Το 2000, την πρώτη φορά που εξελέγη πρόεδρος της Ρωσίας, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε αποσπάσει ένα 53,44% των ψήφων. Στις προεδρικές «εκλογές» που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 15 και 17 Μαρτίου επανεξελέγη πρόεδρος για τρίτη συνεχόμενη φορά, και πέμπτη φορά συνολικά, με το 87,28% των ψήφων.

Για αυτή την εντυπωσιακή αύξηση φρόντισαν ο προπαγανδιστικός κλοιός μέσα στον οποίο έχει κλείσει το καθεστώς τον πληθυσμό, η ανελέητη καταστολή κάθε διαφωνίας και, φυσικά, η εκτεταμένη νοθεία: σύμφωνα με την (απαγορευμένη στη Ρωσία) οργάνωση Golos, η οποία έχει ως αποστολή την παρακολούθηση των εκλογικών διαδικασιών, 22 εκατομμύρια ψήφοι από τα συνολικά 76 εκατομμύρια που κατατέθηκαν πήγαν αδικαιολόγητα στον Πούτιν· από την πλευρά της, η εξόριστη στη Λιθουανία «Novaya Gazeta Europe» υπολόγισε τις επιπλέον ψήφους που πήρε χάρη στη νοθεία ο ρώσος πρόεδρος στα 31,6 εκατομμύρια. Με δυο λόγια, πέρα από προαναγγελθείς, ήταν και ένας καταναγκαστικός θρίαμβος.

Και τώρα; Ο Πούτιν έχει μπροστά του μια νέα εξαετή θητεία, που θα τον κάνει στο τέλος της να σπάσει το ρεκόρ του Στάλιν ως μακροβιότερου ηγέτη της Ρωσίας. Και αν αντέχει ακόμα, μπορεί κάλλιστα να «επανεκλεγεί» πρόεδρος το 2030.

Για το πιο άμεσο μέλλον, προβλέπεται απλώς περισσότερη καταστολή, περισσότερος πόλεμος, περισσότερη αντιπαράθεση με τη Δύση. Βγαίνοντας ενισχυμένος από την κάλπη, όπως κάθε σύγχρονος δικτάτορας που δίνει σημασία στην επίφαση της νομιμότητας, ο Πούτιν θα θελήσει αναμφισβήτητα να συνεχίσει με ακόμα μεγαλύτερη ένταση την ιμπεριαλιστική επιχείρησή του. Ο μόνος τρόπος να σταματήσει, να μην καταπιεί τους γείτονές του και να μη σπείρει το χάος στην Ευρώπη, δεν είναι άλλος παρά να ηττηθεί στην Ουκρανία.

Και εντούτοις, κάποιοι στις ΗΠΑ, λιγότεροι αλλά μη αμελητέοι στην Ευρώπη, εννοούν να σφυρίζουν αδιάφορα. Δύο σπουδαίες κυρίες, η Νίνα Χρούστσεβα και η Αν Απλμπαουμ, καταθέτουν την άποψή τους.