυτές προεξοφλούν ήδη έξι μειώσεις των 25 μονάδων βάσης μέσα σε δώδεκα μήνες, δηλαδή συνολικά 150 μονάδες βάσης, οδηγώντας το βασικό επιτόκιο από το 4,5% στο 3% έως τον Οκτώβριο του 2026.

Η κεντρική απορία είναι αν μια τόσο γρήγορη αποκλιμάκωση της νομισματικής πολιτικής μπορεί να γίνει χωρίς να αναζωπυρωθεί ο πληθωρισμός, που παραμένει πεισματικά πάνω από τον στόχο του 2%, κινούμενος στο 2,9% τον Αύγουστο.

Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η Fed έχει στη διάθεσή της ορισμένα «αντίβαρα» που θα της επιτρέψουν να μειώσει τα επιτόκια πιο γρήγορα από το αναμενόμενο, χωρίς να τροφοδοτήσει πληθωριστικές πιέσεις:

  • Οι δασμοί του Τραμπ δεν έχουν τον αναμενόμενο πληθωριστικό αντίκτυπο. Οι επιχειρήσεις απορροφούν σε μεγάλο βαθμό το κόστος, ώστε να μην χάσουν μερίδιο αγοράς. Έτσι, αντίθετα με τους αρχικούς φόβους, η επίδραση στους τιμοκαταλόγους των καταναλωτών είναι περιορισμένη.
  • Μείωση του ισολογισμού της Fed. Η απόσυρση ρευστότητας από το σύστημα περιορίζει τη μάζα του χρήματος, δηλαδή τον βασικό παράγοντα που κινεί τον πληθωρισμό.
  • Περικοπή δημόσιων δαπανών. Η διοίκηση Τραμπ εμφανίζεται αποφασισμένη να περιορίσει τις κρατικές δαπάνες, διαδικασία που δρα αποπληθωριστικά και διευκολύνει το έργο της Fed.

Κρίσιμη έννοια στην ανάλυση είναι το «ουδέτερο επιτόκιο» – το επίπεδο στο οποίο το κόστος δανεισμού δεν θερμαίνει αλλά ούτε ψύχει την οικονομία. Πολλοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι αυτό το σημείο βρίσκεται γύρω στο 3%. Αν η Fed μειώσει τα επιτόκια ως εκεί, παραμένει σε μια ασφαλή ζώνη. Για μεγαλύτερες μειώσεις θα έπρεπε να συντρέχουν ισχυρές ενδείξεις ύφεσης, ώστε να δικαιολογείται μια πιο επιθετική πολιτική.

Παράλληλα, η πολιτική διάσταση δεν μπορεί να αγνοηθεί. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει ότι επιθυμεί χαμηλότερα επιτόκια για να μειωθεί το κόστος εξυπηρέτησης του τεράστιου δημόσιου χρέους. Η ενίσχυση της επιρροής του στη Fed, ενόψει και της λήξης της θητείας του Τζερόμ Πάουελ την άνοιξη, προκαλεί ανησυχία μήπως η κεντρική τράπεζα εξαναγκαστεί σε υπερβολική χαλάρωση.

Από την άλλη πλευρά, η κατάσταση στην αγορά εργασίας αποτελεί ίσως το ισχυρότερο επιχείρημα υπέρ των μειώσεων. Η αύξηση του υποαπασχολούμενου εργατικού δυναμικού και η εξασθένηση των νέων προσλήψεων περιορίζουν τις μισθολογικές πιέσεις, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο ενός ανοδικού σπιράλ τιμών-μισθών.

Η Fed φαίνεται να έχει περιθώριο για σταδιακές μειώσεις έως 125-150 μονάδες βάσης, εφόσον διατηρηθούν οι ισορροπίες σε ισολογισμό και δημόσιες δαπάνες. Η μεγάλη πρόκληση θα είναι η αποφυγή μιας υπερβολικής πολιτικής παρέμβασης που θα μπορούσε να υπονομεύσει την αξιοπιστία της. Η μάχη κατά του πληθωρισμού δεν έχει τελειώσει, αλλά το περιθώριο για στήριξη της ανάπτυξης διευρύνεται όσο οι πιέσεις από την αγορά εργασίας εξασθενούν…